Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Άκουγε τη φωνή του νέου όπως πριν λίγο άκουγε τον ήχο του ακορντεόν, και γελούσε από ευχαρίστηση, και όμως κατά βάθος ήθελε να κλάψει.

Ενώ αυτός μιλούσε ακόμη, ο Δάφνης, αφού επετάχθηκε επάνω, είπε: — Καλά που μου τα θύμισες, πατέρα· πάω να ποτίσω τα γίδια, που βέβαια διψασμένα τώρα προσμένουν το σουραύλι μου κ' εγώ κάθουμαι εδώ χάμω. Όλοι εγλυκογέλασαν, επειδή, αν κ' είχε γίνει αφέντης, ήθελε να είναι ακόμη γιδάρης· κ' έστειλαν κάποιον άλλονε να φροντίση για κείνα. Κι αφού εκάμανε θυσία στο σωτήρα Δία, ετοίμαζαν το τραπέζι.

Αλλ' η επιγραφή δεν είναι ακριβής, διότι το δώρον είναι του Κροίσου, και κατεσκευάσθη υπό τινος Δελφού όστις ήθελε να υποχρεώση τους Λακεδαιμονίους· γνωρίζω το όνομα αυτού, πλην δεν το κοινολογώ. Αληθώς, το παιδίον διά των δακτύλων του οποίου τρέχει το ύδωρ αφιερώθη παρ' αυτών, αλλ' ουδέν περιρραντήριον.

Ένας Άγγλος προ ολίγων ημερών είχε προσφέρει εις τον Ρούντυ μια ολόκληρη χούφτα γεμάτη χρυσόν, αν ήθελε να του προσκομίση ζωντανόν τον αετιδέα· «αλλά όλα έχουν τα όριά των» είπε ο Ρούντυ. «Ο αετός δεν παίρνεται· θα ήτο τρέλλα να ρίψη κανείς τον εαυτόν του εκεί επάνω».

ΠΥΘΙΑ Το είχα κράτηση μυστικό και τώρα σου το δείχνω. ΙΩΝ Και μια φορά που τόλαβες, πώς τόκρυβες ως τώρα; ΠΥΘΙΑ Γιατί ο θεός το ήθελε να τον υπηρετήσης. ΙΩΝ Και δεν το θέλει τώρα πεια; πώς να το μάθω τούτο; ΠΥΘΙΑ Σου 'δειξε τον πατέρα σου, στον τόπο σου σε στέλνει. ΙΩΝ Σου είπ' ο θεός να το κρατάς, ή άλλος ήταν λόγος; ΠΥΘΙΑ Να το κρατώ ενθύμημα μου τόδοσ' ο Λοξίας.

Αλλ' ολίγοι τινές έβαινον προς το μέρος της αγοράς, εκεί όπου είχε δώσει ο Λάμπρος ο Βατούλας οδηγίας εις τους μουσικούς και εις τους κρατούντας τα κοντάρια με τας χρωματιστάς οθόνας να κατευθυνθώσιν· οι άλλοι, οι περισσότεροι, διηυθύνοντό προς το αντίθετον μέρος, επιμένοντες ότι έπρεπε να στραφή πρώτον ανά τας οδούς και τας συνοικίας της πολίχνης η διαδήλωσις, αν ήθελε να κάμη εντύπωσιν.

Αλλά η ελευθερία εχώρει και περαιτέρω. Αν ο ένας εξέφραζε την επιθυμίαν να εξέλθη μόνος, ο άλλος δεν ανθίστατο. Απόλυτος, αμοιβαία εμπιστοσύνη ήτο το σύμβολόν των. Όπως η Ομφάλη, ούτω και ο Ηρακλής έκαμνεν ό,τι ήθελε φαντασθή, ό,τι ήθελε του &καπνίση& και μόνον, φευ! να &καπνίση& δεν του εσυγχωρείτο. Αυτό και μόνον τους εχώριζε, αλλ' ήτο όρος επιβληθείς εξ αρχής και λόγος δεν υπήρχε να διαγραφή.

Πολλάκις συναθροίζουσα εις πολυτελές συμπόσιον πάντας τους ευπροσώπους αυλικούς της, περιήρχετο μετά το γεύμα τας τάξεις των ρασοφόρων εκείνων Αδωνίδων, ως η σεμνή Αικατερίνη τας των σωματοφυλάκων της, διστάζουσα προς ποίον εξ αυτών ήθελε δώσει το μήλον και πολύ μάλλον τίνι τρόπω ηδύνατο ευσχήμως να το προσφέρη.

Αλλ' ο Αθανάσιος προαισθόμενος την απάτην, διά της οδού της Τέχολης μετά ογδοήκοντα συνεταίρων εισήλθεν εις Σάλονα. — Έντρομος ο Φερχάτης μαθών την απροσδόκητον άφιξιν διέταξε τους σωματοφύλακας ίνα καταλάβωσι την θύραν του Σεραγίου και πυροβολήσωσι κατά του Διάκου άμα ήθελε δώσει το σύνθημα.

Έπειτα αφού συνήλθον ολίγον από τον φόβον μου, και από την λειποθυμίαν διά το νέον συμβεβηκός, με το να μη με έσφιγγε τόσον με τα ποδάρια του, τα οποία παρωμοίαζον ωσάν της Φώκιας, και αφού εκείνο το αχρείον γεροντάκι εκατάλαβε πως εγώ ανέλαβα τα αισθητήριά μου, με εκτύπησε με το ένα του ποδάρι εις τα πλευρά, και με το άλλο εις το στήθος διά να σηκωθώ· και τότε σηκωθείς με εκείνον κολλημμένον εις τες πλάτες, μου έκαμε νεύμα να περάσω το ποταμάκι· και περνώντας εκείθεν, εστοχάσθην να το φέρω σιμά εις τους καρπούς των δένδρων, μήπως αφού ήθελε χορτάσει τρώγοντας, ήθελε με αφήσει.

Λέξη Της Ημέρας

βόηθα

Άλλοι Ψάχνουν