Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025
Ένας γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο, τυφλό. Θεραπεύοντας τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι, γιατί είχε αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι’ είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός. Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.
Μα αφού σε πάει και στ' αρχηγού σε μπάσει την καλύβα, έννια σου, δε σε σφάζει πια μηδ' άλλους δε θ' αφίσει· 185 τυφλός δεν είναι ή άμιαλος μηδ' άσεβος ν' αγγίξει άντρα που χάρη του ζητάει γονατιστός μπροστά του.» Έτσι είπε η ανεμόποδη θεά και φέβγει πίσω.
Ένας γέρος ενάρετος και φτωχός, συμμορφούμενος με χρησμό, συναντά τον Πλούτο, τυφλό. Θεραπεύοντάς τον γίνεται πλούσιος, όπως και άλλοι ενάρετοι, γιατί είχε αποκατασταθή η πρέπουσα τάξη κι’ είχε σταματήσει η ανηθικότητα που κυριαρχούσε πριν, όταν ο Πλούτος ήταν τυφλός. Ολόκληρη η πλοκή διαπνέεται από καυστικώτατη σάτυρα. Μεταφραστής ο Μ. Αυγέρης.
Εγώ είμαι ένας πραγματευτής από την Μπάσραν, και είχα υπανδρευθή με μίαν ωραιοτάτην κόρην, που ο κόσμος δεν είχε παρομοίαν· πηγαινόμενος εις ένα ταξείδι την άφησα εις την επίσκεψιν του αδελφού μου, που είνε ούτος ο τυφλός.
Πλησίον εκεί που της πόλεως εκάθητο Βαρτίμαιος ο τυφλός, ο υιός του Τιμαίου, επαιτών μετά τινος συντρόφου της δυστυχίας του, και καθώς ήκουσαν τον θόρυβον του πλήθους του διερχομένου, και ερωτήσαντες έμαθον ότι Ιησούς ο Ναζωραίος παρέρχεται, έκραξαν μεγάλη τη φωνή, «Ιησού, υιέ Δαυίδ, ελέησον ημάς»· Το πλήθος απεδοκίμασε την κραυγήν ταύτην ως αναξίαν της μεγαλειότητος Εκείνου όστις έμελλε τανύν να εισέλθη εις Ιερουσαλήμ ως ο Μεσσίας του έθνους Του.
Σκιαί του Ιλλήλ και του Σαμμαΐ! είς τυφλός επαίτης, φύσει αμαθής, αιρετικός, ετόλμα να τους διδάξη, αυτούς! «Εν αμαρτίαις συ εγεννήθης όλος, και συ διδάσκεις ημάς; — Και εποίησαν αυτόν αποσυνάγωγον». Αλλ' ο Ιησούς δεν παρέβλεψε τον πρώτον ομολογητήν Του. Εύρε τον άνθρωπον, και λέγει αυτώ, «Πιστεύεις εις τον Υιόν του Θεού;» — «Και τις εστι, Κύριε, ίνα πιστεύσω εις Αυτόν;»
Και να που άρχισε η ομίχλη να διαλύεται∙ κηλίδες χρυσαφένιων δασών έκαναν την εμφάνισή τους ανάμεσα σε γαλάζια ανοίγματα, και στο φρύδι της απότομης πλαγιάς, επάνω του μια ροδιά, σαν εκείνες που εξιστορούσε ο τυφλός, έγερνε τα κλαδιά της βαριά από τα κόκκινα φρούτα, ανοιγμένα, που άφηναν να πέφτουν οι μαργαριταρένιοι σπόροι τους.
Υπήρχαν το λοιπόν μίαν ημέραν τινές και είπαν της Ρεσπίνας, ότι ήταν εκεί έξ ξένοι οι οποίοι εζητούσαν να της μιλήσουν, από τους οποίους ένας ήτον τυφλός, ένας παραλυτικός, άλλος υδρωπικιασμένος, και άλλος τρελλός. Αυτή ευθύς επρόσταξε να τους φέρουν έμπροσθέν της, επειδή και αυτή η ιδία με τα χέρια της έδιδε το ιατρικό εις τον καθ' ένα, και διά τούτο όλοι έπρεπε να παρασταθούν εμπρός της.
Δεν απεφάσιζε να πιστεύση ό,τι είχεν ειπεί ο γέρων, και όμως ησθάνετο ότι έπρεπε να είνε τις τυφλός ή να αρνηθή το ίδιον λογικόν του διά να υποθέση ότι ο άνθρωπος εκείνος εψεύδετο, όταν έλεγεν «Είδα». Κατά τινας στιγμάς ο Βινίκιος ενόμιζεν ότι ωνειρεύετο. Αλλ' έβλεπε πέριξ αυτού το πλήθος σιωπηλόν.
Ολοφάνερο, όσο τυφλός κι' αν είσαι, πως τώρα οι Τρώες μπλέξανε μες στου χαμού τα δίχτια.» Είπε, και ζητωκράβγασαν με μια φωνή οι Αργίτες, τι με καμάρι τ' άκουσαν τα λόγια του Διομήδη. Τότες του κράχτη τ' απαντάει ο βασιλιά Αγαμέμνος 405 «Νιδιέ, να! ακούς και μόνος σου των Αχαιών το λόγο, τι κραίνουν· να λοιπόν κι' εγώ τα ίδια αποφασίζω.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν