Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Του λόγου σου είσαι, ηρώτησε πλησιάσας εις αυτόν, που ξεύρεις και κτυπάς τόσον καλά τα παιδιά, 'σαν να ήσαν μουλάρια, απ' εκείνα που βοσκούσες εις την πατρίδα σου; Ο διδάσκαλος ηθέλησε κάτι να απαντήση, αλλά τόσον έτρεμεν όλος, και τόσον ετραύλιζεν η γλώσσα του, ώστε δεν ηκούσαμεν τίποτε, μολονότι σιγή βαθεία επεκράτει εις όλην την τάξιν, διότι η συγκίνησις είχε δέσει όλων μας τας γλώσσας.

Την εποχή αυτή ήρθε ένα κρυολόγημα και ξαναέρριξε τη γυναίκα μου στο κρεβάτι. Έμεινε αρκετές βδομάδες στο κρεβάτι και τις βδομάδες αυτές τις περάσαμε με φόβους. Πάλι κυρίεψε η σιγή το σπίτι. Πάλι τα παιδιά και γω καθόμαστε αμίλητοι στο τραπέζι, όπου έμενε άδεια η θέση της. Πάλι σωπάσανε οι φωνές σ' όλο το σπίτι και πάλι ήρθε η αρρώστεια και μας έκοψε τις ελπίδες.

Αλλά διά τον Σωτήρα Χριστόν η προσφιλεστέρα αναψυχή ήτο η μόνωσις και η σιγή, όπου θα ηδύνατο να είνε μόνος και ανενόχλητος μετά του Ουρανίου Πατρός Του. Νυξ εκάλυπτεν ακόμη την κοιλάδα της Γεννησαρέτ όταν, απαρατήρητος, ο Ιησούς ηγέρθη και εξήλθεν εις έρημον τόπον, κ' εκεί έδωκεν αναψυχήν εις το Πνεύμα Του δι' ησύχου προσευχής.

Ο χείμαρρος ερρόχθη, έβρυχε, και κατεφέρετο μετά κρότου, κ' εκυλίετο σχηματίζων δύο καταρράκτας, κυρίαρχος εις την σιγήν της νυκτός. Ο κρότος εκείνος ενέσπειρε φόβον εις την ψυχήν μου, ήτις ανεγνώριζε παρ' εαυτή ομοιότητα με το ρεύμα εκείνο. Εδεσπόζετο όλη από εν ύπουλον πάθος, καθώς το βαθύ ρεύμα και η σιγή της νυκτός εδεσπόζοντο από ένα δούπον υπόκωφον.

Ηκούσθη τότε εν τη σιγή της νυκτός και υπό το σκιόφως εκείνο της ημισβέστου λυχνίας ένθερμος προσευχή: Θεοί παντεπόπται και αθάνατοι, θεοί ουρανίωνες και υποχθόνιοι, οικτείρατέ με. Υμείς μόνοι βουλεύεσθε σταθεράς βουλάς, υμείς γινώσκετε αυτάς και να εκτελήτε, τα δε των θνητών είνε άστατα και αβέβαια.

Ούτω λοιπόν η παιδική του ηλικία και η νεότης του και τα πρώτα έτη της ωριμότητος αυτού παρήλθον εν ταπεινή ευπειθεία εις τα κελεύσματα του Θεού και εν ιερά σιγή, και ο Ιησούς ήτο τώρα τριάκοντα ετών.

Ογλήγορα τα χρήματα, έλεγε κ' εκτύπα τους δειλαίους μοναχούς ωχρούς και αφώνους προ του απροσδοκήτου θεάματος. — Πήγαινετο μαγειριό, Θανάση, να ετοιμάσης το λάδι. Είπε προς τον γνωστόν μας νεαρόν ληστήν ο αρχηγός, βλέπων ότι οι μοναχοί έμενον άναυδοι. Σιγή φοβερά επηκολούθησεν.

Κατόπιν το επεισόδιον του Κιθαιρώνος και τα δυστυχήματα των Θηβαίων και των Λαβδακιδών, η άφιξις του Κάδμου, η ανάπαυσις του βοός, ο φόνος του όφεως και το φύτρωμα των σπαρτών ανθρώπων και πάλιν του Κάδμου η μεταμόρφωσις εις δράκοντα, η ανέγερσις του τείχους υπό τους ήχους της λύρας, η παραφροσύνη του τοιχοποιού, η καύχησις της Νιόβης και η εκ της λύπης σιγή της.

Οι γέροντες οι οποίοι εδώ κ' εκεί επί των υψωμάτων ηπλωμένοι, εκλελυμένον και άτονον έχοντες το σώμα από του θάλποντος ηλιακού φωτός, παρηκολούθουν με βλέμμα ρεμβώδες την προ αυτών αναβράζουσαν και λαλούσαν νεότητα· οι μεσόκοποι, όσοι σταυροπόδι καθήμενοι κύκλω, αντήλλασσον διαδοχικώς κρίσεις περί του χορού κ' ελπίδας περί των ισχνών γεννημάτων των· τα παλληκάρια τα οποία όρθια πέριξ, έβλεπον εν ηδονική μέθη την πολύχρωμον εκείνην άλυσιν των χορευουσών με τας απλοϊκός εσθήτας, την αφελή κόμμωση, τ' ανδρώδη αναστήματα και τας ζωηράς μελαχρινάς μορφάς, όλοι έσπευδον κ' περικύκλωναν αυτόν εν σιγή.

Αλλά το παιγνίδιον της Τύχης και της συμπτώσεως πάντοτε τον έτερπε. Επήλθε σιγή. Ο Νέρων είχεν ανυψώσει τα χείλη, πλησιάζων αυτά εις τους ρώθωνας, πράγμα το οποίον ήτο σημείον δισταγμού. — Άναξ, ανέκραξεν ο Τιγγελίνος, επίτρεψόν μοι να εξέλθω.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν