Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025


Δύο ημέρες υστερότερον μου έδωσεν αυτή άλλη μία σακκούλα φλωριά, και μου είπε. Ξαναγύρισε εις τον Ναμαράν, και έπαρε άλλα τρία κομμάτια μεταξωτά, και δος του πάλιν όσα σου ζητήση. Εξαναπήγα το δεύτερον εις τον αυτόν Ναμαράν, ο οποίος με εδέχθη με πολλήν ευγένειαν, και αγροικώντας το ζήτημά μου, έφερε διάφορα κομμάτια μεταξωτά χρυσά πολλά ωραία.

Τα σεβότανε τώρα εξαιρετικά και τα φανταζότανε να γιαλίζουν όπως και τα χρυσά γαλόνια των ξένων αξιωματικών., Ορίστε η μαλακιά φωνή της κλαπαδόρας, και ο λυγερός τόνος της κορνέττας, και τα καναρίνια που λέγονται κλαρίνα, και η πλατειά φωνή των μπάσσων, κι' αυτά που σχίζαν την ηχώ σα μαχαίρια πλατολέπιδα τρομπόνια, και οι βραχύφωνες τρόμπες, και το ευφώνιο με τον επίσημο τόνο, και το πίφυρο κελαϊδιστό, και η γραν-κάσσα βάρβαρη μα απαραίτητη, και το ταμπούρρο άτακτο παιδί γεμάτο θόρυβο.

Όταν ψελλίσασα σεμνώς και ευλαβώς το «Άι-Βασίλη μουαπεκοιμήθη, τότε όντως ωνειρεύθη ιδούσα λαμπροφορεμένον, ως έλεγε κατόπιν, τον Άγιον Βασίλειον, με την ασκητικήν μορφήν του την ωχράν και τον βαθύν μαύρον του πώγωνα κόπτοντα από το χρυσούν του φελλόνιον τεμάχια χρυσά και μοιράζοντα εις τους πτωχούς, από τα οποία έδωσε και εις αυτήν έν με αδάμαντας στολισμένον· αλλά τώρα δεν ωνειρεύετο το Χρυσώ.

Πράγματι γι' αυτόν η παραμορφωμένη φάτσα του Ριχάρδου είχε τόσην αξία όσην η ερασμιότης της Ιουλιέττας· βάζει το σάλι του ριζοσπάστη δίπλα στα μεταξωτά του λόρδου και παρατηρεί τις σκηνικές εντυπώσεις που θα κάνη το καθένα· την ίδια ευχαρίστηση αισθάνεται με τον Κάλιμπαν που αισθάνεται με τον Άριελ· την ίδιαν από τα κουρέλια κι από τα χρυσά φορέματα κι αναγνωρίζει την καλλιτεχνικήν ομορφιά της ασχήμιας.

Αυτού, τα χρυσά έπη Εμψύχωνες εκείνον, Δι’ ου τα νέφη εσχίσθησαν Και των άστρων εφάνηκεν Η αρμονία. Ω κατοικία Ζεφύρων, Όταν αλλού του ηλίου Καίουν τα βουνά η ακτίνες, Ή τον χειμώνα η νύκτα Κόπτη τας βρύσεις· Εσύ ανθηρόν το στήθος σου, Φαιδρόν τον ουρανόν Έχεις, και από τα δένδρα σου Πολλή πάντοτε κρέμεται Καρποφορία.

Κι' εκεί που διαλογίζεται, στο νου της αποράει, Με καταισκύνη κι εντροπή, το τι έπαθε μετράει. 60 Της φανερόνεται ομπροστά το Ψέμα στολισμένο Από πετράδια λογιαστά, και στα χρυσά ντυμένο· Πλαστή ήταν όλη η φορεσιά, κι' από γιαλιά γιομάτη, Ωστόσο εφάνταζε πολύ, κι' εγέλαε το μάτι.

Και πώς, κύριοι, έτσι θα φύγετε, χωρίς να ιδούμεν τα χρυσά σας μούτρα; — Αλλά, κυρία μου, απαντά είς των νέων, ον είχε φαίνεται περισσότερον προσβάλει ο απρεπής του προσώπου του χαρακτηρισμός, τα μούτρα μας έχουν, βλέπετε, μουτσούναις, και ο αμαξάς μας μας είπεν, ότι είμεθα ελεύθεροι να μη ταις 'βγάλωμεν.

Κι' οι άλλοι μόλις έφτασαν στου βασιλιά Αγαμέμνου, όλοι τους όρθιοι με χρυσά ποτήρια τους κερνούσαν 670 οι πρόκριτοι άλλος απ' αλλού και γύρεβαν να μάθουν. Και πρώτος ο αφέντης γιος τους αρωτάει τ' Ατρέα «Έλα, Δυσσέα ξακουστέ, των Αχαιώνε αθέρα, πες μου, Τι, θέλει απ' τη φωτιά να σώσει τα καράβια, ή όχι κι' η περήφανη καρδιά του βράζει πάντα675

Ας είναι, απεκρίθη ο Αμπτούλ, οπόταν σωθή αυτός, θέλω προστρέξει εις εκείνον που τώρα θέλω σου δείξει· και έτσι τον έκαμε να περάση εις μίαν άλλην σάλαν πλέον φωτεινωτέραν, εις την οποίαν ήτον πολλότατες μαξιλάρες από χρυσά μεταξωτά, κεντημένες με πλήθος μαργαριτάρια, και διαμάντια· εφαίνονταν ομοίως εις την μέσην άλλη μία λεκάνη, όχι τόσον μεγάλη ωσάν την άλλην, μα μικρότερη, αλλά εις την τιμήν πολλά πλουσιώτερη, η οποία ήτον γεμάτη από ρουμπίνια, διαμάντια, σμαράγδια, και κάθε λογής πέτρες πολύτιμες.

Και τότες ο Δυσσέας στη Χρύσα ζύγωνε μαζί με τα σφαχτά τ' Απόλλου.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν