Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025


Μετά τριακονταοκτώ έτη καταπτώσεως, ο άνθρωπος εν ακαρεί ηγέρθη, εσήκωσε τον κράββατόν του, και ήρχισε να περιπατή. Εν χαρμοσύνω εκπλήξει εκύτταξε κύκλω διά να ίδη και ευχαριστήση τον άγνωστον ευεργέτην του· αλλά το πλήθος ήτο πυκνόν, και ο Ιησούς θέλων να διαφύγη την ανωφελή έξαψιν της περιεργείας, ήτις τον εθεώρει ως θαυματουργόν μόνον, έφυγεν απαρατήρητος, «εξένευσεν, όχλου όντος».

Δεν ήλθεν ακόμη η ώρα του; Ποίος ημπορεί να είπη τι ηδύνατο να κάμη αν ήθελε, και αν το ήξευρε συμφέρον; Δεν ηδύνατο τάχα να διατάξη στρατιάν φαιδρών αγγέλων, ως εκείνην ήτις εκήρυξε την εν σπηλαίω γέννησίν Του, να έλθωσι και μεταβάλωσι το ταπεινόν τούτο γαμήλιον συμπόσιον εις ουρανίαν σκηνήν;

Έβλεπα ακόμη αυτά τα χείλη ν' αποστάζουν την απόφασιν, ήτις καθώριζε το μέλλον μου. Τα έβλεπα συσπώμενα εν τη διατυπώσει της θανατικής αποφάσεως. Τα έβλεπα ν' αρθρώνουν τας συλλαβάς του ονόματός μου και εφρικίων διότι, δεν ήκουα κανένα ήχον.

Μ' ετάραξε το βλέμμα της, ο δε οίστρος μου διεκόπη. Πώς να φωνάζω προσκαλών αγοραστάς υπό τους οφθαλμούς μιας ωραίας ξανθής, ήτις με παρετήρει; Επροσπάθουν να εξακολουθήσω το έργον μου, αλλ' ο νους μου ήτο εις το παράθυρον και τα βλέμματά μου υψούντο συχνάκις προς αυτό. Αίφνης βλέπω την νέαν μειδιώσαν.

Διότι η χειρίστη όλων των θλίψεων, ήτις είνε η συνείδησις της αποξενώσεως από του Θεού, η αίσθησις του αίσχους και της ενοχής και της εσωτερικής ευτελείας, η φρενίτις της αυτοαπεχθείας, δι' ης ως διά πυρίνης μάστιγος η εγκαταλελειμμένη ψυχή εξωθήται εις ανήκεστον απόγνωσιν, αυτή έλειπεν ολοσχερώς· και αφ' ετέρου, η χαρά της ασπίλου συνειδήσεως, η ευφροσύνη μιας ψυχής απείρως απεχούσης από πάσης σκιάς ποταπότητος και πάσης ενοχής, η χαρμονή μιας υπάρξεως εντελώς αφιερωμένης εις την υπηρεσίαν του Θεού και την αγάπην του ανθρώπου, τούτο πάντοτε παρίστατο Αυτώ πληρέστατα.

Επροσπάθησα ν' αναπληρώσω αυτούς δι' αντιστοιχούσης τινός ασυναρτησίας, ήτις είναι αναγκαία, όπως δικαιώση την επομένην του γελωτοποιού παρατήρησιν. Sessa, εκ του ισπανικού cessa=ησύχασε. Βλέπει μακρόθεν τον Γλόστερ ερχόμενον και κρατούντα δάδα. Παραλείπω ενταύθα στίχους τινάς υπό του Έδγαρ λεγομένους και εις αρχαίας αγγλικάς προλήψεις αναγομένους.

Την ταύτην οι θεοί οι ίδιοι την ζητούν· και εγώ, Λίγεια, όστις μέχρι τούδε δεν εγνώρισα τον έρωτα, θέλω να βαδίσω εις τα ίχνη του και ζητώ ομοίως εκείνην, ήτις θα δυνηθή να μου δώση την ευτυχίαν . . .

Οδηγούμενοι από το φως της λυχνίας, ήτις συνήθως κρέμαται διά σχοινίου εν τω μέσω της εισόδου του πανδοχείου, οι ποιμένες εισήλθον εις το χάνι της Βηθλεέμ, και εύρον την Μαρίαν και τον Ιωσήφ, και το νεογέννητον κατακείμενον εν τη φάτνη των αλόγων. Η φαντασία των ποιητών και των ζωγράφων ενετρύφησεν αείποτε εις ποικίλας φανταστικάς αναπαραστάσεις της υπερόχου ταύτης σκηνής.

Έπειτα απεχαιρέτισε τον νεαρόν Πλαύτιον, τον γέροντα Έλληνα, όστις εχρησίμευεν ως διδάσκαλος και εις τους δύο, την σκευοφύλακα, ήτις την είχεν αναθρέψει, και όλους τους δούλους. — Δεν είσαι ιδικός μας δούλος συ, είσαι της Λιγείας, απήντησεν η Πομπονία Γραικίνα, αλλά θα σε αφήσουν να υπερβής το κατώφλιον του Καίσαρος; . . . Και με ποίον μέσον θα κατορθώσης να επαγρυπνής επ' αυτής;

Ήτο μία γυνή, ήτις ήτο «εν ρύσει αίματος επί έτη δώδεκα», νόσω κακή και λίαν θλιβερή. Μάτην είχε δαπανήσει την ουσίαν αυτής εις τους ιατρούς, τώρα δε ήθελε να δοκιμάση δωρεάν πλησίον του Μεγάλου Ιατρού.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν