United States or Nauru ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μεταφράζαμε στην παράδοσή του από τα γαλλικά στα λατινικά. Φρόνιμα, ήσυχα, προσεχτικά, έψαχνα στο λεξικό μου, και κει που είχε λέξη γαλλική, έβαζα γλυκά γλυκά λατινική λέξη, το συγύριζα, τόστρωννα, μην τύχη και μου ξεφύγη κανένα λάθος. Λάθος δεν είχε.

Γι' αυτό αιστανόταν εκείνη τον κόπο που έβαζα να τη φέρω εκεί όπου δεν ήθελε, γι' αυτό αιστανόμουνα εγώ την αντίστασή της και γι' αυτό η ζωή μας όλη είτανε κυριολεχτικά ένας αγώνας για την αγάπη κ' ένας αγώνας για τη ζωή και για το θάνατο. Είχα ζήσει τόσον καιρό κάτω από τον ίσκιο του θανάτου, ώστε δεν το νόμιζα πια δυνατό πως θα μου είτανε δοσμένη άλλη τύχη.

Είδα εγώ και βουβάλι που ερωτεύτηκε και, σαν να το κέντησε η μυίγα, εμούγκριζε· και τράγο, που αγάπησε γίδα και την ακολουθούσε παντού. Κ' εγώ ο ίδιος σαν ήμουνα νέος ερωτεύτηκα την Αμαρυλλίδα· και μήτε φαΐ θυμώμουνα, μήτε πιοτό έβαζα στο στόμα μου, μήτε κοιμώμουνα.

Η ανάγκη μ' έσπρωχνε κ' έγραφα, γέμιζα το ένα μετά το άλλο τα λευκά φύλλα και τα έβαζα στο σωρό του χειρογράφου, που μεγάλωνε μπροστά μου απάνω στο τραπέζι. Είτανε σα να μου ψιθύριζε στο αυτί κάποια αόρατη φωνή την προσταγή της και σα να χρωστούσα να υπακούσω στη φωνή αυτή, να την υπακούσω τυφλά. Με είχε πιάσει μια καταπληχτική βία, σα να είτανε ζήτημα ζωής και θανάτου.

Και κάθε νύκτα, όταν ήρχετο το μεσονύκτιον, έστρεφα το ρόπτρον της θύρας του και την άνοιγα! ω! τόσον ήσυχα! Και τότε, όταν το άνοιγμα ήτο αρκετόν διά να περάση η κεφαλή μου, έβαζα μέσα ένα κρυφοφάναρο, κλειστό, πολύ κλειστό, διά να μη φεύγη κανένα φως, και τότε επερνούσα το κεφάλι μου εις το δωμάτιον. Ω! θα είχετε γελάσει εάν εβλέπατε όταν έβαζα το κεφάλι μου, με πόσην προφύλαξιν το έβαζα!

Θες να του παίξης; μούπε ο Βασίλης και μούδιδε το τουφέκι. Α δεν τόνε πιάση ο σκύλος, θα μας τόνε σιμώση και τότε του παίζεις. Ετοιμάστηκα, αλλ' όταν ο λαγός πέρασε κοντά μου, λησμόνησα την ετοιμασία μου. Κιαν ερχότανε κατά πάνω μου, φοβούμαι πως θα έβαζα στα πόδια. Αλλ' ο σκύλος κατάφερε να τον πιάση.

Έβλεπα τον εαυτό μου σαν άλλο πρόσωπο, έβλεπα πως έβαζα κρέας στο πιάτο μου, το έκοβα και προσπαθούσα να φάω. Όλη την ώρα στοχαζόμουνα ένα μόνο: το αμάξι που δεν ερχότανε, Θεέ μου! Το αμάξι δεν ερχότανε και στο σπίτι πέθαινε το παιδί μου και δεν μπορούσα να το προφτάσω.