United States or Cameroon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ο Βινίκιος εγείρων ζωηρώς την κεφαλήν ηρώτησε: — Πώς ενεθυμήθης τον Άουλον Πλαύτιον; Εξεύρεις, ότι διά να κτυπήσω την χείρα εις τας πύλας της πόλεως, έμεινα εις την οικίαν του δέκα πέντε ημέρας; Εκεί, ένας εκ των δούλων του, ιατρός, ο Μερίων, με εθεράπευσε. Περί τούτου ακριβώς ήθελα να σου ομιλήσω. — Αληθώς; Μη τυχόν ερωτεύθης την Πομπωνίαν;, . . . Σε οικτείρω. Ούτε νέα είνε ούτε ενάρετος! . . .

Έπειτα απεχαιρέτισε τον νεαρόν Πλαύτιον, τον γέροντα Έλληνα, όστις εχρησίμευεν ως διδάσκαλος και εις τους δύο, την σκευοφύλακα, ήτις την είχεν αναθρέψει, και όλους τους δούλους. — Δεν είσαι ιδικός μας δούλος συ, είσαι της Λιγείας, απήντησεν η Πομπονία Γραικίνα, αλλά θα σε αφήσουν να υπερβής το κατώφλιον του Καίσαρος; . . . Και με ποίον μέσον θα κατορθώσης να επαγρυπνής επ' αυτής;

Ο Πετρώνιος εγνώριζε πολύ καλά τον κόσμον και ήτο αρκετά έξυπνος, ώστε να αντιληφθή τούτο· δι' ό μετά τους πρώτους χαιρετισμούς εξήγησε την παρουσίαν του με όλην την ετυμότητα και όλην την προθυμίαν του, είπεν ότι ήρχετο να ευχαριστήση τον Πλαύτιον διά τας περιποιήσεις, τας οποίας ο ανεψιός του είχε λάβει εις την οικίαν ταύτην και ότι ήλθε εξ ευγνωμοσύνης και μόνον, ενθαρρυνθείς εκ των παλαιών των σχέσεων.

Όχι μόνον απέτρεψα τον κίνδυνον από τον Πλαύτιον και την Πομπωνίαν, αλλά τον απεσόβησα και από ημάς τους δύο και από την Λίγειαν αυτήν, την οποίαν δεν θα καταδιώξουν· υπέβαλα την ιδέαν εις αυτόν τον ξανθοπώγωνα πίθηκον να αναχωρήση διά το Άντιον και εκείθεν διά την Νεάπολιν και τας Βαΐας.

Έχεις επιρροήν επ' αυτού· επί πλέον το πνεύμα σου είνε ανεξάντλητον εις σχέδια . . . Ναι . . . εάν έκαμες λόγον εις τον Πλαύτιον;. . — Μεγαλοποιείς την επιρροήν μου και την ευφυίαν μου, αλλ' έστω, θα υπάγω να ομιλήσω εις τον Πλαύτιον ευθύς ως επιστρέψη εις Ρώμην. — Επανήλθε προ δύο ημερών. .

Γνωρίζω τον Άουλον Πλαύτιον, όστις, αν και μέμφεται τον τρόπον της ζωής μου, έχει συμπάθειαν προς εμέ. Γνωρίζει ότι δεν υπήρξα ποτέ καταδότης, όπως παραδείγματος χάριν ο Δομίτιος Άτερ, ο Τιγελλίνος, όλη η συμμορία των φίλων του Αενοβάρβου. Εάν νομίζης ότι είμαι κατάλληλος να επιτύχω τι από τον Άουλον, σου προσφέρω τας εκδουλεύσεις μου.

Θα εκχριστιανίση και τον Άουλον Πλαύτιον, και ως στρατιώται θα ιδρύσωμεν μίαν αποικίαν, αποικίαν χριστιανικήν. — Σε αγαπώ, έλεγεν η Λίγεια. Εκείνος είχε στηρίξει τα χείλη του επί των χειρών της νεάνιδος. Προς στιγμήν δεν ήκουον ειμή τους παλμούς της καρδίας των. Ουδ' ο παραμικρός άνεμος ηκούετο, και αι κυπάρισσοι ήσαν ακίνητοι.