Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Υπερφυής έλλαμψις απεκάλυψεν εν τω άμα εις αυτόν και την ιδίαν αυτού αμαρτωλόν αναξιότητα, και τις ήτο Εκείνος όστις ίστατο μετ' αυτού εις το πλοίον. Ήτο η πρώτη ορμή του φόβου, ήτις έμελλε να μεταβληθή εις ορμήν λατρείας, και αγάπης.

Και εξαγαγούσα εκ του θυλακίου της το κηρίον, όπερ είχε φέρει επίτηδες μεθ' εαυτής, απετύπωσε δι' αυτού το σχήμα του κλειδίου. — Καλήν νύκτα, κόρη μου, είπεν αποσυρομένη. — Καλήν νύκτα, απήντησεν η νέα μη δυναμένη ν' αποσυρθή εκ της θύρας, ης όπισθεν ίστατο. Αλλά μακρυνθείσα δύο ή τρία βήματα η Βεάτη, επέστρεψεν αιφνιδίως πάλιν. — Ελησμόνησα να σ' ερωτήσω πώς ονομάζεσαι, είπε.

Ο δρόμος μας ήτον επί της κλιτύος, ολίγον υψηλοτέρου της θέσεως όπου ίστατο το δένδρον, έτεμνε δε πλαγίως το βουνόν . . . και η δρυς η μαγική, καθώς εξηκολούθουν να την βλέπω επί ικανήν ώραν, με εγοήτευε και με εκάλει, ως να ήτο πλάσμα έμψυχον, κόρη παρθενική του βουνού.

Ο νέος ίστατο πλησίον του αιγιαλού, όπου αλλεπάλληλα μετ' ελαφρού φλοίσβου προσπίπτοντα τα κύματα κατεπίνοντο υπό της άμμου, χωρίς ν' αποκάμνωσι ταύτα από το αιώνιον μονότονον παιγνίδιον, χωρίς να χορταίνη εκείνη από το αιώνιον αλμυρόν πότισμα.

Ο αποσπώμενος διήρχετο σκυθρωπός, εν ώ οι λοιποί εκάγχαζον· και ότε ίστατο, εκάγχαζε και εκείνος διά τον νεωστί διερχόμενον. Ερωτά το Φάσμα: — Εννοείς τι συμβαίνει εδώ; — Όχι· βλέπω, αλλά δεν εννοώ. — Οι ιστάμενοι κρίνουσι τον διερχόμενον· έκαστος ούτω κρίνει όλους τους άλλους· τον εαυτόν του όμως ποτέ· δεν του μένει πλέον καιρός. Και ο Κώδηξ διαρκώς συνεστέλλετο.

Και ημείς, είπεν ο Γεροστάθης, ενομίζομεν ότι ακόμη κοιμάσαι. — Όχι, απεκρίθη, είμαι έξυπνος προ δύο ωρών. Πλησίον δε του Πέτρου ίστατο μικρόν παιδίον, του οποίου η φυσιογνωμία δεν μας ήτο άγνωστος. — Και ποίον είναι αυτό το καλόν παιδίον; ηρώτησεν ο Γεροστάθης. Ο δε Πέτρος απήντησε

Πας διαβάτης, παν παιδίον, πας μοχθηρός γείτων, πάσα κακότροπος γραυς εξετόξευε το βέλος τούτο κατά της ατυχούς Αϊμάς. Τι να πράξη τότε; Αναλογιζομένη ότι ήτο γύφτισσα, ότι ήτο καταδικασμένη να είνε γύφτισσα, ώφειλε τουλάχιστον να συμπονή τους συναδέλφους αυτής εν τη δυστυχία. Πανταχού όπου μετέβαινεν, όπου ίστατο, όθεν διήρχετο, ερρίπτετο κατ' αυτής ως λίθος αναθέματος η λέξις αύτη.

Σημαίες και σημαιούλες εκυμάτιζαν· τα όπλα εξεπυρσοκότουν την μίαν βολήν επάνω εις την άλλην και οι πυροβολισμοί ήσαν διά τα αυτιά του Ρούντυ η ωραιοτέρα μουσική· μέσα εις αυτήν την οχλοβοήν ελησμόνησε καθ' ολοκληρίαν την Μπαμπέτταν, που προς χάριν της μόλα ταύτα είχεν έλθει εδώ. Οι σκοπευταί συνωθούντο εις την σκοποβολίαν και μετ' ολίγον ίστατο και ο Ρούντυ μεταξύ αυτών.

Η σελήνη δεν είχεν ανατείλει ακόμη, επειδή ήτο δύο ή τρεις ημέρας μετά την πανσέληνον. Μέσα εις το ρέμμα, βαθειά κάτω, αντήχει ο ρύχθος του χειμάρρου, του σχηματιζομένου από τας χιόνας τας λυομένας. Και είς υληλός μαύρος βράχος ίστατο απέναντί μου, μυστηριώδης εις το σκότος. Ήτο κατά Μάρτιον μήνα.

Τότε της εφάνη ότι έβλεπεν εμπρός της τον Καμπαναχμάκην, τον άγροικον εκείνον του βουνού· ίστατο ενώπιόν της με την στραβολέκαν του την ποιμενικήν, με το σκαιόν ήθος του, με την όψιν του την τραχείαν και με λαρυγγώδη φωνήν της έλεγε : «Στο Κακόρρεμμα! Στο Μονοπάτι, στη Βρύσι του Πουλιού! Στου Γέροντα το ΕρμητήριοΚαι καθώς εγίνετο άφαντος, ακόμη επανέλαβε· — «Στο Ερμητήριο!

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν