Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Ιουνίου 2025


Ως τόσον, ακούμβησεν αφελώς την λευκήν και τόσον απαλήν χείρα της εις τον ώμον του νέου, όστις ανετριχίασεν όλος εις την επαφήν, κ' επέβη εις την μικράν βαρκούλαν. Εκείνος ηκολούθησε κατόπιν της, και λαβών την κώπην, ήρχισεν αδεξίως ν' αβαράρη. Αλλ' αντί ν' απωθήση τον μώλον, απώθησεν αριστερά τον πυθμένα, και ούτω η βάρκα εδιπλάρωσε κ' εκτύπησεν ελαφρώς εις μίαν των πετρών του μώλου.

Νέα ποιμενίς διέβη μετ' ολίγον προ αυτού, έχουσα στάμνον γάλακτος επί της κεφαλής και κομβολόγιον κολλυρίων εις την χείρα.

Και δύο φοράς την εβδομάδα έπαιρνε το ραβδάκι της εις την δεξιάν χείρα και το καλαθάκι της εις τον αγκώνα του αριστερού βραχίονος, και οδηγούσα και μίαν αμνάδα και μίαν αίγα, τας οποίας έβοσκεν η ιδία, κατήρχετο από το Μεγάλο Ορμάνι, και έφθανεν εις την κρημνώδη θαλασσόπληκτον ακτήν, κ' επήγαινε ν' ανάψη τα κανδήλια της Παναγίας της Γλυκοφιλούσης.

Όσον παρέρχεται ο χρόνος, τόσον το ελεύθερον έθνος καθίσταται οίμοι! ανικανώτερον όπως δώση χείρα βοηθείας εις το δούλον έθνος. Άγγλος ή Γερμανός ή Γάλλος δύναται να είνε κοσμοπολίτης ή αναρχικός, ή άθεος ή ό,τι δήποτε. Έκαμε το πατριωτικόν χρέος του, έκτισε μεγάλην πατρίδα. Τώρα είνε ελεύθερος να επαγγέλλεται, χάριν πολυτελείας, την απιστίαν και την απαισιοδοξίαν.

Και τρέχομεν γοργοί και ασθμαίνοντες προς την γόησαν εκείνην, την τόσον επαγωγόν και οιονεί προσμειδιώσαν και καλούσαν ημάς φωτατμίδα. — Πώς; Εφθάσαμεν ήδη τόσον πλησίον της; Ναι! έν έτι βήμα, και την συνελάβομεν εις την πρώτην καμπήν της οδού. Εκτείνομεν την χείρα. . . την έχομεν, την εδράξαμεν! — Όχι· ηπατώμεθα παράδοξον οπτικήν απάτην.

Αλλά μη αρκούμενος ο γέρων εις γενικάς παρατηρήσεις και εις το κύρος της μακροχρονίου αυτού πείρας, έβαλε την χείρα εις την ζώνην και εξήγαγε δύο ή τρία πεπαλαιωμένα οστά, εφ' ων μοι εδίδαξε την ανάγνωσιν των σημείων εν πρωτοτύπω. Εκ της διδασκαλίας εκείνης επορίσθην τα εν τω αποσπάσματι τούτω του στιγουργήματός μου καταχωρισθέντα.

Ενθυμούμαι ότι ευρέθην κείμενος επί του στρώματος, ύπτιος, ασθμαίνων• και, άνωθέν μου, κλίνων την κεφαλήν ο πατήρ μου μ' ερράντιζε με ύδωρ ψυχρόν. Ενθυμούμαι ότι ησθάνθην βάρος επί του στήθους πολύ, και τότε μόνον συλλογισθείς τον σάκκον έφερα την χείρα εις τον κόλπον μου και τον εσήκωσα από το στήθος. Ενθυμούμαι το μειδίαμα του πατρός μου, ότε τω παρέδωκα τον σάκκον.

Εκραύγασεν ολίγον ωργισμένος ο Κομποδήμος· και εκένωσεν άλλο ποτήριον, σπογγίζων με την χείρα τους μύστακάς του κατόπιν, διότι είχε πληρωθή φαίνεται ο στόμαχός του ο λαίμαργος και εχύνετο πλέον και απέξω το ευφρόσυνον ποτόν, το οποίον έλαμπεν εν τω ποτηρίω εκεί εις την φλόγα της πυράς ως απόσταγμα βυσσίνων. — Να σ' πω όμως, κολλήγα. Είμαι και ασφαλισμένος, Μη κυττάζης.

Όχι, είπεν η Αϊμά, υπερνικώσα την φρίκην αυτής· θα μοι είπετε διά τους γονείς μου; — Θα σοι είπω όσα ειξεύρω διά σε, απήντησεν η μοναχή. — Διά τους γονείς μου; επανέλαβεν η Αϊμά. — Και διά τους γονείς σου, αν ειξεύρω. — Λοιπόν ακούσατε, μήτερ μου, είπεν η νέα, και συνέσφιγγε πάντοτε την καρδίαν της με την αριστεράν χείρα.

Και έλαβε την χείρα της γραίας, ψυχράν, ως από μολύβδου. Δεν ήτο εκ των συνήθων η έκπληξις αύτη.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν