United States or Finland ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάμε λοιπόν το θάμα σου· κάμε το, τι κάθεσαι; εβρυχόταν τρέμοντας ολόκορμος. Εγώ από ψηλά έβλεπα κάτω κ' ετρόμαζα περισσότερο του καπετάνιου το κάμωμα παρά των στοιχείων τη λύσσα. Τόρα δεν ήταν έξω αλλά μέσα στο καράβι ο δαίμονας. Δαίμονας ο θυμός που έσπρωχνε τον Δρακόσπιλο να κριματίση, να κηρύξη πόλεμο στον δυνατόν προστάτη του ναυτόκοσμου.

Άναψε και το καντήλι· άναψέ τα όλα στη χάρι του. Ήθελε να δωροδοκήση τον άγιο, να τον βάλη μεσίτη και σωτήρα στον άφευκτό μας καταποντισμό. Αλλά του κάκου! Ο άγιος, δεν εμεσίτευε. Δεν ήθελε να μας σώση. Ο χιονιάς όλο κ' εδυνάμωνε. Η θάλασσα εβρυχόταν και άφριζε κ' ετίναζε τα κύματά της ένα με το άλλο απάνω μας. Ήμουνα μούσκεμα και δεν ήξευρα αν ήμουν από τη θάλασσα ή από τον ουρανό.

Και μόνον η ομίχλη αδιάφορη, ασυγκίνητη επίμενε να πυκνώνη τους ατμούς κρύους και να τυλίγη, να τυλίγη τα τόσα τέρατα που εβρυχόταν περίτρομα στους κόρφους της. Άξαφνα βλέπω κάτω και γνωρίζω ασημοστρωμένη τη θάλασσα. Μπουλούκι θαλασσοπούλια επέταξαν, λέγεις από την πλώρη μας, ετεντώθηκαν γραμμή ολότρεμη, εξύρισαν με το φτερό τα νερά, εχάθηκαν πέρα σαν μαύρο φείδι μακρύτατο που φεύγει τη φωτιά.

Πέρα βαθειά ο Ιορδάνης εστέναζε μέσα στη χαλικοστρωμένη κοίτη κ' ετάραζε προσμένοντας με ανυπομονησία και τρόμο το ένθεο κορμί που θ' άγιαζε τα νερά του. Δεξιά στη χούνη που την εσκέπαζε σκοτεινιά και φρίκη, σαν κατάρατο πνεύμα εβρυχόταν η Νεκρή Θάλασσα, λέγεις και είχεν ακόμη στοιχειά μέσα τις κακές βουλές και τ' ανόσια καμώματα εκείνων που εκατοικούσαν άλλοτε τα Σόδομα και τα Γόμορα.