Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


ΣΟΛ. Αυτοί οι μάταιοι κόποι, Ανάχαρσι, τα συχνά κυλίσματα εις την λάσπην και αι κακοπάθειαι εις την άμμον και εις τον ανοικτόν αέρα μας δίδουν αυτήν την δύναμιν να μη φοβούμεθα του ηλίου τα βέλη• και δεν έχομεν ανάγκην πίλου, όστις να εμποδίζη τας ακτίνας να φθάνουν μέχρι της κεφαλής. Αλλά πάμε.

Αφού απεμακρύνθημεν και δεν εφαίνοντο πλέον, εδέσαμεν τας πληγάς των τραυματιών και του λοιπού εμέναμεν με τα όπλα εις χείρας, φοβούμενοι νέας επιθέσεις• και οι φόβοι μας δεν ήσαν μάταιοι.

Μάταια τα έξοδά μου και μάταιοι οι κόποι σας. Σύρετε στο καλό». Ο Ρήγας πήρε το παιδί του και γύρισε στο βασίλειό του. Τα μαλλιά του και τα γένεια του είχαν ασπρίσει από τον καϋμό. Το βασιλόπουλο πιο χλωμό και πιο αχαμνό ακόμα, σαν να τώτρωγε ένα μυστικό σαράκι, κλείσθηκε μέσα στο παλάτι, έπεσε στο κρεββάτι και μιαν αυγή ανοιξιάτικη έκλεισε τα μάτια του και πέθανε.

Ο φίλος αναγκάζεται να σιωπά, μη δυνάμενος ν' αμιλλάται προς τον κόλακα κατά την εύροιαν του λόγου, καθώς ενώπιον της κακίας ταπεινοί το βλέμμα η δυστυχής αρετή, και ερύθημα φλέγει τας παρειάς της, όταν αναλογίζηται ότι είχε σχηματίσει ίσως εσφαλμένην ιδέαν περί εαυτής. Διότι η αντίζηλος αυτής ματαιοί πάντας τους υπολογισμούς της. Αλλ' όμως ας επανέλθω εις το προκείμενον.

Το κωμικώτερον όλων είνε οι μάταιοι αγώνες, τους οποίους καταβάλλει ο σατυριζόμενος να υποκριθή ότι δεν εννοεί ότι πρόκειται περί αυτού και να γελάση μαζί με τους άλλους. Υποθέτω όμως ότι ο γέλως του εκείνος πολύ ομοιάζει με το μειδίαμα των προγόνων σας Σπαρτιατών, όταν εσπάρασσε τας σάρκας των η εντός του χιτώνος των αλεπού.

Και εγώ, ως πλέον ευχαριστημένος και ερωτικός από κάθε άνθρωπον, απέρασα όλην εκείνην την ημέραν εις τα γόνατα εκείνης της ωραίας Κυράς, καθώς επιθυμούσε, την οποίαν επάσχισα με ερωτικά λόγια και γλυκά να της ανάψω την κλίσιν προς το συμφέρον μου, και εκατάλαβα πολλά ογλήγορα ότι δεν ήταν μάταιοι οι κόποι μου· επειδή και την είδα που αυτή ήτον πολλά ερωτική προς εμένα διά την νεότητά μου, και διά το πνεύμα που είχα.

Εάν, τώρα, ο Νικολός είχε προτείνει αυτός την γνώμην, ότι ήτο καιρός να κατέλθωμεν στην βρύσιν να γευματίσωμεν, θα έλεγε: «Καλά σας το είπα εγώ». Επειδή όμως άλλος την επρότεινε, δεν έλεγε: «Καλά μας το είπε ο Αλέξανδρος». Και ταύτα, ενώ ήτο φίλος μου και με ηγάπα. &Μάταιοι οι υιοί των ανθρώπων&. Αφού εφάγαμεν, μετά μίαν ώραν ακόμη, επανήλθομεν εις την εργασίαν.

Εις το βάθος της καρδίας του έπαλλεν ακόμη μικρά ελπίς: ίσως η Λίγεια δεν ευρίσκετο μεταξύ των καταδίκων, ίσως όλοι οι φόβοι του ήσαν μάταιοι . . . Και απερροφήθη ολόκληρος εις την ελπίδα ταύτην, κατέρριψε την αμφιβολίαν και περιέκλεισεν ολόκληρον την ύπαρξίν του εις τας δύο ταύτας λέξεις: «Έχε πίστιν». Και ανέμενε μόνον θαύμα, δι' ου θα εσώζετο η Λίγεια.

Το δε πλοίον υψούτο και κατέπιπτε βιαιότερον επί των κυμάτων και ήρχισε να με καταλαμβάνη ο φόβος μη δεν κίνδυνεύωσι τα βαρέλια μου μόνα. Ευτυχώς οι φόβοι μου απεδείχθησαν μάταιοι. Το πλοίον ήτο καλόν, ο δε Καπετάν Κεφάλας εγνώριζε την τέχνην του. Την αυγήν ελλιμενιζόμεθα εντός ορμίσκου ασφαλούς και ησύχου, κατά τα μεσημβρινώτερα της Χίου παράλια.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν