Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025
Και διαβαίνοντας αυτά ήλθαμεν εις μίαν αυλήν, της οποίας τα τείχη εφαίνοντο κτισμένα από πλάκες χρυσίου και το έδαφος ήτον εστρωμένον από πλάκες ασήμι· Εις το μέσον της ήτο ένας πύργος υψηλός από ξύλον κόκκινον της Ινδίας επάνω εις έξη κολώνες από τζελίκι της Κίνας, και υποκάτω του οποίου ήτον ένας μεγάλος θρόνος από ατόφιον χρυσάφι.
Άμα επάτει τις εις το λιθόστρωτον, αφού άφηνεν οπίσω του το μαγαζί του Καψοσπύρου, το σπίτι του Καφτάνη και το παληόσπιτον του γέρο- Παγούρη με την τοιχογυρισμένην αυλήν, ευρίσκετο απέναντι εις το σπίτι του Χατζή-Παντελή, με τον αυλόγυρον σύρριζα εις τον βράχον.
Καθ'όλην την νύκτα περιεφέρετο εις την αυλήν ο άθλιος μη δυνάμενος να εξέλθη, ως να ευρίσκετο εις λαβύρινθον, έως ου εξημέρωσε και συνελήφθη με τα κλοπιμαία. Και τότε μεν έφαγεν όχι ολίγον ξύλον, έζησε δε ολίγον καιρόν ακόμη και απέθανεν αθλίως, διότι, ως έλεγε, κάθε νύκτα τον έδερνεν ο Πέλιχος, ούτως ώστε την επιούσαν εφαίνοντο τα σημάδια εις το σώμα του.
Ενώπιόν μου ηνοίγετο μακρός διάδρομος και εκατέρωθεν αυτού δύο θύραι, δι' ων έβλεπον ευρύχωρα δωμάτια έρημα κατοίκων και παντός σκεύους. Εις το πέρας του διαδρόμου εκείνου εξετείνετο έτερος τοιούτος, τέμνων τον πρώτον κατ' ορθήν γωνίαν και φωτιζόμενος δι' υαλοφράκτου θύρας, αγούσης εις κηπάριον ή μάλλον χορτόφυτον αυλήν, περιφρασσομένην υπό τεσσάρων τοίχων.
Εν ώ δε ο Μπάρμπα-Σταύρος με όλας τας διαμαρτυρίας της συζύγου του ητοιμάζετο να εξέλθη και αυτός εις τον ελαιώνα κρατών το βαρύ κοντάριον, ηκούσθη εις την αυλήν οξύς γρυλλισμός, ως να εμουρμούριζεν ιδιότροπος θυμώδης γέρων. — Το γουρνόπουλο, Κρατήρα· είδες; εξεχάσαμε το γουρνόπουλο.
Ο Σουλτάνος ευθύς που έμαθε τον αρπαγμόν της θυγατρός του από την αυλήν του βασιλέως της Γάζνας, εσυνάθροισεν όλους τους Αστρολόγους του βασιλίου του διά να εξετάξουν το τι έγινεν η θυγατέρα του.
Ένας Οφφικιάλος βασιλικός βλέποντάς τον ότι ήτον ξένος, τον ηρώτησε, τι γυρεύει εις εκείνην την αυλήν. Εγώ είμαι ένα Βασιλόπουλον ξένον, του απεκρίθη ο Καλάφ, και έρχομαι να παρουσιασθώ εις τον Βασιλέα διά να αποκριθώ εις τα αινίγματα της βασιλοπούλας θυγατρός του.
Ο Καλάφ περίεργος διά να ιδή ένα τέτοιον θάνατον, εβγήκεν από το σπήτι του, και υπήγεν εις την αυλήν του βασιλέως, εκεί που έμελλον να θανατώσουν το βασιλόπουλον.
Εσκέφθη τους ανθρώπους, τους οποίους συνήντησε μόλις εισήλθεν εις την αυλήν, αγρίους, ως ληστάς, με μακράς γενειάδας και παχείς μύστακας, με φουστανέλλας καταλερωμένας από κηλίδας αίματος· τας γυναίκας, ασέμνους και διεφθαρμένας· τα παιδία, ημίγυμνα και κατεσκληκότα, ως γυφτόπουλα. . . Εσυλλογίσθη έπειτα τους λόγους, τους οποίους είπον περί αυτού, τ' αχόρταγα βλέμματα, τα οποία του έρριπτον, και στοχασθείς ότι έπεσεν εις οδόντας λύκων ήρχισε να περιστρέφηται ανησύχως, ν' ατενίζη αδιακόπως τ' άστρα, ανυπόμονος να τα ίδη τρεμοσβύνοντα. . . Ούτω διήλθεν όλην την νύκτα και μόλις καθησύχασεν, όταν ήκουσε το εωθινόν λάλημα των πετεινών κ' είδεν εις τον ορίζοντα τας πρώτας λάμψεις της ημέρας.
Η πλουσία, η τωρινή, την απέπεμψε με άδεια χέρια από το σπήτι της και από την αυλήν της. Μία όμως από της γεινόνισσες, αυτή και η κόρη της, ήσαν ιδιαιτέρας κατασκευής γυναίκες. Ετρώγοντο με όλην την γειτονιάν. Τακτικά εμάλωναν κάθε μήνα με μίαν γειτόνισσαν, με την σειράν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν