United States or British Virgin Islands ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πόθος της ενδόμυχοςιερός και άγιος πόθος μητρόςείνε να νυμφεύση την κόρην της. Δεν θέλει όμως όσους την θέλουν. Έχει ιδέας μεγάλας. Αυτή θέλει πλούσιον τον γαμβρόν, και η κόρη της τον θέλει κομψόν. Εκείνη τον θέλει από γένος, και η κόρη της τον θέλει με θέσιν κοινωνικήν.

Οι φύλακες τον εισήγαγον διά μικράς θύρας της υπηρεσίας και είς εξ αυτών, ονόματι Σύρος, τον ωδήγησεν αμέσως πλησίον των χριστιανών. Καθ' οδόν ο φύλαξ έλεγεν: — Αυθέντα, εζητήσαμεν μίαν κόρην καλουμένην Λίγειαν, αλλά κανείς δεν μας απεκρίθη. Εν τούτοις δυνατόν να δυσπιστώσιν εις ημάς.

Τι μάντις είναι αυτός, αφού κατά το πλείστον μαντεύει ψευδώς και, οσάκις αποτύχουν αι προρρήσεις του, διεκφεύγει εντέχνως ; Δεν λέγω ταύτα, διά να λάβω την θυγατέρα σου εις σύζυγον. Μυρίαι κόραι θηρεύουν γάμον μετ εμού. Τα λέγω, διότι ο Αγαμέμνωνμε προσέβαλε δεινώς. Εάν ήθελε να κάμη χρήσιν του ονόματός μου, ίνα φέρη την κόρην εδώ, ώφειλε πρώτον να ζητήση τούτο παρ' εμού.

Ιδέ την το άνθος που λαχτάριζες, το 'μάδησεν εκείνος· ο Χάρος κληρονόμος μου, γαμβρός μου είν' ο Χάρος Αυτός εστεφανώθηκε την κόρην μου· και τώρα θα ξεψυχήσω, κ' εις αυτόν θ' αφήσω ό,τι έχω. Και η ζωή μου και το παν ανήκουν εις τον Χάρον! ΠΑΡΗΣ Τόσον καιρόν επρόσμενα να έλθη τούτ’ η 'μέρα, κι' αυτό το θέαμα εδώ μου έμελε να φέξη! ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Κατηραμένη, άτυχη, πικρή και μαύρη 'μέρα!

Όλ' αυτά τα είχε σκεφθή ο κυρ-Δημάκης κατά τον πλουν της επανόδου του, πλην εγνώριζεν ότι δεν θα διαρκέσωσι πολύ. Τον ανησύχει μόνον η υπόσχεσις ην είχε δώσει να στεφανωθή την κόρην της γραίας Αχτίτσας, ήτις διά των ιταμών συγγενών της πολύ θα ηνώχλει αυτόν. Και ο κυρ-Δημάκης δεν ήτο εις θέσιν να σχηματίση οικογένειαν, ως έλεγε, φοβούμενος τα άγνωστον μέλλον.

Εσυλλογίζετο δε την έκπληξιν, ην ήθελεν αισθανθή ο Γάρμπος, αν εμάνθανεν ότι ο παλαιός σύντροφός του απέκτησεν αίφνης εις το γήρας μίαν κόρην. Πιθανόν ο αλλόκοτος εκείνος άνθρωπος, όστις την κατεκρήμνισεν από του ύψους του βράχου, να ήτο πατήρ της, ως τον είχεν ονομάσει αύτη.

Αλλά τέλος πάντων αν συ, Χρυσοκόμη, ο οποίος ήσο υιός του Πάνθου, τόσον εξετίμας τον χρυσόν, δεν είνε και τόσον παράδοξον αλλά και ο πατέρας όλων των ανθρώπων και των θεών, ο υιός του Κρόνου και της Ρέας, όταν αγάπησε την κόρην εκείνην από το Άργος, δεν ευρήκε άλλο πράγμα ωραιότερον από αυτό εις το οποίον να μεταμορφωθή και να διαφύγη την φύλαξίν του Ακρισίουδιότι θα έχης βέβαια ακούση ότι μετεμορφώθη εις χρυσόν και εχύθη από την στέγην και έτσι συνευρέθη με την κόρην που αγαπούσε.

Εισέρχονται ο ΛΗΡ, ο ΚΕΝΤ και ο ΓΕΛΩΤΟΠΟΙΟΣ. Πήγαινε συ εμπρός να δώσης αυτά τα γράμματα. Μην ειπής εις την κόρην μου τίποτε από όσα ηξεύρεις, εκτός αν σε ερωτήση εκείνη, αφού αναγνώση, το γράμμα. Αν δεν κάμης γρήγορα, θα είμαι εκεί, προτού φθάσης εσύ. ΚΕΝΤ Δεν θα κλείσω μάτι αφέντη μου πριν της δώσω τα γράμματα. Απέρχεται.

Πολύ λοιπόν ανακόλουθον και αναξίαν του απονεμηθέντος αυτή υπό του Αγαμέμνονος επί φρονήσει επαίνου πρέπει να υποθέσωμεν την κόρην ταύτην, την πρότερον μεν στέργουσαν αιχμαλωσίαν και την πρόσφατον στέρησιν του πατρός και της πατρίδος, έπειτα δε ενθυμηθείσαν ταύτην και χαλεπαίνουσαν μετά δέκα όλα έτη.

Ήθελεν ο αρχιστράτηγος να ακολουθήση να επαινή την ευτυχίαν που τον εκαρτερούσεν, οπόταν ο Δαλήκ θυμωμένος τον αντίκοψε, λέγοντας· αντί να μου κάμης όλες ετούτες τες ανωφελείς υποσχέσεις και τους επαίνους, ημπορείς να μου κάμης την χάριν να μου επιστρέψης εκείνην την κόρην που επήρες. Ποίαν απεκρίθη ο αρχηγός.