Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Μαΐου 2025
Και σα δεν έκρενα εγώ ακόμα, άρχεψαν να ξανατηράν την εικόνα αυτοί και να λεν : — Ο Γεώργιος; οι γερόντοι. — Τι Γεώργιος και τι Σουλτάνος μου λέτε... Ο βασιλιάς των Ηπειρωτών είνε τούτος. Οι αρβανίτες ούτε μίλησαν τότες. Εμούδιασαν κ' οι γερόντοι. Κι αυτός ο Ζώης ο Αζώηρος, ο καφετζής, οπ' ούτε αυτός είξερε τι αξετίμητην εικόνα είχενε τόσα χρόνια μέσα 'ςτο σπίτι του.
Είχα πάρει, — θυμάμαι σαν τώρα — , το τραγούδι που λέει, πως ένα παλληκάρι γυρνώντας νύχτ' από τον πόλεμο που πολεμούσε κι από τη βίγλα που φύλαε, έπεσε να βρη λίγον ύπνο στην αγκαλιά της αγάπης του, κι αυτή μόλις χάραξε η ανατολή κι άρχεψαν τους κελαϊδισμούς η πέρδικες και τ' αηδόνια, του φώναζε να τον ξυπνίση, ν' αγκαλιάση το κυπαρισσένιο της το κορμί και να φιλήση τον αμάλαγο κόρφο της και τον παρθενικό λαιμό, πούτον άσπρος σα χιόνι και δροσερός σαν το κρυόνερο πώρχεται από τα κορφοβούνια.
— Ούδ' εγώ τη θυμάμαι, είπε κι ο Γιάννης ο Αρβανίτης. Δεν ηξέρω αν ακόμα τη θυμούνται οι αγωγιάτες μου, όμως εγώ δε θά τηνε ξεχάσω ποτέ, μου φαίνεται, γιατ' ακριβά τήνε πλέρωσ' αργότερα μ' αρρώστια τρίμηνη 'ςτο στρώμα. Απόδειπνα άρχεψαν, άλλες κουβέντες οι αγωγιάτες. Είπαν τα χωριανικά πρώτα.
Και σα δεν έκρενα εγώ ακόμα, άρχεψαν να ξανατηράν την εικόνα αυτοί και να λεν: — Ο Γεώργιος; οι γερόντοι. — Τι Γεώργιος και τι Σουλτάνος μου λέτε ... Ο βασιλιάς των Ηπειρωτών είνε τούτος. Οι αρβανίτες ούτε μίλησαν τότες. Εμούδιασαν κ' οι γερόντοι. Κι' αυτός ο Ζώης ο Αζώηρος, ο καφετζής, οπ' ούτε αυτός είξερε τι αξετίμητον εικόνα είχενε τόσα χρόνια μέσα 'ς το σπίτι του.
Άνθρωποι του Παλατιού μας σήμερα θα διαλαλήσουν 'Σ το λαό τον ορισμό μου. Ας ερθούν τα παλληκάρια, Ένας το νερό ν' αρχίση το χτιστό, το Κάστρο ο άλλος. Κι' αύριο ως που να γείρη ο ήλιος, πρώτος όποιος τους σκολάση Ταίρι σου να γίνη εκείνος Άρχεψαν τα παλληκάρια. Κείνος πώχτιζε το Κάστρον, ως το μεσημέρι απάνου Έτοιμα, πελεκημένα αράδιασε τα μάρμαρά του. Μάρμαρα βαριοκομμένα, χάλαρα θεόρατα.
— Ουδ' εγώ τη θυμάμαι, είπε κι ο Γιάννης ο Αρβανίτης. Δεν ηξέρω αν ακόμα τη θυμούνται οι αγωγιάτες μου, όμως εγώ δε θα τηνε ξεχάσω ποτέ, μου φαίνεται, γιατ' ακριβά τήνε πλέρωσ' αργότερα μ' αρρώστια τρίμηνη 'ςτό στρώμα. Απόδειπνα άρχεψαν άλλες κουβέντες οι αγωγιάτες. Είπαν τα χωριανικά πρώτα.
Είχα πάρη, — θυμάσαι σαν τώρα —, το τραγούδι που λέει, πως ένα παλληκάρι γυρνώντας νύχτ' από τον πόλεμο που πολεμούσε κι από τη βίγλα που φύλαε, έπεσε να βρη λίγον ύπνο στην αγκαλιά της αγάπης του, κι αυτή μόλις χάραξε η ανατολή κι άρχεψαν τους κελαϊδισμούς η πέρδικες και τ' αηδόνια, του φώναζε να τον ξυπνίση, ν' αγκαλιάση το κυπαρισένιο της το κορμί και να φιλήση τον αμάλαγο κόρφο της και τον παρθενικό λαιμό, πούταν άσπρος σαν χιόνι και δροσερός σαν το κρυόνερο πώρχεται από τα κορφοβούνια.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν