Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Όταν μετά την συμφοράν επανείδε τον Πάπον, όστις εφαίνετο τόσον σύννους και σοβαρός, ώστε εφάνη ότι διά της συμφοράς είχε γείνει διά μιας ανήρ, η πτωχή Σειραϊνώ το Κουρτεσάκι, κλαίουσα, όσα δάκρυα της είχαν μείνει από τα ιδικά της παθήματα, η πρώτη λέξις την οποίαν εύρε να του είπη ήτον· — Καλά που δεν επήγες μαζί, παιδάκι μου.
Έφθασαν μετά ταύτα οι Λυδοί φέροντες το πτώμα· όπισθεν δε αυτών ήρχετο ο φονεύς. Σταθείς ούτος πλησίον του σώματος παρέδωκεν εαυτόν εις τον Κροίσον· προτείνων δε τας χείρας τον παρεκάλει να τον σφάξη επί του νεκρού, αναφέρων την πρώτην του συμφοράν και λέγων μεγαλοφώνως ότι ήτο ανάξιος πλέον να ζη αφού επέφερε την δυστυχίαν και εκείνου όστις τον εκαθάρισεν.
Όθεν επειδή ερωτών έμαθε το όνομα της πόλεως, τεταραγμένος από την συμφοράν του μάγου και του τραύματος, εσωφρόνησε, και εννοήσας τον χρησμόν είπεν· «Εδώ είνε πεπρωμένον να τελευτήση ο Καμβύσης του Κύρου.»
Μετ' ολίγον ήλθε μία γυναίκα εκ του συγγενολογίου, η οποία ανήγγειλεν ότι η χήρα η Ζερβούδαινα είχε παραφρονήση και καθ' όλην την ημέραν επανελάμβανε μίαν φράσιν: «Ντα δε σαρέσω 'γώ;» — Μπρε την κακομοίρα! είπεν ο Σαϊτονικολής. Μα τώχε κι' από πρώτα μια ολιά. Ο Μανώλης εταράχθη, το μεν εκ λύπης, διότι συνησθάνετο ότι είχε συντελέση εις την συμφοράν εκείνην, το δ' εκ φόβου.
Παρήλθε πλέον προ πολλού ο χρόνος, καθ' ον οι θνητοί ετόλμων ν' αποβλέπωσι μετ' επιθυμίας προς τας θεαίνας, αύται δε συγκατέβαινον ενίοτε εις τα παράβολα ταύτα ορμήματα, ων η επιτυχία ήτο χείρων δι' αυτούς, διότι ήσαν προωρισμένοι μόνον εις δεινοτέραν συμφοράν και σκληρότερον θάνατον.
Ούτε έφαγεν, ούτε εκοιμήθη ούτε ήγγισε καν την τρίχορδον. Τρυπωμένος μέσα εις ένα θαμνώδη σχοίνον, με την καπίτσα του, με τα τσαρουχάκια του, συνεχώς εστέναζεν, ολοφυρόμενος την απροσδόκητον συμφοράν. — Πώς τώκαμα αυτό! Πώς μου τώκαμαν αυτό! Ενώ, γύρω-γύρω, με περιέργειαν τον έβλεπον τα γαλάρια — αι γαλακτοφόροι αίγες με τους μαστούς γεμάτους, ως καρδάραις, βοσκούσαι εις τον δρυμόν.
Αμηχανία μεγίστη κατείχε τον Τυνδάρεων, να δώση ή να μη δώση την κόρην του, και εις ποίον εξ όλων να την δώση όπως διαφύγη συμφοράν.
Και αυτή, ικέτις προ εμού, θα μοι είπη:— Πατέρα μου, θέλεις λοιπόν να με θανατώσης συ; Αυτός είναι ο γάμος, τον οποίον μοι ητοίμαζες; Ω! είθε και συ και πας φίλτατός σου τοιούτους γάμους να τελέσητε. —Και ο Ορέστης μου παρών θα κλαίη χωρίς να εννοή, νήπιον ακόμη το πτωχόν. Ω, εις ποίαν φρικώδη συμφοράν μ’έρριψε του Πάριδος ο γάμος ! ΧΟΡΟΣ Τον ακούω και οίκτον δι' αυτόν αισθάνομαι.
Παραιτηθέντων των προγόνων μου από τον δεσμόν της προξενίας, τον οποίον είχαν με σας εξ αιτίας δυσαρεσκείας τινός, εγώ προσεπάθησα να επαναλάβω αυτήν με το να σας εξυπηρετήσω εις πολλάς περιστάσεις και ιδίως εις την συμφοράν την δυστυχή υπόθεσιν της Πύλου.
ΟΙΔΙΠΟΥΣ Συ, που τα πάντα δύνασαι να κρίνης, μάντι, κι όσα μπορούν να λέγωνται κι όσ’ άρρητα είναι, ω Τειρεσία, επίγεια μαζί και ουράνια, την συμφοράν που δέρνει μας αν και δεν βλέπεις, ξέρεις καλά κ’ αισθάνεσαι° μονάχα εσένα, άναξ, προστάτη ευρίσκομε στη δυστυχία.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν