Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Το βράδυ οι άλλοι εικοσιτέσσαρες στρατιώται εκλείσθησαν εις το κουτί των, το δε παιδάκι και όλη η οικογένεια επλαγίασαν να κοιμηθούν. Τότε τα διάφορα παιγνίδια ήρχισαν να κάμνουν επισκέψεις μεταξύ των και να παίζονν και να διασκεδάζουν. Ήθελαν και οι κλεισμένοι στρατιώται να έβγουν από το κουτί των, και επροσπάθουν αλλά δεν ημπορούσαν ν' ανασηκώσουν το σκέπασμά του.

Εις την ξυλίνην θύραν του μικρού καφενείου εβρόντησε πάλιν ράβδος βαρεία, ως μοχλός ν' αναμοχλεύση όλην την θύραν, η ράβδος του καπετάν-Παρμάκη, όστις μόλις προφθάσας να ροφήση έν τσίπουρο, να καταιβούν η χολές, που σταθήκανετον λαιμόν του από το πρωί, ακούσας κηρυττομένην την νέαν προσφοράν, έσπευσεν εις το καφενείον και χωρίς να εισέλθη φωνάζει κατακόκκινος από της θύρας: — Εικοσιτέσσαρες!

Αλλά εκατόρθωνε να στέκη με το έν ποδάρι τον, καθώς οι εικοσιτέσσαρες αδελφοί του με τα δύο των. Αυτός λοιπόν, ο εικοστός πέμπτος, έγεινε περίφημος, καθώς θα σας διηγηθώ τώρα. Εις την τράπεζαν επάνω, όπου ήτο ο στρατιώτης αυτός, ήσαν διάφορα άλλα παιγνίδια. Το καλλίτερον όμως από όλα ήτο ένας χάρτινος πύργος. Από τα παράθυρα του εφαίνετο μέσα η αυλή.

Αποφάσισα, λοιπόν να διαθέσω εις πραγματείαν εκείνο το ολίγον που μου είχε μείνη από την πατρικήν περιουσίαν και με συνοδίαν άλλων πραγματευτών να ταξειδεύσω διά θαλάσσης εις τα νησιά της Ινδίας και πληροφορηθείς διά την πραγματείαν, που εις εκείνα τα μέρη ήθελεν έχει ζήτησιν, χωρίς αργοπορίαν έκαμα όλην την απαιτουμένην ετοιμασίαν και εμβήκα εις το καράβι με διαφόρους άλλους πραγματευτάς· και αφού αρμενίσαμεν εικοσιτέσσαρες μέρες με ευνοϊκόν αέρα, την εικοστήν πέμπτην μας έπαυσεν ο αέρας και έγινε μεγάλη γαλήνη εις την θάλασσαν τόσον, που το πλοίον δεν εκινείτο παντελώς·

Αλλ' ο κυρ-Δημάκης βήξας, ίνα μη ακουσθή η βαρεία χλεύη, εξακολουθεί τας δικαιολογήσεις του: — Ήτανε γραφτό να πεθάνουμε καμπόσοι δεκατιστήδες! Στην ψάθα! — Εικοσιτέσσαρες πεντακόσιες! Εκήρυττεν ο δημόσιος κήρυξ. — Τριάντα!

Οκτώ χρόνια, δέκα έξ μπακλαβάδες, εικοσιτέσσαρες σουπιέρες χαμαλιά, παραπάνω από σαράντα κότταις και πήτταις. Και ποιος τα λυπείται αυτά; Μόνον εκατό φοραίς πείσματα, κακιώματα. Πότε με την μίαν αρραβωνιαστικήν τα εχαλνούσε, πότε με την άλλην. Κατ' αρχάς είχε δώσει σημάδια εις την άλλην. Ύστερον τα εχάλασε κ' «έδεσε πανδρειαίς» μ' αυτήν.

Ο ειρηνοδίκης βλέπων ότι αυξάνει το ποσόν πέραν των ελπίδων του, εξήγαγεν από της μηλωτής το κάτωχρον πρόσωπόν του ως από το όστρακον χελώνης, και διά της χειρός εσημείωσε την νέαν προσφοράν. Οι χαρτοπαίζοντες ώκτειραν την απειρίαν του πλοιάρχου, όστις επλειοδότει τόσον αποτόμως. — Εικοσιτέσσαρες και μισή. Προσθέτει πάραυτα γλυκά-γλυκά ο κυρ-Δημάκης, εξακολουθών ν' αναμετρή το κομβολόγι του.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν