United States or French Polynesia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Είναι τόσον υψηλή όσον εγώ; ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Όχι, κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Την ήκουσες να ομιλή; Έχει οξείαν ή χαμηλήν φωνήν; ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Την ήκουσα, κυρία· έχει φωνήν σιγαλήν. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Αυτό δεν είναι καλόν· δεν είναι δυνατόν να την αγαπήση επί πολύ. ΧΑΡΜΙΟΝ. Να την αγαπήση; Ω Ίσις! αδύνατον. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Το πιστεύω, Χάρμιον βραχνή φωνή και ανάστημα νάνου!

Τυπάλδος και άλλοι πολλοί παρενέβησαν αυθορμήτως υπέρ του διαπρεπούς λογίου. Αλλ' οι κομματάρχαι δεν έχουσι σπλάγχνα, ή μόνον υπέρ των κολάκων, ους απαντώσιν εις τους αντιθαλάμους των. Ο κ. Δηληγιάννης προσέταξε να παυθή ο κ. Ροΐδης και ο Ροΐδης επαύθη, καίτοι ήκουσα ότι και αυτός ο Βασιλεύς παρέστησε το τερατώδες τοιούτου πραξικοπήματος κατά των Ελληνικών γραμμάτων.

Εκάθησα εις έναν ίσκιον δύο πατήματα μακράν από αυτό, και εις το μεταξύ που αναπαυόμουν, ήκουσα αιφνιδίως μίαν φωνήν, που μου λέγει· υιέ του Αδάμ, εσύ έφθασες εδώ εις καλόν καιρόν διά εμένα και διά εσένα.

Και ούτως απεφάσισα να ζήσω εις εκείνο το υπόγειον με τα φαγητά των καθημερινών νεκρών, που έθαπτον εκεί ζωντανούς, και εγώ τους ετελείωνα. Όταν αιφνηδίως ήκουσα κάτι τι να συρίζη εκεί μέσα.

ΕΡΜ. Εύγε, Χάρων• βλέπω ότι αρχίζεις να εφαρμόζης ωραία τους Ομηρικούς στίχους. Αυτός που βλέπεις είνε ο Πολυκράτης ο τύραννος της Σάμου, ο οποίος νομίζει ότι είνε εις άκρον ευτυχής• αλλά και αυτός θα προδοθή εις τον σατράπην Οροίτην υπό του δούλου, τον οποίον βλέπεις παριστάμενον, και θ' ανασκολοπισθή ο δυστυχής και θα χάση την ευτυχίαν του εντός ολίγου. Και αυτά τα ήκουσα από την ΚλωΘώ.

Εμπρός λοιπόν, Ιππία, με άνεσιν κάπως σκέψου δι' όλας τας επιστήμας, μη τυχόν εις καμμίαν συμβαίνει διαφορετικά από ό, τι είπαμεν. Και βεβαίως συ είσαι σοφώτατος από όλους τους ανθρώπους εις πάρα πολλάς τέχνας, καθώς εγώ σε ήκουσα μίαν φοράν να καυχάσαι και να διηγήσαι μέσα εις την αγοράν την μεγάλην και την ζηλευτήν σοφίαν σου εκεί εις τους τραπεζίτας.

Ούτω δε μήτε ο Αριστέας δεν συμφωνεί μετά των Σκυθών περί της χώρας των. Ανέφερα την πόλιν εξ ης κατήγετο ο ποιητής ούτος· θα είπω δε τώρα εκείνο το οποίον ήκουσα περί αυτού εις την Προκόννησον και την Κύζικον.

Εγώ τουλάχιστον ήκουσα πολλάκις μερικούς να λέγουν πώς δύναται να είνε αυτός φίλος μου, αφού ούτε έφαγε, ούτε έπιε ποτέ μαζή μου; Δηλαδή μόνον τον συμπίνοντα και συντρώγοντα θεωρούν πιστόν φίλον.

Τότε αρχινούνε τα φύλλα και πέφτουνε... Άκου, πριχού να φύγης, θέλω να σε δω. — Εγώ, όσον καιρό θάμαι στο χωριό, θάρχωμαι να σε θωρώ. — Και δε φοβάσαι τη μάνα σου; — Δε φοβούμαι κιανένα. Εγώ 'μαι 'δα μεγάλος και θα κάνω ό,τι θέλω. — Ήκουσα πως πας και στο κυνήγι, είπε σχεδόν χαρούμενο το Βαγγελιό. — Πάω, μα δε μαρέσει μπλειο. — Γιάειντα; — Δε μαρέσει. Κατέω κεγώ;

Χωρίς να γνωρίζω τι μυστήριον κρύπτεται υπό την στέγην του Κ. Μελέτη, ήμην αρκούντως πεπεισμένος εξ όσων είδα και ήκουσα, ότι η παρουσία μας δεν ήτο βεβαίως ευάρεστος εις τον οικοδεσπότην και εις την αδελφήν του, και ότι η του Νίκου ιδίως ήτο επικίνδυνος διά την θυγατέρα του φιλοξενούντος ημάς.