United States or Eswatini ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και τότε εκεί θα χάνουνταν ο βασιλιάς Αινείας, Μον να! τον είδε η μάννα του, η χρυσωπή Αφροδίτη, που στις βοσκιές τον έκανε με τον αφέντη Αχίση, και με τ' αφράτο χέρι της αγκάλιασε το γιόκα, κι' άπλωσε ομπρός του απ' το λαμπρό μια δίπλα φόρεμά της 315 ναν τον φυλάξει απ' τις ρηξές, μην τύχει οχτρός κανένας και της τον σφάξει μπήγοντας στα στήθια το κοντάρι.

Είχε σφάξει τα θύματα· οι δε λέβητες αυτού ήσαν πλήρεις ύδατος και κρεάτων όταν ήρχισαν να βράζωσιν άνευ πυρός, τόσον πολύ ώστε να εκχειλίζωσιν. Ο Λακεδαιμόνιος Χίλων, όστις ευρέθη εκεί, εγένετο μάρτυς του υπερφυούς γεγονότος· και πρώτον μεν συνεβούλευσε τον Ιπποκράτην να μη νυμφευθή γυναίκα τεκνοποιόν, εάν δε είχε τοιαύτην, να την αποπέμψη, και εάν τέλος είχεν υιόν, να τον αποκηρύξη.

Και ο θείος ο χοιροβοσκός το εσπέρας επανήλθε, ενώ μαζή με τον υιόν ετοίμαζ' ο Οδυσσέας τον δείπνο, με χρονιάρικο θρεφτάρι 'που 'χαν σφάξει. κ' ήλθ' η Αθηνά κ' εκτύπησε τον θείον Οδυσσέα, 455 με το ραβδί και γέροντα τον έκαμεν οπίσω, και ρούχα του 'βαλε πτωχά, μήπως ο χοιροτρόφος, άματα μάτια τον ιδή, γνωρίση τον και τρέξη της Πηνελόπης να το ειπή και δεν το κρύψη ο νους του.

Κι' οι κράχτες σαν τις μοίρασαν στους πρώτους καπετάνιους των Τρώων και των Αχαιών, στη μέση ο Αγαμέμνος αψά παράκληση άρχισε με σηκωμένα χέρια 275 «Δία πατέρα π' αψηλά ορίζεις απ' την Ίδα, μεγάλε μυριοδόξαστε! κι' εσύ Ήλιε που τα πάντα βλέπεις κι' ακούς! και Ποταμοί και Γης! κι' εσείς στον Άδη που σαν πεθάνει ο ψέφτορκος θνητός τον τιμωράτε, μαρτύροι νάστε και πιστούς φυλάτε εσείς τους όρκους! 280 Αν λάχει ο Πάρης σήμερα και σφάξει το Μενέλα, αφτός ας έχει τη Λενιό μ' όλο το βιός, και πίσω να πάμε εμείς στα σπίτια μας με τα θαλάσσια πλοία.

Μον ίσα τώρα απάνου του τραβάμετα κοντάρια μη λυπηθείςκι' ας δούμε δα, :θα σφάξει εδώ τους διο μας και ματωμένα λάφυρα θα πάει στα τρεχαντήρια, 245 ή και θα πέσει πρώτα αφτός απ' το βαρύ σου τ' όπλοΈτσι είπε, και με πονηριά τραβάει ομπρός η πρώτη.

Κι' εφτύς σαν είδε τ' άσκημα σημάδια του γαμπρού του, πρώτα να πάει τον πρόσταξε τη σκιαχτερή Κατσίκα να σφάξει. Αφτή είταν θεϊκό, κι' όχι θνητώνε θρέμμα, 180 λιοντάρι ομπρός, καταμεσύς κατσίκα, πίσω δράκος, κι' έβγαζε φλόγες και φωτιές απ' τα πλατιά ρουθούνια. Κάνει καρδιά από θεϊκά σημάδια και παγαίνει και τη σκοτώνει.

Κι' ενώ μπροστά του ασπίδες κρατούσανε οι συντρόφοι του, μήπως τυχόν πλακώσουν πριν οι γενναίοι Δαναοί πριν δούνε χτυπημένο 115 τον ξακουστό τ' Ατρέα γιο, τον καστανό Μενέλα, έβγαλε αφτός το σκέπασμα της θήκης, και σαΐτα πήρε καινούργια φτερωτή, πηγή των μάβρων πόνων· και τη σαΐτα απάνου εφτύς στερέωσε στην κόρδα, κι' έκανε τάμα του θεού, τ' αχτιδοστάλτη Απόλλου, πλήθος αρνιά πρωτόλουβα να σφάξει στο βωμό του, 120 πίσω σαν πάει στον τόπο του, στη βλογημένη Ζέλια.

Είπε•τα πόδια τα καλά προσέδεσε πεδούλια ολόχρυσα και άφθαρτα, 'που εφέρναν την επάνωτην θάλασσα, 'ς την άπειρη την γη σαν τους αέραις. κοντάρι επήρε δυνατό μ' ακονισμένη λόγχη, βαρύ, μεγάλο, στερεό, μ' αυτό δαμάζ' ηρώων 100 τα πλήθη, εις όσους οργισθή φρικτού πατρός η κόρη• και από του Ολύμπου ταις κορφαίς εχύθη και κατέβη• κ' εις τ' Οδυσσηά τα πρόθυρα, μες την Ιθάκη, εστάθη εις το κατώφλι της αυλής, κ' εκράτει το κοντάρι, και ξένον, τον Μέντη, ώμοιαζε της Τάφου βασιλέα. 105 κ' ηύρεν εκεί τους ανδρικούς μνηστήραις, οπού τότετην θύρα εμπρός με τους πεσσούς ξεδίναν, καθισμένοι εις τα τομάρια των βωδιών, οπού 'χαν σφάξει εκείνοι. και οι κήρυκες και οι πρόθυμοι θεράποντες τριγύρω, άλλοι κρασί με το νερόν έσμιγαντους κρατήραις, 110 ταις τράπεζαις άλλοι έπλεναν με ολότρυπα σφογγάρια, κ' εμπρός ταις 'βάζαν• κρέατα πολλά μοιράζαν άλλοι.

Είπε, κι' εκείνος άναψε ν' ακούσει τέτιο λόγο, και του διπλόφερε η καρδιά στα λογγωμένα στήθια, ή να τραβήξει απ' το μερί το κοφτερό λεπίδι, 190 να αναστατώσει τη βουλή, το βασιλιά να σφάξει, ή να σωπάσει την καρδιά και το θυμό να πνίξει.