Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Αίφνης, πλησίον του καταπετάσματος, μία ηχηρά φωνή εκραύγασεν: — Ειρήνη εις τους μάρτυρας! Βαθεία σιγή επεκράτει εις το αμφιθέατρον. Κατά την εποχήν του Νέρωνος, πολύ επροτιμώντο αι εσπεριναί παραστάσεις εις τους ιπποδρόμους και τα αμφιθέατρα.

Ο καπνός πνίγει τους κατοίκους οίτινες πίπτουν ασφυκτιώντες ή ορμούν εις το πυρ ως παράφρονες Η Ρώμη εχάθη, Καίσαρ! Επήλθε σιγή. Ο Βινίκιος συνοφρυωθείς έφερε την χείρα του εις το μέτωπον και εν εξάλλω παραφορά ανεφώνησε: — Άα! Αλλοίμονον εις εμέ, αλλοίμονον! Και ο νεανίας απορρίψας την τήβεννόν του, επήδησεν έξω της αιθούσης.

Ο Πέτρος εστάθη και είπε προς τον Ναζάριον: — Βλέπεις αυτήν την λάμψιν, ήτις προχωρεί προς ημάς; — Δεν βλέπω τίποτε, είπεν ο Ναζάριος. Αλλ' ο Πέτρος εκάλυψε τότε τους οφθαλμούς με την χείρα του και μετά μίαν στιγμήν είπεν: — Είς άνθρωπος έρχεται προς ημάς εν τη μαρμαρυγή του ηλίου. Εν τούτοις ο κρότος των βημάτων δεν έφθανε ποσώς εις τα ώτα των. Πέριξ επεκράτει βαθεία σιγή.

Αιωνία σιγή βασιλεύει υπ' αυτήν, και λευκός λίθινος σταυρός, προ του οποίου καίει ακοίμητος λύχνος, μαρτυρεί την ιερότητα του τόπου. Εκεί κείται τεθαμμένος ο πολύκλαυστος αδελφός μου. Εκεί διηύθυνα δακρυρροών τα βήματά μου. Τα λαμπρότερα ρόδα, τα εκλεκτότερα άνθη κοσμούσι το αναπαυτήριον αυτού. Ο κήπος ημών ήτο πολύ ατημέλητος άλλοτε.

Εις το τέλος, επειδή αι φλόγες ηύξησαν αιφνιδίως πάρα πολύ, ηνάγκασαν τον γελωτοποιόν να σκαρφαλώση ολίγον υψηλότερα εις την άλυσον διά ν' αποφύγη τον κίνδυνον. Όταν προέβαινεν εις το έργον, αποκατεστάθη και πάλιν νεκρική σιγή. Ο νάνος επωφελήθη την περίστασιν διά να επαναλάβη τον λόγον. — Τώρα, είπε, βλέπω ακριβώς ποίον είδος ανθρώπων είναι αυταί αι μάσκαι.

Την στιγμήν εκείνην ο Κρίσπος ήνοιξε τους οφθαλμούς και είδε τον Νέρωνα. Το πρόσωπόν του έλαβεν έκφρασιν τόσον αδιάλλακτον, το βλέμμα του εσπινθηροβόλησε τόσον φοβερά, ώστε οι Αυγουστιανοί ήρχισαν να ψιθυρίζουν μεταξύ των δεικνύοντες αυτόν διά του δακτύλου, και τέλος ο Καίσαρ έστρεψε την προσοχήν του προς αυτόν και επλησίασε νωχελώς τον σμάραγδον εις τον οφθαλμόν του. Έγινεν απόλυτος σιγή.

Η ώρα παρήρχετο, αλλ’ ούτε ο αδελφός μου, ούτε ο Κιαμήλ ήρχετο να δειπνήση μεθ' ημών. Η πληκτική σιγή, ην έκαστος ημών ετήρει, εκορύφωνεν ολονέν την ανησυχίαν μου, και αφού η μήτηρ ηρνείτο ν' αποκριθή εις τας ερωτήσεις των οφθαλμών μου: — Πού είναι ο Μιχαήλος, μητέρα; την ηρώτησα, διακόψας το φαγητόν. — Τώρα θα έλθη, παιδί μου, είπεν εκείνη μετά θλιβερού τόνου. — Και ο Κιαμήλης: ηρώτησα εκ νέου.

Ο Χοπ- Φρωγκ, ο οποίος ήτο δεμένος στην αλυσίδα, ανέβηκε συγχρόνως με αυτήν, πάντοτε εις την ιδίαν θέσιν με τας οκτώ μάσκας, κατεβάζοντας πάντοτε τον κορμόν του διά να ίδη τάχα ποίοι ήσαν. Όλοι οι παρευρισκόμενοι εθορυβήθησαν τόσον πολύ από την ανάβασιν, ώστε επεκράτησε νεκρική σιγή, η οποία διήρκεσε ένα λεπτόν περίπου.

Η θαυμασία της Ελβετίας φύσις περιάγει τον θεατήν από εκπλήξεως εις έκπληξιν ανά παν βήμα· γραφικαί κοιλάδες και τοπεία, μαγικαί λίμναι, δάση, αλύσσεις χιονοσκεπών ορέων, καταρράκται, παράδοξα φυσικά φαινόμενα, τέλος και προ πάντων παγερός των αλλεπαλλήλων Παγώνων κόσμος, ανακαλών την εποχήν, καθ' ην άπασα η Ευρώπη ήτο κεκαλυμμένη υπό πάγων και, ως λέγει ο Agassiz, σιγή θανάτου εβασίλευε και αι ακτίνες του ηλίου εάν έφθανον έως εκεί, εχαιρετώντο μόνον από τας πνοάς του βορείου ανέμου και από τους βρόντους των διανοιγομένων επί των πάγων ρηγμάτων.

Ενόμιζεν ότι ήκουεν εν τη σιγή της νυκτός ένα προς ένα τους λόγους του επιτιμίου και τους εδέχετο, ως τόσας μυλόπετρας κατά της κεφαλής του. Εν τη σκοτία του δωματίου του διέκρινε μαύρον σύννεφον καπνού, δυσώδες, το οποίον τον απέπνιγε. — Φέξε, θεέ μου, φέξε! έλεγεν αναπηδών έντρομος. Ούτω μετά χαράς είδε το γλυκοχάραγμα σημαδεύον την έλευσιν της ημέρας.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν