Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Δεν μου λέγεις πού ηύρες τον σκούφον σου; ― Τον ηγόρασα από τον Άγγλον πρόξενον, αλλά δεν ευρίσκεις πλέον. Τους εξεπώλησεν. Ο Άγγλος πρόξενος επώλησε σκούφους ! Αι υποψίαι μου μετεσχηματίσθησαν εις βεβαιότητα.

Αλλ' έχομεν βεβαιότητα ότι η κρίσις του Θεού είνε κατά αλήθειαν εναντίον εκείνων οίτινες τοιαύτα πράττουσι.

Ποιός ξεύρει : πιθανόν να μου ήρεσε το δράμα, επειδή μου είχεν αρέσει το μιθυστόρημα, επειδή έβλεπα γνώριμα πρόσωπα επάνω εις την σκηνήν, και επειδή μου ενθύμιζαν περιγραφάς, σκηνάς και επεισόδια ωραία• πολύ υποπτεύομαι, αλλά χωρίς να έχω καμμίαν βεβαιότητα, ότι εις το δράμα εχάλασε το μυθιστόρημα, όπως συμβαίνει σχεδόν κάθε φοράν που από ένα μυθιστόρημα βγαίνει ένα δράμα.

Την άφησα κ' έπειτα από μια στιγμή βυθίστηκα σ' έναν ύπνο, όμοιο με θάνατο. Πριν περάση η άλλη μέρα, γνωρίζαμε πως δεν υπήρχε σωτηρία και πως ο μικρός Σβεν θα πέθαινε. Η βεβαιότητα έπεσε απάνω μας σα βαρύ χτύπημα, γιατί όλον τον καιρό πρωτήτερα δεν πάψαμε να ελπίζουμε.

Είχα ρωτήσει γιατί άλλαξε τόσο η γυναίκα μου και δεν το έμαθα. Έλαβα μόνο μιαν απόδειξη της αγάπης της. Κι αληθινά έτσι είναι η αγάπη: δε θέλει τίποτες άλλο παρά τον εαυτό της κι όλα τα ρωτήματα που βάζει δεν έχουν άλλο σκοπό παρά να της δώσουνε τη βεβαιότητα, που δίχως της δεν μπορεί να υπάρχη.

Ο φύλαξ των λάκκων διώρισε τέσσαρας άνδρας, και μεταξύ αυτών τον Βινίκιον· αυτός δε μετά των άλλων ήρχισε να συσσωρεύη τα πτώματα επί των κάρρων. Ο Βινίκιος ανέπνευσε. Τώρα τουλάχιστον είχε την βεβαιότητα ότι θα επανεύρη την Λίγειαν. Ήρχισεν ερευνών λεπτομερώς το πρώτον υπόγειον και δεν ανεκάλυψε τίποτε. Εις το δεύτερον και το τρίτον αι έρευναί του απέβησαν επίσης άκαρποι.

Σου φέρω μόνον την βεβαιότητα, ότι και ο Ούρσος ευρίσκεται εδώ, και η θεσπεσία Λίγεια ευρίσκεται επίσης εν Ρώμη, προσέτι δε την είδησιν, ότι την νύκτα ταύτην θα είνε και αυτή κατά πάσαν πιθανότητα εις το Οστριανόν . . . — Εις το Οστριανόν; Πού ευρίσκεται τούτο; — Είνε αρχαίον υπόγειον μεταξύ της οδού Σαλαρίας και της οδού Νομεντάνης.

Και βεβαίως από αυτό ποίον άλλο μεγαλίτερον αγαθόν ή κακόν ημπορούμεν να ειπούμεν ότι μας συμβαίνει με απόλυτον βεβαιότητα; Κανέν άλλο, νομίζω.

Άμα διαβάζω τα φύλλα αυτά και βλέπω πως τρέκλιζα αναμεταξύ ελπίδας και φόβου δε νοιώθω πως μπορεί να είναι αληθινά όσα διηγούνται αυτά τα φύλλα. Κι όμως είναι. Κι όσο κι αν είναι τα σημειώματα αυτά άπλερα και κοματιαστά, μου διηγούνται ωστόσο με τέλεια βεβαιότητα πως τότε έλπιζα περσότερο παρότι μπορώ να το εννοήσω τώρα που εξηγηθήκανε και τελειώσαν όλα.

Έχεις βεβαιότητα ότι θα σε δεχθή; επέμεινεν ο Θεόδωρος. — Ειπέ του ότι τον ζητεί ένας, ο όποιος έχει κάτι να του ειπή. Ο Θεόδωρος εδίσταζεν. Ο ξένος δεν είπε τι προς αυτόν, αλλ' η στάσις του ενέφαινεν αξιοπρεπή επιμονήν. — Και ποίος να είπω ότι τον ζητεί; ηρώτησεν ο Θεόδωρος. — Είς μοναχός, δούλος του Θεού του αληθινού, όστις έχει σπουδαία να τω είπη.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν