United States or Lesotho ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κάθε πράμμα όμως στον κόσμο έχει τα όριά του, έχει ένα σημείο που σταματά, για αυτό έφθασε μια μέρα οπού και οι αγαπητικοί της Σμαραγδούλας, ετραβήχτηκαν. Εβαρεθήκαν οι άνθρωποι να ελπίζουν και να παίζουνται· είπαν μεταξύ τουςουχ άδεφέ, να παρακαλούμε θέμε; ας πάη στο καλό τέτοια γυναίκα, δίχως καρδιά!

Και αν και αυτό το ασήμαντο ψέμα ήταν κάποτε πολύ της μόδας στους παλαιούς και μπορούσε νάναι ωφέλιμο και στους νεώτερους, η ψυχή του ωστόσο ήτανε πολύ καθαρή, ώστε να μη προδώση την αλήθεια. — Η Δεσποινίς Κυνεγόνδη, είπε πρόκειται να μου κάνη την τιμή να με παντρευτή και παρακαλούμε την εξοχότητά σας να ευαρεστηθή να μάς στεφανώση.

Και τώρα η διάθεσίς σου, να επιστρέψης πάλιντης Βυττεμβέργης την σχολήν , είν' εναντίατον πόθον μας πολύ· και σε παρακαλούμε να μην αναχωρήσης, αλλ' εδώ να μείνηςτην ιλαρήν παρηγοριά των οφθαλμών μας, πρώτος μας αυλικός, ανεψιός κ' υιός μας. ΒΑΣΙΛΙΣΣΑτην μητέρα σου, Αμλέτε, μην αδιαφορήσης, 'πού σε παρακαλεί θερμώς μ' εμάς να μείνης· αν μ' αγαπάς, 'ς την Βυττεμβέργην μη πηγαίνης.

Εμένα μου φαίνεται πως είχανε λάθος οι Αθηναίοι, Μεγαλειότατε, να το νομίζουν αυτό. Η &Αρετή& που βρέθηκε μέσα στην ψυχή ενός Κόδρου, μπορούσε να ξανανθίση και σάλλων Κόδρων ψυχές. Μα αυτό τώρα δεν είναι το ζήτημα. Η δουλειά μας τώρα είναι να παρακαλούμε το Θεό και να λέμε, — Τέτοιο θάνατο να πεθαίνουν κ' οι Βασιλιάδες της αναστημένης αυτής Ρωμιοσύνης. Τέτοια παιδιά να μας χαρίσ' η Μεγαλειότη Σου.

Θαρρούνε πως καίγουνται· και σ' εμάς υπάρχει η φωτιά. Θέλουμε να βλέπη ο ένας τον άλλονε· για τούτο παρακαλούμε να ξημερώση γληγορότερα. Απάνου κάτω αυτό είναι ο έρωτας· κι αγαπιόμαστε χωρίς να το ξέρουμε. Μα αν είναι τούτο ο έρωτας κ' εγώ αυτός που αγαπιέται, γιατί λοιπόν υποφέρνουμε αυτά; και γιατί ζητάμε ο ένας τον άλλον; Αληθινά τα είπεν ο Φιλητάς.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Δίκαια δεν λες ούτε αρεστά στην πόλιν, μάντι, την πόλιν όπου σ’ έθρεψε καθώς αρνείσαι, από απορία που σου ζητάει να τήνε βγάλης. Μη, σ’ εξορκίζω στους θεούς, ω Τειρεσία, αρνείσαι που όλοι, ικέται σου, παρακαλούμε. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ Είναι γιατί δεν ξέρετε° μα εγώ ποτέ μου δεν θενά πω το μάντευμα που μέλλει, Οιδίπου, να φανερώση τα φρικτότατά σου έργα.

Όσοι γεννιούνται δε θα πεθάνουν όλοι μια μέρα; Ας παρακαλούμε μόνον να πέρνη ο Θεός τους πεθαμένους και να φυλάη τους ζωντανούς!... Αλλά κείνη δεν ήθελε ν' ακούση. Τρεις μέρες περίμενε, θέλοντας να πάη με τον αγαπητό της κύριο. Την τετάρτη, γέννησε ένα παιδί, ένα γυιό. Τον αγκάλιασε. «Παιδί μου, του είπε, πολύν καιρό είχα επιθυμία να σε ιδώ.

Σας παρακαλούμε σας, των παιδιών, να πάρετε όσα πιάτα εύρετε, σπασμένα και γερά, που είνε και πιο εύκολο να τα κουβαλήσετε στα χέρια· σώνει να μας βοηθήσετ' εμάς να μεταφέρουμε σε μέρος σίγουρο ούλες της βέργες και της λαμαρίνες.