Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Μαΐου 2025
Τηράει από τη μια, τηράει από την άλλη, όλο πλούτη και μεγαλεία.
— Μα την αλήθεια, θάδινα στο νικητή να διαλέξη από τα πλούτη μου ό,τι θα θεωρούσε πειο πολύτιμο. Αλλά κανείς δε θα τολμήση να τα βάλη με το γίγαντα. — Να λόγια θαυμάσια, ξανάπεν ο Τριστάνος. Αλλά σ' έναν τόπο μόνο με την τόλμη έρχεται το καλό· και για όλο το χρυσάφι της Παβίας, δε θα παραιτιώμουνα από την επιθυμία μου να πολεμήσω το γίγαντα.
Ο Αγαθούλης είπε στον Κακαμπό: — Φίλε μου, βλέπεις πόσο τα πλούτη αυτού του κόσμου είναι φθαρτά· δεν υπάρχει τίποτε σταθερό έξω από την αρετή κι' από την ευτυχία του να ξαναϊδούμε την δεσποινίδα Κυνεγόνδη.
Αλλά πώς να του δώση αφού ούτε αυτός άγγιζε τα χρήματά του; Προ ολίγου καιρού όμως απέθανε και όλα εκείνα τα πλούτη τα εκληρονόμησεν ο Σίμων και τώρα εκείνος ο κουρελής που έγλυφε τα πιάτα σαν σκυλί, φορεί ωραία και μεγαλοπρεπή φορέματα, έχει αμάξια και χρυσά ποτήρια και τραπέζια με πόδια από ελεφαντοκόκκαλο και όλοι τον χαιρετούν, εμάς δε ούτε στρέφεται να μας δη.
Κατά τον Ιούδαν Βεν Τέμαν, εις ηλικίαν πέντε ετών ώφειλε να μελετήση τας Γραφάς, εις ηλικίαν δέκα το «Μισνά», ήτοι την συλλογήν των Ιουδαϊκών νόμων και των αποφάσεων των ραββίνων, και εις ηλικίαν δεκατριών ετών το Ταλμούδ· κατά το δέκατον όγδοον έτος ώφειλε να νυμφευθή, κατά το εικοστόν ν' αποκτήση πλούτη, το τριακοστόν δύναμιν και ρώμην, το τεσσαρακοστόν φρόνησιν και ούτω καθεξής μέχρι θανάτου.
— Να μοιράσουμε τι; ρωτά το αδέσμευτο πνεύμα μέσα στο κεφάλι του καπετάνιου. Θέλεις τα ρούχα μου, θέλεις τ' άρματα και τα χρυσαφικά μου; Δικά σου είνε· δικός σου είμαι κ' εγώ. Μπροστά σου μ' έχεις άβουλον και ακυβέρνητον. Μη ζητάς όμως τα πλούτη τα κρυμένα. Τα ξέρεις και τα ξέρω. Μην τα ζητάς! Το είπε — δεν το είπε, το άκουσεν ο βρυκόλακας.
Τούτο, φίλε, θεωρούμεν αναγκαίον, και κατόπιν, Όταν δείξετε πως είσθε μέγα έθνος στην Ευρώπην, Θα σας δώσωμεν τα πλούτη των πατρίων σας χωρών· Αλλά τόρα αρκεσθήτε εις αυτά προς το παρόν.»
'Σ αυτόν τότε ο πολύβουλος απάντησε Οδυσσέας• «Μεγάλε Αλκίνοα, 'ς τους λαούς λαμπρέ και αγαπημένε, 355 και αν χρόνο σεις ολόκληρο μου ελέγετε να μείνω, όπως με στείλετ' έπειτα με διαλεμμένα δώρα, άλλο δεν ήθελα κ' εγώ• πολύ θα μ' ωφελούσε με πλούτη περισσότερα να γύρω εις την πατρίδα• αλλά και σεβαστότερος, πλειά ποθητός, θε να 'μουν 360 'ς εκείνους 'που θα μ' έβλεπαν να φθάσω 'ς την Ιθάκη».
Να βάζετε την ηδονή πειό πρώτ' απ' τη σοφία, είν' έγκλημα• και δίκηο πειά δεν είνε, τους ανθρώπους κακούς να λέμε, σαν αυτοί μιμούνται τους θεούς των!. . . Αιτία είνε ακλόνητη ευτυχίας μεγάλης, όταν λάμπουνε μια μέρα νέα παιδιά στο σπίτι, για ν' αφήσουν 'ς άλλα παιδιά τα πλούτη του πατέρα.
Αν όχι, έπρεπε να περιμείνουν ως που να την τελειώσουν οι γιοι τους, τ' αγγόνια, τα διγγόνια τους. Και όταν τα διγγόνια έφταναν στο σκοπό τους, θα χαιρόταν κ' εκείνων η ψυχή από ψηλά όπως κ' η δική του. Όταν οι απόγονοι ευτυχούν, οι πρόγονοι δοξάζονται. Η γενιά του Ευμορφόπουλου ήταν μεγάλη και παμπάλαιη. Στα πλούτη και στη δόξα μοναδική στον καιρό της. Χίλιοι την τραγουδούσαν, μύριοι τη θαύμαζαν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν