Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Ιουνίου 2025


Στροφή άσματος αλγεινή την ερώτησίν μου ηκολούθησε, και το πτηνόν απήντησε με τονισμόν υψίστου πόνου: — Ήτον ένας Σ ά λ ι α γ κ α ς, όστις υπερίσχυσεν εμού· εγώ, πτωχός ψάλτης, έφερον επί της ράχεώς μου ελαφράς μόνον πτέρυγας· εκείνος, έρπων Διαβάτης, έσυρεν επί της ράχεώς του ολόκληρον σπίτι! Και τον επροτίμησε το άνθος μου!. . Έφυγα, ω αδελφέ, κατησχημένος ότι ενικήθην.

Πας διαβάτης, παν παιδίον, πας μοχθηρός γείτων, πάσα κακότροπος γραυς εξετόξευε το βέλος τούτο κατά της ατυχούς Αϊμάς. Τι να πράξη τότε; Αναλογιζομένη ότι ήτο γύφτισσα, ότι ήτο καταδικασμένη να είνε γύφτισσα, ώφειλε τουλάχιστον να συμπονή τους συναδέλφους αυτής εν τη δυστυχία. Πανταχού όπου μετέβαινεν, όπου ίστατο, όθεν διήρχετο, ερρίπτετο κατ' αυτής ως λίθος αναθέματος η λέξις αύτη.

Οι σκύλοι ανεγνώρισαν τον συριγμόν κ' έπαυσαν ευθύς τας υλακάς των. Έμενον όμως εκεί επί τόπου, ατενίζοντες με τους μεγάλους υελώδεις οφθαλμούς των τον Δημήτρην και μόλις τον είδον κινούμενον επανέλαβον τας υλακάς και την επίθεσίν των. — Ρε, αγρίμι νάνε; — Μπα· διαβάτης θα νάνε. — Να μην ένε λύκος; Οι βλάχοι ήρχισαν ν' ανησυχούν τόρα.

Μπορώ κι' είμαι ένας διαβάτης ... Είδα ένα ωραίο τοπείο. Αχ! τι ησυχία! τι ησυχία! Κι' όμωςτι θάνατος .. . Αλήθεια θα είνε δυνατό να ζήσω κι' αύριο έτσι πεθαμένος ; Βελόνες της υποψίας, μαχαίρια της λύπης, φίδια της ζήλειας — η καρδιά μου που είχε την τρέλλα να γιατρευτή, τώρα φωνάζει και ζητεί της πληγές σας. Ω, ξαναρθήτε! Παρίσι, 1909.

Η Αϊμά έδειξε την πληγήν της, ην συνέσφιγγε με την χείρα. — Ποίος σ' εκτύπησε; — Κάτι παιδιά, είπεν η Αϊμά. Ο παροδίτης απέσυρεν εκ του θυλακίου το μανδύλιόν του και έδεσε το τραύμα της κόρης. — Σηκώσου να πάμε εις το σπίτι σου, είπεν ο ελεήμων διαβάτης. Πού θέλεις να πάμε; Εγώ βαστώ το πανέρι σου με τα ρούχα.

Κοκκίνισε σαν την παπαρούνα τ' Απρίλη στο πρόσωπο, μου χάρισε και δεύτερη συμπαθητικιά ματιά που μου ανατάραξε τα σωθικά όλα. Όπως θολώνει κάθε διαβάτης στο πέρασμά του τα λαγαρά βάθη του ποπαμού, και με το σιγαλό της «ευχαριστώ» την άκουσα να μουρμουρίση και τούτα: — Αλλοίμονό μου, πώς κατάντησα. Ήταν σεμνότατα τα λόγια της και δεν της αντιλογήθηκα.

ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποια λόγια; πε μου γλίγωρα, θέλω να μάθω. ΧΟΡΟΣ Λένε πως τον σκότωσε κάποιος διαβάτης. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Έτσι ακουστά το ’χω κ’ εγώ. Μα ποιος τον είδε; ΧΟΡΟΣ Ακόμη και αν αφόβητη τύχ’ η ψυχή του, όμως θαρρώ η κατάρα σου θα τον μακρύνη. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Όποιος χωρίς να ταραχθή κάμνει το κρίμα, εκείνον δεν τρομάζουνε τα μάταια λόγια.

Λέξη Της Ημέρας

συμπάθα·

Άλλοι Ψάχνουν