Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Μαΐου 2025


Να, ένα δυνατό παιδί, Μηνά. ΜΗΝΑΣ. Διατί; ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Δεν βλέπεις ότι σηκώνει το τρίτον του κόσμου; ΜΗΝΑΣ. Τότε το τρίτον του κόσμου είναι μεθυσμένο. Είθε να ήτο και το όλον· θα ετρέχαμεν με κλειστά μάτια! ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Πίνε λοιπόν και συ, διά να αυξήση η ευθυμία. ΜΗΝΑΣ. Εμπρός. ΠΟΜΠΗΙΟΣ. Δεν εφθάσαμεν ακόμη εις τα Αλεξανδρινά συμπόσια.

Μη μ' εμπαίζης, είπεν οργισθείς ο ξένος. Το βλέπεις αυτό; Και ήστραψεν εις το σκότος η λεπίς του εγχειριδίου. — Δεν σε είδα, αφέντη, είπε τρέμων ο Τρέκλας. Τώρα ήλθα. Φταίγω εγώ; εκοιμώμουν και δεν σε είδα. — Θα ομιλήσης σωστά; είπεν ο ξένος. Θα σε τρυπήσω τώρα μ' αυτό. — Ω, αφέντη, ξεύρω κεγώ; Διατί μ' ερωτάς; Τι θέλεις από εμέ; Δεν έχω χρήματα. — Δεν θέλω εγώ χρήματα. Μ' επήρες διά κλέπτην;

Έπειτα: — Έπειτα θρήνος κ' αίματα· είπε η κόρη σέρνοντας ανάλαφρα το χέρι της απάνου στο κέντημα· δε βλέπεις; Αίματα και λαχτάρες απ' άκρη σ' άκρη. Μα η ψυχή του πρώτου μας διαβαίνει απάνου τους και τα στολίζει σαν αχτίνα στο μακελειό. Να κύτταξε... — Ένας Ιππότης! Φράγκος είνε, Ελπίδα; — Γι' Ατθίδα με πήρες που θα κεντήσω Φράγκους; Είνε Μορφόπουλος.

Τότε το Φάσμα μου λέγει: — Βλέπεις τους πωλούντας; — Ναι. — Είνε πάντοτε οι πλούσιοι. Βλέπεις και τους αγοράζοντας; — Ναι. — Είνε πάντοτε οι πτωχοί. Και θεωρώ άνθρωπον, κρατούντα πήχυν ελαστικόν, και μετρούντα τους διαβάτας. — Τι μετρεί αυτός; ερωτώ. — Μετρεί την ηθικήν των άλλων με την ιδικήν του.

Βλέπεις τι έκανες; Μ' επρόσβαλες μπροστά στον κόσμο κ' έδιωξες από το σπίτι μου πρόσωπα της ανωτέρας αριστοκρατίας. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Λίγο με μέλει για την ανωτέρα αριστοκρατία τους. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Δεν ξαίρω τι με κρατάει καταραμένη και δε σου σπάω το κεφάλι με τα κόκκαλα πούμειναν στα πιάτα. Ακούς εκεί ναρθής να μου ταράξης το γεύμα μου! Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Λίγο με μέλει, σου είπα.

Και μόνον η βάρδια αγρυπνεί, ο φρουρός, βλέπων πάντοτε εμπρός, εις απόστασιν, και ο τιμονιέρης βλέπων προς τον ουρανόν και προς τ' άρμενα της αγρυπνούσης σκούνας, ήτις προχωρεί αδιακόπως γλυκά συνομιλούσα με το κύμα. — Βλέπεις εκείνο τ' άστρο, το γεμάτο; Εκεί να πηγαίνη το μπαστούνι σου. Και να παίζη ο κόντρας, το πλέον υψηλόν ιστίον. Ακούς, Γιαννάκη μου; Α! παιδί μου!

Δεν βλέπεις πόσον καθαρός είναι ο ουρανός, ατάραχη δε και γαλήνιος, ωσάν καθρέπτης, όλη η θάλασσα ; Χαιρεφών Έχεις δίκαιον• φαίνεται αλήθεια, ότι είναι αλκυονίς η σημερινή ημέρα, καθώς και η χθεσινή.

Δεν πααίνω σου λέω, δεν πααίνω! μου κάνει κακό!. . . — Πήγαινε καϋμένη και σήμερα. . . βλέπεις πως θα πάω ν' αλέσω!. . . . . . Πρώτην φοράν, φωναί ανδρικαί και γυναικείαι εκ περιτροπής, εξήρχοντο τόσον έντονοι και τεταραγμέναι, ωσεί συγκρουόμεναι μεταξύ των, από του οικίσκου του Μελοπούλου.

Εάν μου κάμης αυτό το καλό, είπεν επί τέλους, θα γενώ σκλάβα σου, να σκουπίζω το κατώφλιον του σπιτιού σου με τας βλεφαρίδας των οφθαλμών μου! — Είτα ήρχισε να διηγήται: Ήταν πριν γενή το μονοπωλείον του καπνού στην Πόλι. Ο Κιαμήλης μου δεν ήτον παιδί για να γένη σ ο φ τ ά ς και να κάθεται με τα χέρια σταυρωμένα, καθώς τον βλέπεις τώρα.

Ειπέ μου συ, ποία δίκη απεφάσισε να σου δέσουν τα χέρια και να σε οδηγήσουν εδώ με το παιδί σου; Φέρεσαι προς το θάνατον ως προβατίνα με το αρνί της, ενώ εγώ δεν είμαι παρών ούτε ο σύζυγος σου. ΑΝΔΡΟΜΑΧΗ Καθώς βλέπεις, ω γέρον, αυτοί με οδηγούν να αποθάνω μαζί με το παιδί μου.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν