United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Χαίρονταν που ξαναϊδώθηκαν, ελυπόνταν όταν χωρίστηκαν, επονούσαν, κάτι ήθελαν, δεν ήξεραν τι θέλουν. Τούτο μονάχα ήξεραν: ότι τον έναν τον αφάνισε το φιλί και την άλλη το λουτρό. Τους ξάναβε όμως περισσότερο κ' η εποχή. Άνοιξης ήταν πια τέλος κι' αρχή του καλοκαιριού κι όλα στον καιρό τους· τα δέντρα γεμάτα καρπούς, οι κάμποι όλο σπαρτά.

Μολαταύτα το τελευταίο του φρούριο το Κάρχαιξ αντέχει ακόμη, γιατί δυνατά είναι τα τείχη του, και δυνατή είναι η καρδιά του γυιού του, του Καερντέν, του καλού ιππότη. Μα ο εχθρός τους τσιτώνει ολοένα και πεινάνε: θα μπορέσουν να βαστήξουν πολύ ακόμη;» Ο Τριστάνος ρώτησε πόσο μακρυά ήτανε το φρούριο του Κάρχαιξ. «Άρχοντα, δυο μίλλια μοναχά». Χωρίστηκαν και κοιμήθηκαν.

Αν πίσω από το παραπέτασμα δεν ιδήτε τότε ό,τι σας είπα, το κορμί μου να κάψετε, Άρχοντες!» Ο Αντρέ, ο Γκοντοΐν, και ο Ντενοαλέν, πιάστηκαν ποιος πρώτος θάχε τη χαρά να ιδή αυτό το θέαμα. Στο τέλος συνεφώνησαν υπέρ του Γκοντοΐν. Χωρίστηκαν. Την άλλη μέρα, την αυγή, ήθελαν πάλι συναντηθή. Την άλλη μέρα την αυγή, ωραίοι Άρχοντες, φυλαχθήτε τον Τριστάνο!

Χωρίστηκαν κ' οι Επαρχίες κ' έγιναν ως εκατό δεκάξη, και της καθεμιάς ο άρχοντας είχε χρέη μονάχα πολιτικά, δικαστικά κ' οικονομικά.

Οι νέοι χωρίστηκαν βιαστικά μ' ένα ξεφωνητό γεμάτο από λύπη και οργή. Ο Δημητράκης τα σάστισε, σα να τον πιάσανε κλέφτη σε κάποιο πολυάκριβο καρπό. Κατακόκκινος έρριξε κάτω τα μάτια του κ' έκανε πως ψάχνει, πασπατεύοντας τις τσέπες του για να κρύψη τη ντροπή. Η Ελπίδα όμως συνήρθε γρήγορα κ' έβαλε τα γέλοια και τα ξεφωνητά, θέλοντας να χύση γύρωτριγύρω τη χαρά της.

Αποκρίνεται ο Θοδορίχος πως ήθελε μερικούς μήνες ακόμα για ναναπαυτή κι αυτός και το στράτεμά του. Έπειτα του πρότεινε πράματα που δεν μπορούσε ο Πρέσβης να τα παραχωρήση δίχως του Αυτοκράτορα την άδεια, κ' έτσι χωρίστηκαν άπραγοι. Ο Σαβινιανός ως τόσο τοίμαζε το στρατό του.