Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025


Και σαν να εξάγνισε τη ψυχή του ο φόβος και το μυστήριο του θανάτου από τα ποταπά αισθήματα, αισθάνθηκε μια πικρότατη μεταμέλεια, γιατί κιαυτός είχε κακολογήσει με τους άλλους τη δυστυχισμένη κοπελιά και λίγο προτήτερα είχε περάσει από το νου του ένας πονηρός διαλογισμός.

Όταν ο Αγαθούλης έφυγε με τον αββά Περιγουρδίνο αισθάνθηκε κάποιες τύψεις, που έκανε απιστία στη δεσποινίδα Κυνεγόνδη. Ο κύριος αββάς συμμερίστηκε τη στενοχώρια του. Πολύ λίγο είχε λάβει μέρος στις πενήντα χιλιάδες λίβρες, πούχασε ο Αγαθούλης στα χαρτιά και στην αξία των δύο μπριλλαντιών, που μισό τάδωσε, μισό του τα κλέψανε.

Αλλ' αν αυτό ήτο για μένα θρίαμβος, πολύ φοβούμαι σήμερα ότι το Βαγγελιό θα αισθάνθηκε κρυφή λύπη, γιατί δε βρέθηκε κάνεις νέος να πάρη την ανθοδέσμη της, αλλά την αφήκαν σένα παιδί δέκα τεσσάρω χρονώ. Στη δεύτερη Ανάσταση ήρθ' έξω στην εκκλησία το Βαγγελιό κέκαμε το Χριστός Ανέστη με τη μητέρα και την αδερφή μου. Ήρθε και σε μένα, αλλά τα χείλη της πέρασαν από το μέτωπό μου, χωρίς να γκίξουν.

Η ντόνα Έστερ ξανακάθισε πλάι του κι εκείνος την αισθάνθηκε που έτρεμε ολόκληρη. «Α, Έφις», μουρμούριζε. «Εκείνος είχε τη ιδέα από τότε κι εσύ δεν έλεγες τίποτε; Και έφυγες; Γιατί όμως; Για να πω την αλήθεια, όλα αυτά μου φαίνονται σαν όνειρο. Εγώ ποτέ δεν έμαθα τίποτε: μόνο οι ξένοι έρχονταν να μου το πουν, μόνο οι ξένοι.

Ό,τι συνέβηκε αυτόν τον καιρό στην ψυχή της Καρολίνας, ποια ήταν τα αισθήματά της προς τον άνδρα της, προς τον δυστυχισμένο φίλο της, δύσκολα τολμούμε με λόγια να εκφράσωμε· αλλά μπορούμε, ύστερα από όσα ξέρομε για τον χαρακτήρα της, να σχηματίσωμε μέσα μας μια ιδέα, και μια ωραία γυναικεία ψυχή μπορεί να μπη στη θέσι της και να εννοήση ό,τι κι' αυτή αισθάνθηκε.

Ξέρετε, αγαπητέ μου Αγαθούλη, πως ήμουν υπερβολικά ωραίος· έγινα ακόμη περισσότερο· έτσι ο αιδεσιμώτατος πατήρ Κρουστ, ο ηγούμενος, αισθάνθηκε για μένα την τρυφερότερη φιλία· μούδωσε το ένδυμα του δοκίμου· μετά λίγον καιρό με στείλανε στη Ρώμη.

Όσον καιρόν έβλεπεν από μακρυά το αποχαιρέτημα με το μαντίλι των δύο γερόντων επροσπαθούσεν η Μηλιά να κάμη θάρρος· όταν όμως έπαυσε να το βλέπη κ' εκείνο, αισθάνθηκε πρώτη φορά ότι ήτο μονάχη εις τον κόσμο^ την επήρε το παράπονο και άρχισαν πάλι τα μάτια της να τρέχουν. Επερπάτησεν όλην την ημέρα χωρίς να σταθή ούτε την πήττα της να δαγκάση.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν