Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Έπειτα γονατίζει κάτω από τάφυλλα κλαδιά της φλαμουριάς και φιλεί την πέτρα, όπου είναι γραμμένο τόνομα του αγαπημένου της. Ήσυχα κ' επίσημα, σα να έκανε κάποια ιερουργία μπροστά σε πολλούς ανθρώπους, περνά το κορδόνι στο λαιμό, ανοίγει το φόρεμά της και βάζει κοντά στο στήθος της το ιερό χώμα.

Τον Ροΐδην, ήρωα του Αττικού πνεύματος, ύμνησε και ο Σουρής εις τους ωραίους στίχους τους οποίους έγραψε την επομένην του θανάτου του: Μία πένθιμη ρίμα στου Ροΐδη το μνήμα. Ο Μώμος, που μας πείραξε με το δικό σου στόμα, τρις γέλασε, τρις έκλαψε στου τάφου σου το χώμα,

Σωρεύτε χώμα τώρα επάνωτον ζωντανόν καιτην απεθαμένην, όσον απ' το σιάδι τούτο να μορφώσετ' όρος, 'πού με την κορυφήν του να υπερβή το αρχαίον Πήλιον ή την γαλάζιαν κεφαλήν του Ολύμπου. ΑΜΛΕΤΟΣ Δεν είναι τούτη ευχή καλή.

Οι Πλαταιείς ιδόντες το σχέδιόν των διαλυόμενον την μεν εργασίαν διέκοψαν, ανοίξαντες δε υπόνομον εκ της πόλεως μέχρις υποκάτωθεν του προχώματος κατ' εικασίαν ήρχισαν πάλιν να σύρουν προς εαυτούς το χώμα.

Περνάνε, φεύγουνε μακριά, Κι' ακούγονταν ακόμα Εκείνο το τραγούδι τους... 'Σταίς φλαμουριαίς εμβήκα, Σε λόγκο, λόγκο απέραστο. Εκεί το τέλος 'βρήκα Απ' τον Παράδεισο. Σιμάτης Κόλασις το χώμα . . . . Εκ του χάσκω, χαίνω. Ο κενός, άπειρος και χαίνων τόπος.

Τρεις μήνες και θα μ' έχης κοντά σου, και ποιος θα σε πιάνη πια τότες! Αρετ. Σαφίνω, γλυκό μου σπιτάκι, και σεις λουλούδια και βότανα που γλυκοπότιζα, μαραθήτε πια τώρα και σεις, σαν κ' εμένα που με ξερρίζωσαν από το πολυαγαπημένο μου χώμα να με φυτέψουνε στάχαρο το περιβόλι της ξενιτειάς. Δέσπω.

Ακόμα δεν παραταχτήκανε ν' αρχίσουν τις σαϊτιές, και τι να δουν εκεί μπροστά τους, ξαπλωμένο στο χώμα! — Το Βασιλιά τους! Σηκώσανε μεγάλο κακό. Τόσο μεγάλο, που μαθεύτηκε αμέσως κι από τάλλο το μέρος, πως σκοτώθηκε ο Βασιλιάς της Αθήνας, και βλέποντας οι εχτροί πως βγήκε εναντίο τους η προφητεία, το ρίξανε στο φευγιό, πρι να προφτάσουν οι Αθηναίοι να τους τινάξουνε μήτε σαϊτιά.

Ούτε το χαμομήλι Ούτε η χολάτη η κυκλαμιά. Ολόγυρά του σπλόνοι Και δρακοντιαίς φαρμακεραίς. 'Σ το χώμα κάπου κάπου Σπαρμένα ραχοκόκκαλα, που τάχε ξεσαρκώση Ο τραπεζίτης του σκυλιού, του κόρακα το νύχι, Εσέποντο χωρίς ταφή.

Διαμάντη, τι με θέλεις; Πώς άφησες το σκοτωμό και πώς με την Αστέρω Μου πέρνεις τα πατήματα;... — Θανάση;.. Με γνωρίζεις.. Δεν παρακάλεσα ποτέ... Κ' εμπρός σου... γονατίζω. — Πες μου, τι θέλεις;... γρήγορα.. — Αυτό το έρμο χώμα Αν ήν' αλήθεια παγαπάς, Θανάση... γλύτωσέ το... — Σου φαίνεται να δείλιασα; — Φύγε, Θανάση, φύγε. — Μη φαρμακεύης, γέροντα, το ψυχομάχημά μου.

Εις διάστημα πάλιν άλλων δέκα ημερών από τα Αύγιλα είναι άλλος λόφος άλατος, και ύδωρ, και φοίνικες καρποφόροι πολλοί, ως εις τους άλλους· άνθρωποι επίσης κατοικούσιν εις αυτόν οίτινες καλούνται Γαράμαντες, έθνος μέγα και ισχυρόν. Ούτοι ρίπτουσι χώμα επί του άλατος και τοιουτοτρόπως σπείρουσιν. Η συντομωτάτη οδός μεταξύ αυτών και των Λωτοφάγων είναι τριάκοντα ημερών.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν