Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Αλλ' εκαρτέρησα εις μάτην και ανωφελώς, με το να επέρασεν ένας μήνας χωρίς να λάβω καμμίαν είδησιν διά την Γαντζάδα· Εστοχάσθηκα τότε ότι η Γαντζάδα με το να ευρίσκονταν ακόμη κακιωμένη, που δεν την υπήκουσα εις την θέλησίν της, δεν άφησε πλέον τον σκλάβον διά να μου φέρη καμμίαν είδησιν δι' αυτήν.

Οπούχε χίλιαις πέρδικες κλεισμέναις κ' ελαλούσαν Ήφεραν και μια πέρδικα, πέρδικα πλουμμισμένη. Οπού την εκυνήγησανταις στάναις του Λιακάτα Κι' όλαις αι πέρδικες λαλούν, κ' εκείνη δε λαλούσε. — Δέσπω, γιατί δε μας μιλάς, γιατί είσαι κακιωμένη; Έμπα και στρώσε τον οντά, άλλαξε τα στρωσίδια.

Όλη νύκτα εκλαίαμε γονατιστοί εις το προσκέφαλό της και της εφιλήσαμε χέρια και πόδια, κι' ούτε μας αποκρίνουνταν, ούτε γύρισε να μας δη. Εφοβούμεθα πως είνε κακιωμένη μαζί μας. Επειτα ήλθαν δύο γιατροί και μας είπαν ότι είχε τρελλαθή. Τους γιατρούς εσυντρόφευεν ο αστυνόμος.

Η γριά, ακούοντας τα λόγια της αγγονιάς της, άρχισε να σταυροκοπιέται, ενώ τα δάκρυα της ανέβαιναν από την καρδιά στα μάτια, η τσιούπρα στέκονταν κακιωμένη, κι' η υπηρέτρα έφερε τα μπρικολίγενα να νιφτούν.

Εγώ το καταλάβαινα. «Μοσχαδώ, σου το είπα, στιγμή δεν μπορείς να κάνης χωρίς εμένα». Κ' εκείνη θύμωνε μαθές, Θεός σχωρέσ' την, μέρα που είνε και μούλεγε: «Την όρεξί σου έχω...» κ' έφευγε τάχα κακιωμένη. Και πάλι να σου την! Όταν τελείωνα τη δουλειά, με λυπότανε κάποτε και μούλεγε: «Δεν πας και συ μαθές, Αποστόλη, στον καφενέ, να ξεσεκλετισθής, να πάρης τον αέρα σου.

ΑΝΝΟΥΛΑ Δεν ξέρεις, γιαγιά μου, πως δεν αγαπώ τον ύπνο : Εγώ δεν είμαι καμωμένη για να κοιμάμαι πολύ. Έπαψα να είμαι κακιωμένη μαζί σας, πατέρα μου. Κι ας μου κάματε τόσο κακό... ΦΙΝΤΗΣ Το μάλωμα δεν είναι κακό. Είναι μάθημα, Πρόσεξε άλλη φορά. ΑΝΝΟΥΛΑ Δε μιλώ καλέ για το μάλωμα. Το κακό που μου κάματε είναι άλλο.

Έβγαλε το λαρύγγι του. — Μοσχαδώ, άνοιξε, σου λέω. Κακιωμένη είσαι πάλε. Άνοιξε. Η φωνή του είχε γίνει τρυφερώτερη, λιγωμένη: — Άνοιξε, Μοσχαδώ. Τίποτε. Το σκυλί μονάχα έτρωγε το ξύλο με τα δόντια του. Γαβ! Γαβ! Ο γέρος άρχισε τα κλάματα. Σε λίγο σωριάστηκε κάτω στο χώμα. Πηδήματα βαρειά ακούστηκαν από μακρυά στο καλντερίμι. Ο Μπαρμπα- Δημητρός ανασήκωσε το κεφάλι και ξανάπεσε πάλι.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν