Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Οι οφθαλμοί των δύο ποιμένων απήστραψαν λαμπρότερον. Εξηγέρθησαν, ανακαθήσαντες κουκκουλωμένοι και εξακοντίζοντες σπινθοροβολήματα προς το αργυρούν ογκώδες νόμισμα. — Τ' είναι βρε; Είπον και οι δύο συγχρόνως και έκαμαν κίνησιν ως να ήθελον να ροφήσωσι το δολλάριον, ως ρύγχος σχηματίσαντες διά μορφασμού αγροίκου τα χείλη των με τους αγκυλωτούς μύστακας.
Ούτος ήτο ο &πουργοτζής&, έργον έχων ν' ανοίγη τρύπαις. Υπερμέγεθες πισσωμένον ζεμπίλιον, κείμενον κάπου, ανάμεσα εις δύο &βουβά&, μεγάλα ξύλα, υπό την πρύμνην, ήτο γεμάτον από τριβέλια διαφόρων μεγεθών, έως τρεις δωδεκάδας, ων το μεν μικρότερον θα ήτο έως δύο σπιθαμών, το δε μέγιστον, βαρύ, ογκώδες, ήτο σχεδόν τόσον με το ανάστημα του κατόχου του.
Ότε δε πάλιν εξήλθεν εκείθεν μετ' ολίγα λεπτά, εκράτει εις χείρας του ικανώς ογκώδες και κομψώς δεμένον βιβλίον, έστρεφε δ' ενίοτε οπίσω το βλέμμα του, ως αν εφοβείτο μη παρηκολούθει αυτόν αδιάκριτος οφθαλμός.
Αλλ' ο Παρρησιάδης ούτος, συγκαλών τους επιφανεστέρους, αφού προ πολλού παρεσκεύασε και συνέγραψε ύβρεις εις ογκώδες βιβλίον, τας απαγγέλλει μεγαλοφώνως και υβρίζει τον Πλάτωνα, τον Πυθαγόραν, τον Αριστοτέλην, τον Χρύσιππον και όλους εν γένει, χωρίς ούτε εορτή να είνε, ούτε να του έχωμεν κάμη τίποτε κακόν, ότε θα είχε μίαν δικαιολογείαν, διότι θα είχε θέσιν αμυνομένου και δεν θα είχε δώση αυτός τας πρώτας αφορμάς.
Μεταξύ των δύο θυρών έκειτο κιβώτιον ογκώδες πρασίνου χρώματος, επ' αυτού δε τάπης μικρός διπλωμένος εις τέσσαρα.
Μετ' ολίγον επιστρέφων εις την κωμόπολιν ο Δημήτρης, παρετήρησεν εις το μέρος όπου επέζευσεν ο ξένος ογκώδες ερυθρόν πορτοφόλι. Εσκέφθη ευθύς ότι θα έπεσεν εκείνου και ανήλθεν επί τινος υψώματος, κατοπτεύων τον δρόμον, αλλ' ο ξένος δεν εφαίνετο πουθενά. Ο Δημήτρης ήτο τίμιος άνθρωπος· εάν ήτο εις καμμίαν πόλιν θα προσήρχετο ευθύς να παραδώση το εύρημά του εις την δημαρχίαν.
ότε πρωίαν τινά, ενώ ο μοναχός απετίνασσεν εκ των βλεφάρων τον ύπνον και εκ της μαύρης γενειάδος ξανθάς τινας τρίχας της γυναικός του, δύο Αγγλοσάξονες τοξόται, γυμνοί τας κνήμας και τους πόδας, μικράς φέροντες ασπίδας και βελοπληθείς επί των ώμων φαρέτρας, ενεφανίσθησαν προ της εισόδου της καλύβης, προσκαλούντες τον οικοδεσπότην εν ονόματι του Ε π τ ά ρ χ ο υ Εκβέρτου ν' ακολουθήσουν αυτούς, λαμβάνων τα προς μακράν πορείαν αναγκαία εφόδια. Έντρομος ο καλόγηρος, αναρτήσας το δισάκκιον εις τους ώμους, λαβών την γυναίκα διά της δεξιάς, την βακτηρίαν διά της αριστεράς και το ευχολόγιον υπό μάλης, ηκολούθησε τους σκυθρωπούς οδηγούς. Τρεις ημέρας και δύο νύκτας οδοιπορήσαντες διά φαλακρών ορέων και ερυκοφύτων κοιλάδων και πολλούς συναντήσαντες καθ’ οδόν ιερωμένους υπό την επιτήρησιν τοξοτών έφθασαν την τετάρτην εις την παραθαλάσσιον πολίχνην Γαριάνορον . Μέγα πλήθος λαού ήτο επί της προκυμαίας συνηθροισμένον, επί θρόνω χλοερού ίστατο ο επίσκοπος Εβοράκου Βόλσιος ευλογών τους πιστούς και ογκώδες σαξωνικόν πλοιάριον εσάλευεν εν τω λιμένι ανυπόμονον ν' αναπετάση το τετράγωνον ιστίον εις την απόγοιον αύραν. Ότε επλησίασαν οι πανταχόθεν της Αγγλίας στρατολογηθέντες μοναχοί, εξήκοντα τον αριθμόν, ο ευσεβής Βόλσιος εναγκαλισθείς αυτούς ανά ένα και εγχειρίσας εκάστω δύο δηνάρια , «
— Όσον δι' αυτό, κυρία, είνε σωστόν! υπέλαβεν ο νέος μου κάτοχος, τυλίσσων ημάς πάσας εις ικανώς ογκώδες σπείραμα, και περιδένων αυτό διά ρυπαρού λωρίου. — Αλλέως τα επεριμέναμεν και αλλέως μας εβγήκαν. Προσκυνώ! Και εξήλθε του θαλάμου μεθ' ημών.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν