Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Δεν μας φθάνει! . . . είπαν δύο, οι οποίοι εκάθηντο εις τα νώτα του καπνόν φυσώντος Δράκοντος, «δύο καρδίαι, είς παλμός» καθώς λέγουν. Ήσαν ο Ρούντυ και η Μπαμπέττα. Και ο μυλωθρός ακόμη ήτο εκεί. — 'Σαν αποσκευή! . . . έλεγεν αυτός. «Είμαι εδώ ως το αναγκαίον προσάρτημα». — Εκεί κάθονται οι δύο! είπεν η Νεράιδα του Πάγου.

Εδώ είναι το ποθούμενον! είπεν ο Ρούντυ, όταν εισήλθεν εις το σπίτι του μυλωθρού εν Βεξ· ετοποθέτησε κάτω εις το πάτωμα ένα μεγάλο κοφίνι και αφήρεσε το ύφασμα με το οποίον ήτο σκεπασμένον. Δύο κίτρινα με μαύρα περιθώρια γύρω γύρω μάτια επρόβαλαν γουρλωμένα, τινάζοντα σπίθες άγριες 'σάν να ήθελαν να κατακαύσουν και να δαγκάσουν δυνατά, όπου εκύτταζαν.

Ο Άγγλος της εχάρισε και ένα μικρόν βιβλίον, εις ανάμνησιν της Σιγιόν, το ποίημα του Βύρωνος: «Οι φυλακισμένοι της Σιγιόν» μεταφρασμένον εις την Γαλλικήν, διά να δυνηθή να το αναγνώση η Μπαμπέττα. — «Το βιβλίον βέβαια είναι καλόν», είπεν ο Ρούντυ, «αλλά ο κομψοκτενισμένος νέος δεν μου αρέσει

Ο Ρούντυ ήλθεν εδώ κατά το βράδυ· είχαν πολλά να ψιθυρίσουν αυτός και η Μπαμπέττα και μυστικά να 'πούν αναμεταξύ των· εστέκοντο εις τον διάδρομον εμπρός εις το δωμάτιον του μυλωθρού.

Ο μυλωθρός ήτο πλούσιος, και αυτός ο πλούτος ανέβαζε την Μπαμπέττα πολύ υψηλά, που ήτο δύσκολον να την πιάσουν. Αλλά τίποτε δεν είναι τόσον υψηλά, που να μη ημπορή κανείς να το φθάση. Αρκεί να σκαρφαλώση. Και να πέση κανείς δεν μπορεί, αν δεν το σκεφθή. Την διδασκαλίαν αυτήν την είχε ο Ρούντυ από το σπίτι του.

Πόση ωραιότης! πόση ευτυχία! έλεγαν και οι δύο. — Η γη δεν έχει να μου δώση τίποτε περισσότερον, έλεγεν ο Ρούντυ. «Μία τέτοια βραδιά είνε ολόκληρη ζωή!

Το φθάνει κανείς επί τέλους αρκεί να θέλη απήντησεν ο Ρούντυ, επειδή είναι ριψοκίνδυνο παλληκάρι. — Αλλά τον αετιδέα δεν μπορείς μόλα ταύτα να τον φθάσης· ο ίδιος το έλεγε εσχάτως. Η Μπαμπέτα κάθεται ακόμη υψηλότερα! — Τους παίρνω και τους δύο! είπεν ο Ρούντυ.

Όχι μακράν από εδώ, εις το καντόνιον Βαλαί, έλεγεν ο Ρούντυ, ήτο φωλεά αετού τεχνικωτάτη, κτισμένη κάτω από ένα υψηλόν προεξέχον χείλος βράχου· εκεί επάνω μέσα εις τη φωλιά ευρίσκετο μικρός αετιδεύς, αλλά αυτόν δεν ήτο δυνατόν να τον πάρη κανείς από εκεί μέσα!

Είχε διασκεδάσει λαμπρά, έλεγε· ο εξάδελφος, ήτο καθολοκληρίαν τέλειος, εύρισκε αυτή. — Μάλιστα, ένας καθ' ολοκληρίαν τέλειος βλάκας! έλεγεν ο Ρούντυ και ήτο η πρώτη φορά, που έλεγεν ο Ρούντυ πράγμα, που δεν ήρεσεν εις αυτήν.

Εγώ ήλθα την σύντομον οδόν, είπεν ο Ρούντυ. «Ήλθα επάνω από τα βουνά· καμμιά οδός δεν είναι τόσον υψηλά, που να μην ημπορή κανείς να την διαβή.» — Αλλά και να σπάση και τον λαιμόν! είπεν ο μυλωθρός. «Και σεις μου φαίνεσθε ακριβώς 'σάν να εσπάσατε επί τέλους τον λαιμόν σας. Είσθε πολύ ριψοκίνδυνος!» — Ω! δεν πέφτει κάτω κανείς, εάν δεν το σκεφθή, είπεν ο Ρούντυ.

Λέξη Της Ημέρας

παρακόρη

Άλλοι Ψάχνουν