United States or Angola ? Vote for the TOP Country of the Week !


Βέβαια θα ήτο γελοίον εκ μέρους μου να θέλω εγώ να σου δώσω συμβουλάς, μ' όλα ταύτα θα σου διηγηθώ εκείνα που ήκουσα.

Τον άνθρωπον τούτον ήκουσα μίαν ημέραν να λέγη: «Εν όσω ήμουν φτωχός, ο κόσμος έλεγεν: «Ο Σπύρος είνε τρελλός. — Τώρα που έκαμα περιουσίαν, ο κόσμος λέγει: — Ο κυρ Σπύρος είνε νευρικός». Τους λόγους τούτους του κυρ Σπύρου ενθυμούμαι οσάκις βλέπω πουθενά ή ακούω να γίνεται λόγος περί κλεπτομανίας. Όταν κλέψη πτωχός, είνε κλέπτης· όταν κλέψη πλούσιος, πάσχει από κλεπτομανίαν.

Θα προσπαθήσω λοιπόν να σας διηγηθώ λεπτομερώς και όσον ημπορώ καλύτερα, σύμφωνα προς όσα είπαμεν με τον Αγάθωνα, τα όσα ήκουσα παρ' αυτής. Και πρώτα πρώτα πρέπει, Αγάθων, όπως συ είπες, να εκθέσω οποίος και τι πράγμα είναι ο Έρως, και έπειτα τα έργα αυτού.

Ήκουα το πανπαν ό,τι ήτο δυνατόν να ακούσω εις τον ουρανόν και εις την Γιν· ήκουσα πολλά πράγματα σχετιζόμενα με τον Άδην. Τότε πώς θα ήτο δυνατόν να είμαι τρελλός; Ακούσατε! Και σημειώσατε με ποίον λογικόν και συστηματικόν τρόπον θα σας διηγηθώ εν εκτάσει την ιστορίαν.

ΜΑΚΒΕΘ Επήρα την απόφασιν, κι' όλαι μου αι δυνάμεις εις τούτο μόνον θα στραφούν το φοβερόν το έργον. Πηγαίνωμεν! Ας ήμεθα φαιδροίτον κόσμον όλον, ας κρύψη ο δόλος του 'ματιού του στήθους μας τον δόλον! Πρόδομος εν τω μεγάρω του Μάκβεθ. Εισέρχεται ο ΦΛΗΝΣ φέρων εις χείρας δαυλόν, ακολουθούμενος δε υπό του ΒΑΓΚΟΥ. ΒΑΓΚΟΣ Τι ώρα είναι της νυκτός; ΦΛΗΝΣ Δεν ήκουσα την ώραν, αλλ' η σελήνη έδυσε.

Όταν αι οικίαι ήρχισαν να καίωνται, ήκουσα με τα ίδια ώτα μου χιλιάδας φωνών να ορύωνται: «Θάνατος εις τους σβύνοντας την πυρκαϊάν». »Άνθρωποι διατρέχουν την πόλιν ρίπτοντες εις τας οικίας αναμμένας δάδας . . . Αφ' ετέρου ο λαός στασιάζει, φωνάζει ότι καίουν την πόλιν κατά διαταγήν. Περισσότερα δεν λέγω. Δυστυχία εις όλους μας! . . . Είναι το τέλος της Ρώμης . . . .

Αλλ' εάν δεν είμαι κύριος εμαυτού, εάν η φωνή μου εμφαίνη τα διανοήματά μου χωρίς να το θέλω και χωρίς να το γνωρίζω, τότε τι το όφελος των μέτρων μου περί τα λοιπά; Προσοχή μη προδοθώ! Σήμερον συνήντησα καθ' οδόν τον Γερμανόν ιατρόν μόλις δυνάμενον να σταθή εις τους πόδας του. Ήτο μεθυσμένος ως κτήνος! Ήκουσα και άλλοτε ότι το συνηθίζει, αλλά δεν έτυχε να τον ίδω ποτέ καθώς τον είδα σήμερον.

Μα τον Δία, είπεν ο Πυρρίας, εγώ ήκουσα και ένα γαύγισμα που ήλθε από το χάσμα, μου εφάνη δε ότι είδα και μίαν μικράν λάμψιν η οποία θα ήτο από την δάδα της θεάς. Εγώ εγέλασα διά την προσθήκην υπό του μάρτυρος του γαυγίσματος και της λάμψεως.

Ειπέ να μου φεισθούν, να μη με κόψουν . . . διά να μη κάμω ακουσίως κακόν. Δεν είμ' εγώ νύμφη αθάνατος· θα ζήσω όσον αυτό το δένδρον . . . Εξύπνησα έντρομος, κ' έφυγον . . . Ήτο ήδη μεσημβρία, και ο ήλιος εμεσουράνει. Έκαιεν υψηλά, υπεράνω της κορυφής της δρυός, ήτις ήτο σκιά αδιαπέραστος . . . Από τον αντικρυνόν λόφον ήκουσα φωνήν να με καλή εξ ονόματος.

Κατεσκεύασε δε το χαλκείον τούτο και το ανέθηκεν εις τον Εξαμπαίον τούτον. Αυτά ήκουσα περί του αριθμού των Σκυθών. Η χώρα αύτη ουδέν έχει θαυμάσιον πλην των πολλών και μεγίστων ποταμών της.