United States or Norway ? Vote for the TOP Country of the Week !


Η τοιαύτη οφθαλμοφαγία εξηκολούθησε καθ' όλην την διάρκειαν του δρόμου μετά τοσαύτης επιμονής, ώστε άμα απέβημεν, έτρεξα μετ' ανησυχίας να ζυγισθώ εις την πλάστιγγα του σταθμού και ευρέθην ελλιπής κατά εκατόν πεντήκοντα δράμια. Το απ' Αθηνών εις Πειραιά ταξείδιον είνε ευτυχώς μόνον δωδεκάλεπτον, ειδεμή, θα ήμην ολόκληρος οφθαλμοφαγωμένη».

Αφού έκτισε την πρώτην βαθμίδα εκ λίθου Αιθιοπικού ποικίλου, ύψωσε την πυραμίδα κατά τεσσαράκοντα πόδας ολιγώτερον της πρώτης ήτις είναι πλησίον· αμφότεραι δε ίστανται επί του αυτού λόφου όστις έχει ύψος περίπου εκατόν πόδας. Έλεγον προσέτι οι ιερείς ότι ο Χιφρήν εβασίλευσεν έτη πεντήκοντα και έξ.

Γιος πτωχού κορινθίου χωρικού, μη επαρκούντος εις συντήρησιν συζύγου και τριών τέκνων, — αυτού και δύο κορασίδων, — είχεν εκμισθωθή αντί πεντήκοντα δραχμών ετησίως εις αθηναίον επιχειρηματίαν, όστις από πωλητού φωσφόρων μετέβαλλεν αυτόν εναλλάξ εις καθαριστήν υποδημάτων ή κομιστήν οψωνίων.

Οι φυλάττοντες την διάβασιν ταύτην Έλληνες αποσυρθέντες εις τας δύω πλευράς, άφησαν τους εχθρούς να εισέλθωσιν εις το στενόν, έπειτα εφορμήσαντες από τας δύω πλευράς τους έτρεψαν εις φυγήν· εφόνευσαν υπέρ τους πεντήκοντα, ήρπασαν μερικά φορτία και τους λοιπούς κατεδίωξαν ικανόν διάστημα προς την Δαύλειαν.

εκείνον ο πολύγνωμος απάντησε Οδυσσέας· 330 «Και πρώτα ιδέ το λάβωμα συ με τους οφθαλμούς σου, 'που μώκαμετον Παρνασό με λευκό δόντι χοίρος, και συ, πατέρα, μ' έστειλες κ' η σεβαστή μητέρα εις τον Αυτόλυκον, καλόν πατέρα της μητρός μου, να λάβω τα χαρίσματα, 'που μου 'χε τάξει ότ' ήλθε. 335 τώρα τα δένδρα θα σου ειπώ μες το καλό κηπάρι, όσ' άλλοτε μου χάρισες κ' εγώ σου τα ζητούσα, μικρό παιδί κατόπι σουτον κήπο· κ' ένα ένα, ανάμεσα ως διαβαίναμε, τα ονόματά τους είπες. τότε απιδιαίς δέκα και τρεις, δέκα μηλιαίς ακόμη, 340 συκαίς σαράντα μου 'δωκες· και, χάρισμά μου πάλι, πεντήκοντα μου ωνόμασες αράδαις, πολυτρύγων κλημάτων, και παντοειδή σταφύλια φέρουν όλαις, αν ζωογόναις άνωθε ταις ώραις στείλη ο Δίας».

Λέγω δε, προς μεγίστην μου ευχαρίστησιν, διότι εκτός της χορηγηθείσης μοι πάλιν προς ώραν ελευθερίας διά της λύσεως του δέματος, όπερ έφερεν υπό μάλης ο κυρ Γιάννης, είδα μεθ' υπερηφανείας, ότι μία των εις υπερτίμησιν εκατόν πεντήκοντα φράγκων πωληθεισών μετοχών ήμην και εγώ.

Διότι εκ των χιλίων διακοσίων πλοίων, εξ ων συνεκροτείτο ο στόλος, λέγει ότι τα μεν των Βοιωτών περιείχον εκατόν είκοσιν άνδρας, τα δε του Φιλοκτήτου πεντήκοντα, δηλών διά τούτου, ως νομίζω, τα μέγιστα και τα ελάχιστα· άλλου τουλάχιστον μεγέθους δεν έκαμε μνείαν εις τον κατάλογον των πλοίων.

Ο μεν λοιπόν Άγνων ανεχώρησε πάλιν μετά των πλοίων εις τας Αθήνας, απολέσας εντός τεσσαράκοντα ημερών εκ της νόσου χιλίους πεντήκοντα οπλίτας εκ των τετρακισχιλίων· οι δε προηγούμενοι στρατιώται μείναντες εις την χώραν επολιόρκουν την Ποτείδαιαν.

Σε μέλει; ολίγον, αναντιρρήτως· κ' εμέ το ίδιον. Λέγουν τριγύρω μου, ότι τα πράγματα είνε σπουδαία· αλλ' όσοι το λέγουν φαίνονται ως ν' αστειεύωνται, και δεν τους πιστεύω. Το μόνον σπουδαίον είνε κατ' εμέ αι διακόσιαι πεντήκοντα περίπου χιλιάδες δραχμαί, αι οποίαι υπήρξαν το τίμημα της οκταημέρου εκτάκτου συνόδου της βουλής μας.

Πεντήκοντα πλοία είδομεν των Βοιωτών φέροντα εκατέρωθεν της πρώρας σήμα παριστών τον Κάδμον κρατούντα όφιν χρυσούν, ηγείται δε αυτών ο γιγάντειος Λήιτος. Ισάριθμα δε πλοία έφερεν εκ του ενδόξου θρονίου των Λοκρών ο υιός του Οιλέως. Εκ των Κυκλωπείων Μυκηνών ο Ατρείδης Αγαμέμνωνέφερε στρατόν