United States or Serbia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εάν λοιπόν ευαρεστήσαι, μη μου αποκρύψης την ιδέαν σου, αλλά πάλιν επανάλαβέ μου καθαρά εξ αρχής, τι επί τέλους πράγμα είναι το ευσεβές, είτε αγαπάται από τους θεούς, είτε άλλην οποιανδήποτε ιδιότητα έχει. Διότι περί αυτού, να είσαι βέβαιος, δεν θα διαφωνήσωμεν. Εμπρός λοιπόν, ειπέ μου με προθυμίαν, τι πράγμα κατ' ουσίαν είναι το ευσεβές και το ασεβές. Ευθύφρων.

Ο δε Αμπτούλ μένοντας ακόμη μερικές ημέρες εμίσευσε διά την Μπάσραν μαζί με την γλυκυτάτην του Δαρδανέ, συντροφευμένοι από αρκετούς στρατιώτας του Καλίφη, έως που εφθασαν εις το σπήτι του, και εκεί επανάλαβε τον πλούτον του, και τον εχάρη έως το τέλος της ζωής του.

Ονόμασε την Κλεοπάτραν όπως την ονομάζουν εις την Ρώμην· επανάλαβε τας σκωπτικάς φράσεις της Φουλβίας, και επίπληξε τα σφάλματά μου με την παρρησίαν εκείνην μεθ' ης ομιλεί η αλήθεια και η κακεντρέχεια· διότι όταν παύση πνέων ο ζωογονών ημάς άνεμος της αληθείας, τότε φύονται εν ημίν χόρτα άγρια, μόνος δε των ημετέρων σφαλμάτων ο έλεγχος καλλιεργεί την ψυχήν ημών. Άφες με δι' ολίγον.

Ο Μόχογλους άρχισε ν' απαγγέλη με τόνον ιερατικής ευχής: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Ο Σιφογιάννης επανάλαβε: Τούρτουρος και τουρτουρίνα! Κιο Μόχογλους εσυμπλήρωσε: Και μεγάλη Τουρκαρίνα! Αφού επανάλαβε και τη δεύτερη φράση ο χωρικός, ο Αγάς του είπε: — Αγνάντισες εδά, μωρέ, είντα γίνηκε; Με δειλό νεύμα φανέρωσε ο Σιφογιάννης πως δεν κατάλαβε. — Θα σου το πω, εγώ, είπεν ο Μόχογλους. Ετούρκεψά σε.

Αλλά καλύτερα, εάν δεν σου είναι οχληρόν, επανάλαβε αυτά πάλιν εξ αρχής με ολίγους λόγους, διά να μας εντυπωθώσι βεβαιότερα. Σωκράτης Αυτό θα γίνη. Το αντικείμενον των λόγων, τους οποίους είπον C. | χθες περί πολιτείας, ήτο τούτο: ποία πολιτεία και από ποίους άνδρας αποτελουμένη θα μοι εφαίνετο ότι είναι η αρίστη .

Αλλοίμονο, επανάλαβε ο Αγαθούλης, θυμούμαι, πως έχω ακούσει να λέη ο διδάσκαλος Παγγλώσης, ότι τον παλιό καιρό παρόμοια γεγονότα έχουνε γίνει και οι τέτοιες μίξεις γεννήσανε τους αιγιπάνες, τους φαύνους, τους σατύρους, που πολλοί μεγάλοι άντρες της αρχαιότητας τους είχανε δει. Μα τα νόμιζα όλ' αυτά παραμύθια.

Επείσθης ότι σου θέλω το καλόν σου; — Με την ψυχήν μου, είπεν ο Γύφτος. — Και δεν δύναμαι να σου φέρω ποτέ δυστυχίαν; — Βέβαια. — Λοιπόν διστάζεις; — Όχι. — Τι σοι είπεν ο Θεόδωρος χθες; — Ό,τι τον επρόσταζεν ο άρχων μου. — Ώστε ενόησες πολύ καλά; — Βέβαια. — Επανάλαβε ό,τι σοι είπε, διά να ίδω αν ενόησες.

Μόλις είχα πουληθή, αυτή η πανούκλα, πούχε κάμει το γύρο της Αφρικής, της Ασίας, της Ευρώπης, έπεσε στο Αλγέριο με μανία. Έχετε δει σεισμούς· αλλά, δεσποινίς, πάθατε ποτές πανούκλα; — Ποτές! απάντησε η βαρωνέσσα. — Αν την παθαίνατε, επανάλαβε η γριά, θα ομολογούσατε, πως είναι πολύ χειρότερη από ένα σεισμό. Είναι πολύ συνειθισμένη στην Αφρική· κόλλησα.

Επανάλαβε το τραγούδι τέσσερις πέντε φορές, και νόμισε πως το κεφάλι του άδειασε λίγο πολύ λίγο, όμως, γιατί οι είκοσι χιλιάδες του μάγειρα και τα σαρανταπέντε του χρόνια τον σφίγκανε και τον πιέζανε τόσο ακόμα. Πάνω στο κατάστρωμα της πλώρης οι κληρωτοί πλαίνανε τα ρούχα τους, και πίσω από τις βουνοκορυφές βασίλευεν ο ήλιος και χρύσωνε τα βουνά.

Αλλά, επανάλαβε ο Αγαθούλης, να μια περιπέτεια πολύ ολίγο αληθοφανής, που μας έτυχε στη Βενετία. Δεν έχει ποτές ακουστή ή ειπωθή, πως έξι βασιλιάδες ξεθρονισμένοι δειπνήσανε μαζί σε μια ταβέρνα. Αυτό δεν είναι περισσότερο παράξενο, είπε ο Μαρτίνος, από τα περισσότερα πράγματα, που μας συμβήκανε. Είναι πολύ κοινό πράγμα να ξεθρονίζονται βασιλιάδες.