Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Ας ρίξουνε και μια ματιά στο Ταξίδι· αμύνεσθαι περί πάτρης, το λέει και το ξώφυλλο. Μπορεί τώρα ο καθένας, κι ο κ. Σωτηριάδης ο ίδιος, να τα δη μαζωμένα όσα έγραψα, στα Ρόδα και Μήλα. Μπορεί μάλιστα να δη πως κι ο κ. Σωτηριάδης και κάμποσοι άλλοι, χρωστούνε κάποιο σέβας σ' έναν άθρωπο, που ίσα ίσα γιατί δε ζη στην Ελλάδα, δείχνει πως δουλέβει αφιλόκερδα για την Ιδέα. Είμαι πολύ, μα πολύ κουτός.
Κάμποσοι μικροί βουκόλοι είχον περιστοιχίση εξ αποστάσεως ένα ταύρον κ' επροσπάθουν να τον «μυγιάσουν». Και προς τούτο εξεφώνουν εν χορώ τα εξής: Έβγα, μύγιο, απού το βώλο κέμπα στου βουγιού τον κώλο. Δος του να πυροβολήση και τα όρη να γυρίση, Κού-κου! κού-κου! κού-κου!
Το παν, το παν να πληθύνεται διά μυρίων μορφών και τους ανθρώπους έπειτα εις τας καλύβας των ν' ασφαλίζωνται κάμποσοι μαζί και να συνοικίζωνται και να εξουσιάζουν εις την ιδέαν των τον απέραντον κόσμον!
Τονέ λάτρευε ο λαός σαν πατέρα του. Όχι μονάχα εξαιτίας που άκουγε την αλήθεια από το θείο του στόμα, και που έβρισκε κάποια πόρεψη με τα ψυχικά που έγινε αφορμή ο Χρυσόστομος και του μοίραζαν κάμποσοι πλούσιοι, μα κ' εξαιτίας τις κοινωνιστικές του ιδέες. Κι ορίστε λοιπόν που μήτε ο Κοινωνισμός δεν είναι όλως διόλου καινούριο πράμα!
Αργότερα, όταν θυμόμουν αυτά τα αισθήματα, εξηγούσα τη ψυχολογία των ορεινών, πούνε πειο περήφανοι από τους πεδινούς. Και χαρακτηριστικό είνε κείνα που λέγεται στη δυτική Κρήτη. Μια μέρα που καθόντανε κάμποσοι Ριζίτες σε μια κορυφή και παρατηρούσαν κάτω στα πεδινά μέρη, ένας απ' αυτούς είπε: Άραγες, μωρέ, κιαυτοί οι κατωμερίτες έχουνε ψυχή;
Στην Ή π ε ι ρ ο και στη Μ α κ ε δ ο ν ί α μνήσκουν και κάμποσοι Ελληνόβλαχοι, σκόρπιοι σε διάφορες πολιτείες και χωριά. Αυτούς, με την αφορμή τάχα πως είναι συγγενείς τους, βάλθηκαν οι Ρουμάνοι να μας τους πάρουν και να τους κάμουν Ρουμάνους. Φωνάζουν οι κακόμοιροι οι Βλάχοι πως δεν είναι Ρουμάνοι, πως δε θέλουν να είναι άλλο παρά Έλληνες. Οι Ρουμάνοι, τίποτε.
Όλη το λοιπόν η προστυχιά της Πόλης, άντρες, γυναίκες, και κάμποσοι Αρειανοί καλόγεροι, ξεκινούνε μια μέρα από τη Μητρόπολη της Αγιά Σοφιάς, σπάνουν τις θύρες της Αγίας Αναστασίας, και ρημάζουν το παρακκλήσι με λιθάρια, με μαγκούρες και μαναμμένα δαδιά. Πήγε να πεθάνη από τη λύπη του ο δύστυχος ο Γρηγόριος.
Αλλ' ο κυρ-Δημάκης βήξας, ίνα μη ακουσθή η βαρεία χλεύη, εξακολουθεί τας δικαιολογήσεις του: — Ήτανε γραφτό να πεθάνουμε καμπόσοι δεκατιστήδες! Στην ψάθα! — Εικοσιτέσσαρες πεντακόσιες! Εκήρυττεν ο δημόσιος κήρυξ. — Τριάντα!
— Ε! καϋμένε, κυρ Βαγγέλη!... δεν είσαι και συ, κανένας μερακλής ...δεν σ' ακούσαμε καμμιά βραδυά να μας παίξης κ' εδώ τίποτα... Είνε καμπόσοι βιολιτζήδες τόσο μερακλήδες, που καλλίτερα παίζουν μονάχοι τους, όταν τους έρχεται το κέφι, παρά όταν τους δίνουν οι άλλοι παράδες.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν