Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025


Μόνος ηδυνάμην ευκολώτερον να κρυφθώ, να κατασκοπεύσω και να εισχωρήσω εντός του κήπου, τους δε σάκκους είχα κατά νουν να τους κρύψω εις το δάσος πλησίον του παρεκκλησίου, και να έλθω την επιούσαν με τον Παντελήν να τους παραλάβωμεν. Αλλ' ήδη μετενόουν και ηυχόμην να είχα τον Παντελήν πλησίον μου. Η γενναιότης μου εκλονίζετο καθ' όσον ήγγιζε της εκτελέσεως η ώρα. Αλλ' ήτο αργά πλέον.

Εντός του παρεκκλησίου εκείνου εστεφανώθησαν οι γονείς μου, και επιθυμία των ήτο υπό του νάρθηκός του τας πλάκας να ταφώσιν, εκεί, ο είς πλησίον του άλλου. Αλλ' ούτε οι γονείς μου ανεπαύθησαν εκεί, ούτε τα ιδικά μου οστά πέπρωται να επιστρέψωσιν εις χουν εις την προσφιλή εκείνην της πατρίδος γωνίαν.

Πολικός αστήρ ήτο δι' εμέ ο γνωστός λοφίσκος και τα δένδρα τα κρύπτοντα την θέαν του επ' αυτού παρεκκλησίου μας. Εβάδιζα ταχέως με την αξίνην επί του αυχένος, ο δε νους μου εδούλευεν. Εσκεπτόμην προ πάντων περί του μέλλοντος.

Τότε ενόησα διατί η προσήλωσίς του. Η επί του τοίχου του δωματίου μας εικών ήτο πιστή παράστασις του παρεκκλησίου εκείνου. Εκατέρωθεν της θύρας του ήσαν ζωγραφισμένοι διά μαύρης βαφής δύο μεγάλοι σταυροί, υπό έκαστον σταυρόν δύο οστά χιαστί, υπό τα οστά κρανίον, υπό δε το κρανίον τα αυτά κεφαλαία γράμματα, Ν αριστερόθεν και Μ δεξιόθεν.

Έλαβε και την μεταξωτήν νυμφικήν στολήν της άμοιρης, και την προσέφερεν όλην εις τον παππα-Μπεφάνην, τον συνήθη ιερουργόν του παρεκκλησίου. Και το μεν κόκκινον εκ μεταξωτής σκέπης υποκάμισον με την τραχηλιάν και τα μανίκια κεντητά εκ χρυσού, το έκαμε στιχάριον, διά να το φορή ο ιερεύς ποδήρες, όταν προσφέρη τας λογικάς θυσίας.

Στραφείς προς τον Κ. Σπυράκην είπεν αίφνης, άνευ οιουδήποτε προοιμίου·Δεν μας λέγεις την ιστορίαν αυτού του παρεκκλησίου; Ο Κ. Σπυράκης προσεποιήθη ότι δεν ήκουσε και δεν απεκρίθη. Εννοών το αίτιον της σιωπής του, απέτεινα προς αυτόν τον λόγον. — Τον ηγάπα λοιπόν πολύ τον Νίκον η Κυρία Ελένη; ηρώτησα. Ο Κ. Σπυράκης με προσέβλεψεν έκπληκτος. — Πώς το γνωρίζετε; ηρώτησε.

Μόνον το εκ σταυρών και κρανίων περιθώριον δεν υπήρχεν επί του παρεκκλησίου. Η επί των φύλλων της θύρας επιγραφή, αποσβεσθείσα εκ της βροχής και των ανέμων, δεν ανεγινώσκετο πλέον. Ιδού η κλεις του μυστηρίου! Ηδυνάμην επί τέλους ενταύθα να πληροφορηθώ την αλήθειαν! Αλλά δεν ετόλμων να εκφέρω την ερώτησιν, η οποία μου ήρχετο εις τα χείλη.

Έστρεψα άπαξ έτι το βλέμμα προς την πρόσοψιν του παρεκκλησίου και εβάδισα μετά του Κ. Σπυράκη προς τον κατήφορον. — Κύριε Σπυράκη, ηρώτησα, τι είδους νέος ήτο ο δυστυχής αυτός Νίκος; — Πώς «τι είδους»; — Ήτο ξανθός, μαυρειδερός;... Επί τέλους, ωμοίαζε με κανένα από ημάς εδώ; Ο Κ. Σπυράκης εσκέφθη επ’ ολίγον προτού αποκριθή. — Μάλλον με τον Κύριον Μαιμάν παρά με σας ή εμέ.

Επί τέλους εφάνη η κορυφή, συγχρόνως δε, προς άκραν μου ευχαρίστησιν, είδα εις μικράν απόστασιν τον Νίκον και τον Κ. Σπυράκην, οι οποίοι, αναβάντες εκ του αντιθέτου μέρους, ίσταντο ενώπιον του μικρού παρεκκλησίου. Δεν εστράφησαν προς ημάς. Δεν μας ήκουσαν. Ο νότιος άνεμος, από τον οποίον μας επροφύλαττον μέχρι τούδε τα πλευρά του βράχου, εσύριζεν εκεί επάνω ανεμπόδιστος.

Απεμακρύνθην του παρεκκλησίου αισθανόμενος ακουσίαν ανακούφισιν ότι, έρημον καθώς ήτο το ιερόν της, η Άγια δεν θα ήθελε πλέον να με θεραπεύση. Εκεί παρ' ελπίδα, συναντώ την εξαδέλφην μου Μαχούλαν . . . Ήτο τοιαύτη οποία και προ είκοσι χρόνων, σχεδόν δεν είχε μεταβληθή το πρόσωπόν της, ούτε λευκήν τρίχα είχεν εις την κόμην, ούτε ρυτίδα εις το μέτωπον.

Λέξη Της Ημέρας

εκάρφωνεν

Άλλοι Ψάχνουν