Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025
— Αυτή η βαρκούλα είνε 'κεινής της γολέττας; — Ως φαίνεται. Ο νέος εξέφερε την εικασίαν μετά λύπης, προβλέπων ότι η περίστασις αύτη εξ ανάγκης θα συνέτεμνε την ονειρώδη δι' αυτόν εκδρομήν, αλλά παρ' ελπίδα η Λιαλιώ εκρότησε τας χείρας ως άτακτον παιδίον την μεγίστην ευρίσκον ηδονήν εις ότι οι άλλοι επιμένουν να του απαγορεύωσι.
Αλλ' ούτος, δεν ήτο ο μόνος πάσχων όστις είχε δικαιώματα επί το έλεος του Σωτήρος· κ' επειδή δεν εξέφερε παράνομον, είνε προφανές ότι η λύπη δεν τον κατέστησεν ιδιοτελή και άδικον. Αλλά την στιγμήν ταύτην έφθασεν εις των οικείων του λέγων: «Η θυγάτηρ σου απέθανε· μη σκύλλε τον Διδάσκαλον». Ήτοι μη ενόχλει αδίκως Αυτόν. Τούτο δε φαίνεται ότι το είπε μετ' ειρωνείας.
Σπρώχνοντας η μεγάλη την μικρή την έρριξε μέσα στο νερό, και πιάνοντας η μικρή την μεγάλη, κατά πως φαίνεται, την ετράβηξε μαζύ της μέσ' τη στέρνα». Ταύτα εξέφερε μάλλον ως συμπερασμούς η ανακρινομένη· διότι μόλις επάτησε το κατώφλιον της θύρας, έλεγε, κι' άκουσε ένα &μπλουμ&! και δεν επρόφθασε να προλάβη την καταστροφήν, μόνον επήρε «μεγάλη τρομάρα». Ο παρεπίδημων ιατρός, κ.
Ο Κωνσταντής ο Περηφανάκιας, συνάδελφος του Στάθη βοσκός, εξέφερε γνώμην ότι έπρεπε να πάρουν μέγα χονδρόν άγκιστρον, ωσάν αρπάγην, να το δέσουν εις την άκραν του σχοινίου, και εις το άγκιστρον επάνω να περάσουν κλαδιά και χόρτα και βλαστάρια, και διά του δολώματος τούτου να εφελκύσουν τας δυο αίγας, ώστε, ενώ αύται θα εμασούσαν την ορεκτικήν τρυφεράν βοσκήν, το οξύ ακονημένον άγκιστρον θα ήτο πιθανόν να χωθή μέσα εις το κατωσάγωνον της μιας και της άλλης γίδας, και τότε, αιματωμένας μεν, αλλά σωσμένος, θα τας ετραβούσαν επάνω.
Αλλ' εις μάτην. — Κατάρα! έκραξεν ο νομιζόμενος Μάχτος, και ήτο η πρώτη φορά καθ' ην εξέφερε φωνήν χωρίς να μεταπλάση ή να παραποιήση αυτήν. — Δεν ομοιάζει με την φωνήν του Μάχτου! εσκέφθη η Αϊμά. Αλλ' όμως εξηκολούθει να πιστεύη ότι ήτο ο Μάχτος. Ο άγνωστος ελύσσα. Προσεπάθει εις μάτην να συντρίψη το κλείθρον εκείνο. — Τώρα, είπε, τώρα τι να κάμω;
Ο Ιώσηπος διηγείται ότι, μετά την πολιορκίαν του Τίτου, ουδείς, εν τη δηώσει και τη ερημία ήτις έμεινε, θ’ ανεγνώριζε το κάλλος της Ιουδαίας· και αν Εβραίος τις ήρχετο αίφνης εις την πόλιν, όσον καλώς και αν την είχε γνωρίσει πρότερον, θα ηρώτα, «ποία πόλις είνε αύτη;» Επήλθε μικρός σταθμός εν τη πομπή ενώ ο Ιησούς έχυνε τα θεία δάκρυα Του και εξέφερε τον προφητικόν θρήνον Του.
Την στιγμήν εκείνην επέστρεψεν η γραία Παντελού, αφού είχε προπέμψει μέχρι της κλίμακος την γηραιάν φίλην της. — Κουράγιο, νυφούλα μου, κουράγιο, είπεν ιδούσα την έκτακτον ωχρότητά της, και μη μαντεύουσα τι είχε λεχθή. Η ασθενής κατέβαλεν υπεράνθρωπον αγώνα, και συνήλθε. Δεν εξέφερε κανέν παράπονον. Εβίασε εαυτήν να μειδιάση προς την πενθεράν και προς το θυγάτριόν της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν