United States or United States Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τι με ήθελε! δεν το καταλαμβάνεις; Ήθελε να του βάλω χρήματα . . . ν' ανοίξη καφενείον. — Μη χειρότερα. Δανεικά τα ήθελε; — Α, μπα! Ήθελε να με κάμη σύντροφον.

Κατέβην λοιπόν εις το Φάληρον, εγευμάτισα εκεί, και άμα έδυσεν ο ήλιος ετράπην με τον σύντροφόν μου προς την Μουνυχίαν, διά να διασκεδάσω θεωρούσα τα πυροτεχνήματα, τα οποία επρόκειτο να καώσι προ των βασιλικών οικημάτων επί τοις γενεθλίοις του βασιλόπαιδος Γεωργίου, όστις την 12 υπερμεσούντος συνεπλήρου το δέκατον της ηλικίας του έτος.

Με φεύγουν και αυτά διότι είμαι άσχημον, είπε το παπί, και έκλεισε τα μάτια του και επέταξε να φύγη ακόμη μακρύτερα, και έφθασεν εις ένα βάλτον, όπου εκατοικούσαν αγριόπαπιαι. Εκεί επέρασεν όλην την νύκτα κουρασμένον και καταλυπημένον. Την αυγήν αι αγριόπαπιαι εξύπνησαν και είδαν τον νέον σύντροφόν των. — Τι μέρος λόγου είσαι, το ηρώττησαν.

Και άρχισε να κολνά και ανεβαίνη εις το δένδρον και φθάνοντας τον σύντροφόν μου που ήτον παρακάτω, τον εκατάπιε και ανεχώρησεν.

Εκείνος εφάνη πολλά θαυμασμένος εις το να ιδή άνθρωπον που επίστευε να εδούλευσεν εις τροφήν των οψαριών. Έτρεξεν ευθύς διά να χαλέψη τον σύντροφόν μας, και να του δώση είδησιν του ερχομού μου εκεί, και να συμφωνήσουν την δεξίωσιν που έχουν να μου κάμουν· και ευθύς εσυμφώνησαν τον τρόπον.

Αυτός έχοντας κάποιους λογαριασμούς πολλά αναγκαίους εις την περίφημον πόλιν Σερενδίβ, με έναν πραγματευτήν σύντροφόν του, αποφάσισε διά να με στείλη εκεί προς αυτόν, διά να τους τελειώσω. Εμίσευσα λοιπόν με ένα καράβι πραγματευτάδικον από τον λιμένα της Μπάσρας που επήγαινε διά Σουράτ και Σερενδίβ.

Ανέβησαν εις το Κάστρον όπου συνήντησαν τον Αργύρην της Μυλωνούς και τον σύντροφόν του τον Γιάννην τον Νυφιώτην.

Μα στοχασθήτε την έκστασίν του, οπόταν τον έκλεισαν εκεί, να γνωρίση τον αδελφόν του τον Αδήλ διά σύντροφον της δυστυχίας του. Αφού εγνωρίσθησαν το λοιπόν αυτοί οι δυο αδελφοί αγκαλιάσθησαν, και διά πολλήν ώραν έκλαιον από την χαράν τους, που ανταμώθηκαν ανελπίστως.

Μπορώ να μη στενάξω τώρα που τέτοιαν σύντροφον μοναδική θα χάσω; Ούτε τραγούδι θ' ακουστή, ούτε χαρά θα λάμψη, ούτε στεφάνια συμποτών θα ιδούμε πια εδώ μέσα. Ούτε ποτέ την βάρβιτον θ'αγγίξω, ούτε ο νους μου θα θέλη με τον Λιβυκόν αυλόν να ξαποστάση, γιατί εσύ κάθε χαρά μαζί σου τήνε παίρνεις.

Αυτά ενόμισα «καλόν να τα κοινοποιήσω εις εσέ, την αγαπητήν σύντροφον «των μεγαλείων μου, διά να μη στερηθής ό,τι σου ανήκει «από την χαράν μου, μη γνωρίζουσα τι μεγαλείον ακόμη σε «περιμένει. Κρύψε τα αυτά εις την καρδίαν σου και υγίαινε». Ιδού που είσαι Καουδώρ και Γλάμης, και θα γείνης κι' ό,τι σου έταξαν!