Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025


Βελονιές μυριάδες, μικρές βελονιές, σχημάτιζαν απάνω της το περίπλοκο κέντημα των πόνωνπου δεν το ζωγράφισαν ποτέ χέρια φτωχής κόρης σε δαντέλλα μηδέ τ' άστρα στον ουρανό. Κάτου απ' το πεύκο η πεθαμένη καρδιά εστέναζε κι' έλεγε. — Δε στενάζω που η πληγές μου ήταν μυριάδεςμόνο στενάζω που ήταν τόσο μικρές, που ήταν βελονιές.

Ο γέρο-Φραγκούλης εστέναζε, και είχε δίκαιον να στενάζη· Το καλλίτερον κοράσιόν του, το τρίτον, το μικρότερον, δεκατετραετές μόλις την ηλικίαντο οποίον είχε γεννηθή κατά τι διάλειμμα έρωτος, μεταξύ δύο χωρισμώντου είχεν αποθάνει προ ολίγων μηνών . . . Και αυτός ήλθεν εις την Παναγίαν διά να κλαύση και να πη τον πόνον του. Ήτον κτήμα του ο ναΐσκος της Παναγίας της Πρέκλας.

Κι' εδιάβαινε με έρωτας η ώρα κι' η ημέρα, πλην φευ! την ευτυχίαν μου εφθόνησεν η μοίρα, και εξ Ελλάδος έφθασε μ' ελληνικόν αέρα μία πολίτις Συριανή και μαυρομμάτα χήρα. Αφήκε την πατρίδα της, και ήρχετο να γίνη 'στο σπήτι του εμπόρου μου κυρία οικονόμος· καθώς κι' εγώ εξόριστος εστέναζε κι' εκείνη, και την εκούραζε πολύ της ξενιτειάς ο δρόμος.

Ε! γιούργιαΕν τούτοις, είτε διότι το έδαφος, εφ' ου είχε σκαρωθή το πλοίον, δεν ήτο αρκετά κατωφερές, είτε διά την ατέλειαν των κινητηρίων μέσων, το σκάφος εστέναζε, εστέναζεν και δεν εκινείτο.

Ο Χριστοδουλής ελησμόνησε τα χέλια, το καβουράκια και τα κεφαλόπουλα, τα οποία διενοείτο να κλέψη, και δεν εχόρταινε να βλέπη την παιδικήν εκείνην επί της λίμνης περιπλάνησιν. Αλλά δεν του διέφυγε και η &ατζαμωσύνη& του Νίκου, όστις δεν είξευρε ν' &αβαράρη& κανονικά, καθώς έπρεπε, και χωμένος μέσα εις τους καλαμώνας ο παιδικός φίλος σου εστέναζε κ' έλεγε: «Α! να ήμουν εγώ»!. . .»

Αυτός έβλεπε και έβλεπε, και ο στόμαχός του εστέναζε και ωλόλυζε διαμαρτυρόμενος. Ας φ ύ γ ω μ ε ν! του έλεγεν εμπιστευτικώς. Αλλά πού να φύγη ο πεινών εκείνος ιέραξ! Και έμενεν ατενίζων επί το απρόσιτον θύμα του, και μάτην βασκαίνων αυτό διά των απορροφητικών του βλεμμάτων.

Είναι η φωνή του Περικλή, Εκείνου η λαλιά. Έψαλλεν ο ταλαίπωρος, Κ' εμέμφετο βαρέως, Νεάνιδα αναίσθητον Κ' εστέναζε βαθέως, Με δακρυσμένον, θολερόν, Ρεμβώδη οφθαλμόν. Συνωφρυώθη αιφνηδόν Το γαύρον μέτωπόν του, Έπαυσε ψάλλων. Έγεινεν Ωχρόν το πρόσωπόν του, Κ' εκτύπα η καρδία του Τον έσχατον παλμόν. Αλλοίμονον!

Λέξη Της Ημέρας

καρποφόροι

Άλλοι Ψάχνουν