Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Ότι έκαστον γράμμα εις τας συντομωτάτας και ευκολωτάτας συλλαβάς το αντιλαμβάνονται καλά, και είναι ικανοί να λέγουν το ορθόν ως προς αυτά. Νέος Σωκράτης. Πώς όχι; Ξένος. Δι' αυτά όμως τα ίδια γράμματα εις άλλας συλλαβάς πάλιν αμφιβάλλουν και πλανώνται και με την γνώμην των και με τον λόγον των. Νέος Σωκράτης. Βεβαιότατα. Ξένος.

Πώς δύναται το ψυχρόν, νεκρόν γράμμα να παραστήση αυτά τα ουράνια άνθη του πνεύματος!

Και τι βγαίνει τώρα απ' όσα είπαμε; Βγαίνει που χρωστούμε σέβας στη γλώσσα του λαού, όπως σέβουνται τη δική τους όλα τανεξάρτητα τα κράτη, και που πρέπει να φύγουν οι ξένοι, για να τελειώση η δουλεία , και για ναρχίσουμε πια με τα σωστά μας τη δουλειά . Ελπίζω, αξιότιμε Κύριε, να μη σας κούρασα· το γράμμα μου έγινε μελέτη. Δεν το βουλλώνω ακόμη.

Προτού το γράμμα μου την προλάβη, αυτή είχε φύγει με κάποιον, που την άφησε ύστερ' από έξη μήνες. Την είδα κατόπιν στα 1884 στο Παρίσι όπου κατοικούσε με τη μητέρα της, και τη ρώτησα αν το διήγημα είχε να κάνη τίποτε με τη δική της ιστορία.

Και την τραβώ και της σφίγγω τα μπράτσα που τα ξεσκίζω με τα νύχια μου· την πετώ απάνω στο κρεββάτι, την πιάνω από το λαιμό. Να τη χτυπήσω, να την μπατσίσω, να τη στραγγουλίσω. Κάτι να της κάμω! — Το γράμμα! το γράμμα! Ποιανού είναι το γράμμα; Και να πάλε που με μιλεί. Να που ακούω πάλε τη φωνή της·Καρλή μου, Καρλή, μια στιγμή μόνο. Ό τι θέλεις, να με κάμης. Μα πρώτα να σου πω.

Και τι σ' ερωτά; είπεν ο Σκούντας μετ' αυξομένης περιεργείας. Και καταλιπών την θέσιν του, διευθύνθη προς το μέρος του Μάχτου. — Μ' ερωτά αν ξεύρης γράμματα. — Ξεύρω, είπε μετά προθυμίας ο Σκούντας. — Φίλε μου, είπε συσταλείς ο Μάχτος, ερωτούσα εδώ τον ταβερνάρη αν ειμπορή να μου κάμη ένα γράμμα.... — Εγώ ειμπορώ, είπεν ο Σκούντας. — Τότε....

Τώρα θα μας ρίξη με κανένα άλλο του γράμμα στη μεγάλη Πασκαλιά! Ετς πάμε τώρα τόσα χρόνια: Από πασκαλιά σε πασκαλιά κι' απ' Άη-Γεώργη σ' Άη Δημήτρη!.... — Πού το ξέρ'ς, καημένη κυρά; της είπε η υπηρέτρα. Μπορεί νάρθη κι' απόψε. Η μέρα δε σώθηκε ακόμα! Εκείνη τη στιγμή ακούστηκ' ο σήμαντρος της εκκλησιάς, που σήμαινε τον εσπερινό «τσιγγ τσιαγγ... τσιγγ τσιαγγ»

Ηρεύνησε δε εις τον κόλπον του και εξήγαγε μέγαν φάκελλον με πολλάς και ποικίλας σφραγίδας και γραμματόσημα. — Γράμμα, είπες, παππά, επανέλαβεν η Αχτίτσα, μόλις τότε αρχίσασα να εννοή τι της έλεγεν ο ιερεύς. Ο φάκελλος, ον είχεν εξαγάγει από του κόλπου του, εφαίνετο ανοικτός από το έν μέρος.

Εχαιρέτησα ως τόσον τον Μουφάκ χωρίς να του ειπώ κανένα λόγον. Μα ο Κατής γνωρίζοντάς με αντραλωμένον και αμφιβάλλοντας ότι από καμμίαν μου απόκρισιν θα μείνη ανωφελής ο στοχασμός του, άρχισε να λέγη, ότι δεν πρέπει να χάνεται ο καιρός εις λόγια, αλλά πρέπει να κάμωμεν το συμφωνητικόν γράμμα της υπανδρείας εις ετούτην την στιγμήν.

Τέλος, μίαν πρωίαν, ήλθε γράμμα, με μέγαν χρωματιστόν φάκελλον, με πολλάς σφραγίδας και γραμματόσημα όχι ολίγα. — Καλώς ταδέχτης, καλώς ταδέχτης, γειτόνισσα. — Καλώς ταδέχτης, εξαδέλφη. — Ευχαριστώ, καλό νάχετε. Η Ασημήνα είχε μεγάλες χαρές, ομοίως και η Αφέντρα, η κόρη της.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν