Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Ιουλίου 2025
Διότι, η ιδία αιτία θα τα κάμη τοιαύτα. Θεαίτητος. Δεν ημπορώ να ειπώ διαφορετικήν γνώμην. Σωκράτης. Λοιπόν ας μη παραδεχθώμεν, όταν μας ειπή κανείς ότι η συλλαβή είναι γνωστή και επιδέχεται ορισμόν, ενώ το στοιχείον αντιθέτως είναι άγνωστον και ανεπίδεκτον ορισμού. Θεαίτητος. Βεβαίως ας μη το παραδεχθώμεν, εάν πρόκειται να υποταχθώμεν εις τον λόγον που είπαμεν. Σωκράτης.
Και όχι μόνον άφοβα ακολουθεί το Πνεύμα, αλλά και ως ίσος προς ίσον, ως αθάνατος προς αθάνατον, με θέλησιν ισχυράν, με αποφασιστικήν στάσιν, το υποχρεόνει να παύση την αόριστον εκείνην πορείαν εις το άγνωστον και απαιτεί να του εξηγήση επί τέλους τον λόγον της εμφανίσεώς του· Πού θα με πας; ομίλει· δεν θα προχωρήσω.
Δεν ήτο καιρός να επεμβώσι και πάλιν; δεν θα ηδύναντο να σώσωσιν τον Ιησούν από τον ίδιον Εαυτόν του; δεν θα ηδύναντο να Τον σώσωσιν από τους κινδύνους εις ους το κήρυγμά Του Τον εξέθετε; Δεν θα ήτο δυνατόν να Τον πείσωσι ν' απομακρυνθή εις χώραν άγνωστον όπως σωθή; Αν δεν δυνηθώσι να Τον πλησιάσωσιν εκ του συνωθισμού του πλήθους, δεν θα εύρωσί τινα όστις να δώση Αυτώ είδησιν περί της παρουσίας των.
Εις εκάστην του τόνου στροφήν, εκρύπτετο και μία έκφρασις αγάπης συνάμα και παραπόνου, ευθυμίας και οργής, γέλωτος και δακρύων. Και ήτο ολόκληρος ο συριγμός μία κλίμαξ, ήτις ύψου κατά βαθμίδας ακαταλήπτους και μετέφερε τον άνθρωπον από της γης προς τον ουρανόν. Πόθεν δε προήρχετο ούτος ήτο άγνωστον.
Περίεργον είναι ότι η περί του σπηλαίου τούτου παράδοσις δεν απώλετο, ενώ το σπήλαιον αυτό ήτο άγνωστον μέχρι της τυχαίας ανακαλύψεως αυτού. Υποθέτω ότι η παράδοσις ανεγεννήθη εκ της τέφρας της κατά τον προλαβόντα αιώνα, αφού πρότερον επί μακρούς χρόνους είχε ταφή. Πιθανώτερον δε μοι φαίνεται, ότι η δευτέρα παράδοσις διαφέρει της αρχαιοτέρας.
Εις τον στρατόν του Ηρακλείου είχε διαδοθή, άγνωστον πώς, η περίεργος φήμη ότι εκρύπτοντο εις την πόλιν οι θησαυροί του Κροίσου, τους οποίους δήθεν είχε φέρη ο Κύρος ο μέγας από τας Σάρδεις. Αλλ' ούτε αυτοί ευρέθησαν, ούτε το τίμιον ξύλον του σταυρού, καθώς ήλπιζεν ο στρατός.
Ο Δημήτρης επλησίασε μετά δειλίας, φοβούμενος μήπως και ο νεκρός σηκωθή και τον αποδιώξη, εγονυπέτησε κ' εφίλησε μετά κατανύξεως το χώμα του τάφου. — Ο Θεός σχωρέσει, αδερφέ εψιθύρισε. Και ητένισε τον τάφον με βλέμμα τόσον τρυφερόν οποίον δεν έρριψε κανείς άλλος άνθρωπος επί τάφου. Ο Δημήτρης εζήλευε πολύ τον άγνωστον εκείνον ο οποίος τόρα ανεπαύετο εκεί, μακράν του κόσμου και των παθών του.
Ήταν ριγμένο το βιβλίο αυτό επάνω σ' έναν καναπέ κοντά μου και η προσοχή μου εστράφηκε σε μια σελίδα — που ήταν σημειωμένη με το μολύβι και βρίσκονταν προς το τέλος της τελευταίας πράξεως — μια σελίδα του ισχυροτέρου πάθους, μια σελίδα η οποία, με όλον τον ανήθικον χαρακτήρα της, ξυπνά μίαν άγνωστον συγκίνησιν σε κάθε άνδρα που την διαβάζει και κάμνει όλες της γυναίκες ν' αναστενάζουν.
Λέγουσιν όλοι εγκαινιάζοντες το άγνωστον παρεκκλήσιον επ' ονόματι του θαλασσινού των αγίου. Μικρά βρατσέρα πλέει παρά την ακτήν φοβισμένη, μετά τον σάλον ξετρυπώσασα.
— Η δύναμίς του είνε απροσμάχητος . . . χωρίς να το θέλω τον αγαπώ! — Τότε λύτρωσέ τον. Ο Τετράρχης έσεισε την κεφαλήν. Εφοβείτο την Ηρωδιάδα, τον Μαναή και τον άγνωστον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν