Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Τι πταίει ο ταλαίπωρος ο κοσμάκης, εάν δεν προσφέρεται ευγενέστερον και υψηλότερον ιδεώδες εις τον θαυμασμόν του και εάν η πρωτογενής του ευρωστία δεν αφίνει την ψυχήν του να καταληφθή από απαισιοδοξίαν και απογοήτευσιν; Ο ληστής είνε μέγας εις το κακόν, αλλ' είνε μέγας οπωσδήποτε. Δεν είνε μικρόν πράγμα να περιφρονή τις τον θάνατον, τον οποίον θεωρούμεν το μέγιστον των ανθρωπίνων δεινών.

Έβλεπε, κ' εχαμογελούσε ειρωνικά τάχα μου, με τους χαζούς τους χωριανούς του. — Πφ! τι λες εκεί! — αφτός από τέτια!.. Όξω από το καφενεδάκι πάλι κόσμος και κοσμάκης. Όλα τα κοπελούδια του χωριού κι όλα τα παλιοπαίδια, που δεν είχαν δεκάρες να μπουν. Έπιαναν τις κλεισμένες πόρτες, να ιδούν από καμιά τρυπούλα. Έπιαναν και τα παράθυρα να ιδούν από τα τζάμια τα κλεισμένα απόξω.

Γιατ' είνε, οπού λες, θαμαστή ιστορία ετούτη· κ' είν' αληθινή ξεστόρηση, που δεν τη βρίσκεις στα χαρτιά και δεν τη γράφουν τα βιβλία. Κ' είνε οπού τη λέμε μεις ιστορία, και τη λέει παραμύθι ο κοσμάκης. Μα είνε ένα πράμα που γυρίζει ο νους ναν τακούση, και στέκεται το μυαλό ταθρώπου. Κ' εγώ σου λέω πως δεν είνε παραμύθι και δεν είνε ξεστόρηση.

Τότε πήρα όλο το βιο, που είχαν αφήσει τα πεθερικά μ' και τράβησα τον ανήφορο μακρύτερα, μέσα στα χιόνια, στην ξακουσμένη Μόσχα της Ρουσσίας, κι' εκεί ζούσα, σαν έρημος, που είμουν, χωρίς να με ξέρη κανείς, πούθε κρατάει η σκούφια μ'. Τον περασμένο Μάη γένονταν στη Μόσχα η Στέψη του Αυτοκράτορα της Ρουσσίας, κι' έτρεξαν από τα τέσσαρα πέρατα του κόσμου, κόσμος και κοσμάκης.

Σα δικαστικός κλητήρας φαινόταν αυτός ο γιατρός, σα μεσίτης ή εργολάβος οικοδομών-κι όμως τέτοιος πούτον πολύ τον αγαπούσε ο κοσμάκης. Πολλά πράματα δεν ήξερε, μα έπαιρνε και λίγα: ένα διπλό και καμμιά φορά και πενήντα λεπτά. Πάντα παρηγοριά είναι ο γιατρός-κι αυτό είν' περισσότερο στην αρρώστια για το μικρόν τον κόσμο.

Εκυμάτισαν από τον έναν τοίχο στον άλλο, σφιχτοκλεισμένοι, ασφυχτικοί. Εζητούσαν τρόπο να βγουν μες από τα σπασμένα τζάμια, από καμιά τρύπα, από την ανταβάνωτη στέγωση. Ναπλώσουν γοργόφτεροι όξω στον καθαρόν αέρα, προκλητικοί να φτάσουν στον κρυψώνα της Ηρωίνας της τρανής, — που τόσος δα κοσμάκης μέσα κ' έξω καρτερούσαν ανυπόμονα. Τα χωριατόπουλα έσκουξαν, εσφύριξαν, εποδοβρόντηξαν.

Ξέφραγο ήταν το χτήμα κι αράδιαζαν οι στρατοκόποι μερόνυχτα. Εκείνος τους έβλεπε και δεν έδινε πεντάρα. — Ας πάρη ο κοσμάκης, έλεγε στη μάννα του που του παραπονιόταν βρίσκει και παίρνει. Γιατί ο Θεός έκαμε τους πλούσιους, παρά για να κυβερνιώνται οι φτωχοί; Μα σαν έβλεπε κανένα ζωντανό της Ελπίδας φρένιαζε από το κακό του.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν