Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Βαστάζεται υπό τεσσάρων ναυτών μετά σεβασμού και κατανύξεως και περιστοιχίζεται παρ' άλλων ναυτών, ετοίμων εκεί πλησίον ν' αρπάσωσιν είτα τας λαμπάδας του, φυλακτήριά εν ταις τρικυμίαις.
Οι βοσκοί ενωτισθέντες τον μονότονον ήχον ετινάχθησαν διά μιας επάνω, επέταξαν τας κάπας των, ενίφθησαν και έτρεξαν εις την Εκκλησίαν, κρατούντες τας λαμπάδας των.
Εκεί εκάθηντο, εκεί εις εκείνο το ορθογώνιον μάρμαρον, οπού ήτο εκεί εν μέσω εν σχήματι επιταφίου πλακός, με γραφάς δυσδιακρίτους Βυζαντινών χαρακτήρων, με αναγλύπτους σταυρούς και λαμπάδας, όπερ ως τράπεζαν ιδιαιτέραν διά τους στενούς του φίλους, μετεχειρίζετο ο κυρ-Μιχάλης . . . ολίγαις εληαίς ή άλλο τι ορεκτικόν νηστίσιμον, και δύο ποτήρια κρασί ήσαν επί της πρωτοτύπου και μυστηριώδους αυτής τραπέζης.
Η βδέλλα από του χειμώνος είχεν αποδεκατίσει το ποίμνιόν του· δεν του έμενον προς πώλησιν παρά δεκαπέντε αρνία, τα οποία ήνωσε με τ' αρνία ενός εξαδέλφου του. Ηκολούθησεν όμως τους λοιπούς, λαβών μαζί του και την Μπήλιω, να ψωνήσουν τας λαμπάδας διά την Ανάστασιν και ό,τι άλλο εχρειάζοντο διά την καλύβην και δι' αυτούς. — Θα νάρθης, παπού; ηρώτησεν ο Νάσος τον Δημήτρη.
Είτα οι πιστοί όλοι με αναμμένας λαμπάδας εξήλθον εις το ύπαιθρον, υπό το αμαυρωθέν φέγγος της φθινούσης σελήνης, ενώ η αυγή έλαμπεν ήδη ροδίνη και ξανθή, προπέμποντες τον Επιτάφιον αγλαόφωτον με σειράς λαμπάδων.
Ήδη ο μπάρμπα-Κώστας έκλεισε τας πύλας του ναού. Η λιτανεία έστη προ αυτού εν τη μικρά πλατεία. Και ο Επιτάφιος έστη ωσαύτως, πλην κρατείται υψηλά πολύ από του εδάφους επιτηδείως, μη γείνη προπετής διαρπαγή των λαμπάδων ακαίρως. Οπίσω δε εις δύο γραμμάς ένθεν και ένθεν με τας λαμπάδας αναμμένας ίστανται εν σιγή οι άνδρες χωριστά και χωριστά αι γυναίκες. Το άσμα έπαυσεν.
Το είδωλον τούτο είχε κρημνίσει ο Άγιος Βονιφάτιος δι' ενός φυσήματος εις το βάθος της λίμνης• αλλ' οι αρχαίοι αυτού λάτρεις, καίτοι γενόμενοι χριστιανοί, διετήρουν εν τοις μυχοίς της καρδίας λείψανά τινα αφοσιώσεως προς τον αποπνιγέντα αυτών προστάτην, εις ον εξηκολούθουν να προσφέρωσι δώρα, ρίπτοντες κατ' έτος εις το ύδωρ πλακούντας, λαμπάδας, μελόπητας και τυρία προς μεγίστην χαράν των ιχθύων, οίτινες διά των προσφορών εκείνων είχον γείνει παχείς ως ιερείς της Συρίας θεού.
Εις τα Μπακογιαννέικα όλοι, γυναίκες, άνδρες, παιδιά εν ομίλω, με τας λαμπάδας των ανημμένας, είχον ανέλθει εις την κορυφήν του λόφου των και παρεστάθησαν εις την τελετήν της Αναστάσεως. Έπειτα ετράπησαν εις τας καλύβας των ίνα φάγη έκαστος με την οικογένειάν του τον τζορβάν. — Παπού, ε, παπού! πάμε να φάμε· εφώναξεν ο Νάσος εις τον Δημήτρην, κατευθυνόμενος εις την καλύβαν του.
Ο ιερεύς εστράφη. — Τι τρέχει; — Δε ξέρου τι να είνε, είπεν ο βοσκός... βαθειά κάτ' χουιάζει... «πού είσαστε, πού είσαστε;» Να πάρου μια λαμπάδα να πάου να ιδώ; — Να πας. Δύο ή τρεις άλλοι νεαροί βοσκοί και ποιμένες έλαβον αμέσως τας λαμπάδας των κι' έτρεξαν έξω.
— Μα τι φταίει η κακομοίρα, εψιθύρισε πάλιν η κόρη! Η γραία έκλεισε τα παράθυρα ερμητικώς και επειδή εσήμαινεν ήδη ο Εσπερινός, εφόρεσε μίαν καλήν μανδήλαν, έλαβε την προσφοράν ην εκάλυψεν υπερηφάνως με μίαν ολομέταξον λεπτοκαμωμένην οθόνην, έλαβε το μικρόν εικόνισμα του αγίου και τας λαμπάδας και απήλθεν εις την εκκλησίαν, χωρίς να είπη άλλο τίποτε.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν