United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και μπαίνει μέσα ο Έχτορας στα χέρια του κρατώντας κοντάρι ως έντεκα πηχών, με το χαλκένιο στόκο π' άστραφτε ομπρός κι' ολόχρυσο τον έσφιγγε ζουνάρι. 320 Εκεί τον Πάρη πούσαχνε τον βρήκε την πανώρια μες στο γιατάκι αρματωσά, ασπίδα και τσαπράζα, και που στα χέρια το κυρτό δοκίμαζε δοξάρι. Δίπλα η Λενιό καθότανε με γύρω της τις σκλάβες κι' είχε σ' αργόχερα ακουστά στρωμένες τις αργάτρες.

Έτσι τους έχουμε ακουστά και των παλιών αρχόντων τους μύθους, σαν τους έπιαναν θυμοί πεισματωμένοι· 525 με λόγια τους μαλάκωνες, τους γύρναες με περκάλια. Θυμάμαι μια ιστορία εγώπολύ παλιά, όχι τώραπώς έγινε, και θα την πω να δείτε, αδρέφια, εδώ όλοι.

Σαν πάρει ο χωριανός τη ράχη του βουνού κι ανέβει στην κορυφή, βλέπει κάτω τις στέγες του χωριού του, και αγναντεύει άλλα χωριά που τα έχει ακουστά, και την πολιτεία εκεί δα πέρα, κοντά στη θάλασσα. Και μικραίνει το χωριό του. Νοιώθει πως δεν είναι μοναχό στον κόσμο, και πως ο τόπος είναι μεγάλος.

Τέτοιο θάμα δεν τώχαμε ματαϊδή. Ο λοστρόμος τώχε ακουστά απ' τον πατέρα του. Φτάσαμε στον Περαία μαζί με την «Ευαγγελίστρα». Ξέρετε ποιος ήτανε ο Άη-Νικόλας; Κύριε Ελέησον. Ήτανε ο Παπα-Παρθένης. — Καλότυχο παιδί, πώς ταλές! Κι' άρχισαν τα γέλια οι γειτόνισσες. — Να με κάψη ο Θεός αν λέω ψέμματα. Η παπαδιά δεν γελούσε· έβραζε μέσα της. — Αυτά ήθελε, ο ευλογημένος!

Όλοι θα έχετε ακουστά πως σαράντα θεριστάδες εκοιμήθηκαν τη νύχτα σαν σαρδέλες σ' ένα στενόν αχυρώνα και την αυγή δεν ήξευραν πώς να ξεχωρίσουν τα πόδια τους. Ένας ήθελε να πάρη του άλλου κ' εφιλονεικούσαν ολημερίς. Ως που ευρέθηκεν ένας βουκόλος και με το χοντροράβδι του έκαμε καθένα να πάρη τα δικά του και να φύγη. Δεν ήταν και τίποτε αυτό.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Σε ποιόν μηνάει τάχα τέτοια τύχη ο Φοίβος; ΚΡΕΩΝ Άναξ, βασίλευε ποτέ στας Θήβας ο Λάιος προτού δώσωμε σ’ εσέ το σκήπτρον. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έχω ακουστά, αν και ποτέ μου δεν τον είδα. ΚΡΕΩΝ Αυτός λοιπόν σκοτώθηκε και τώρα ο Φοίβος να τιμωρήσωμε τον ένοχον προστάζει. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Και σε ποιο μέρος βρίσκεται; τάχα θα βρούμε του κρίματος του παλαιού το κρύφιον ίχνος;

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποια λόγια; πε μου γλίγωρα, θέλω να μάθω. ΧΟΡΟΣ Λένε πως τον σκότωσε κάποιος διαβάτης. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έτσι ακουστά το ’χω κ’ εγώ. Μα ποιος τον είδε; ΧΟΡΟΣ Ακόμη και αν αφόβητη τύχ’ η ψυχή του, όμως θαρρώ η κατάρα σου θα τον μακρύνη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όποιος χωρίς να ταραχθή κάμνει το κρίμα, εκείνον δεν τρομάζουνε τα μάταια λόγια.

Εμίσευσα ευθύς από το Μπαγδάτι, και ήλθα εις την Μπάσρα, επήγα ζητώντας διά αυτόν τον γέροντα και ερωτώντας τον δι' αυτήν την υπόθεσιν, μου είπεν, ότι ακουστά έχω πως αυτό το βασίλειον θα ευρίσκεται εις ένα νησί μέσα εις τες Ινδίες τες βαθειές, μα δεν ημπορώ να σε βεβαιώσω, ανίσως και είνε αλήθεια ή όχι.

Μωρέ τι τρέχει; ρωτάω τον διπλανό μου εκεί που εδέναμε τον παπαφίγγο. — Η τρόμπα μωρέ· δε βλέπεις; Ο σίφουνας! Ο σίφουνας! έφριξα ολόκορμος. Ακουστά είχα τα θαύματά του· πως σαρώνει ό,τι τύχη στο διάβα του· σχίζει πανιά, ρίχνει κατάρτια, γονατίζει πλεούμενα. Τόρα όμως πρώτη φορά τον έβλεπα με τα μάτια μου. Δεν ήταν ένας· ήσαν τρειςτέσσερες.

Και τι άλλο μας μένει να πάθουμε; Έχω ακουστά πως κ' εκείνους τους κακορρίζικους έτσι τους τυραννούσαν. Τσ' άρπαξε ο ένας από δω και χωπ! στη Βαβυλώνα. Τσ' έπαιρνε άλλοι από κει χωπ! στη Δαμασκό. Ερχόταν τρίτος χωπ! πάλε στα Γεροσόλυμα. Από τον Άννα στον Καγιάφα που θα ειπή. Το ίδιο και μεις. Τη μια φορά ο Χαγάνος μάς παίρνει απ' το καλύβι μας και μας ρίχνει στο σπίτι της Ελπίδας.