Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025


Τι μπορείς να ξέρεις όμως εσύ; Στη Ρώμη υπάρχει ένας πρίγκιπας που έχει εκτάσεις όσο είναι όλη η Σαρδηνία και ένας άλλος, ένας αυτοδημιούργητος, που όταν συμβαίνουν εθνικές συμφορές προσφέρει περισσότερα χρήματα και από τον βασιλιά.» «Και στη Σαρδηνία υπάρχει ένας καλόγερος που έχει τριακόσια σκούδα εισόδημα την ημέρα», είπε ο Έφις ταπεινά, αλλά μετά ύψωσε τη φωνή: «Τριακόσια σκούδα, καταλαβαίνετε, κύριε

Η Λίγεια ύψωσε προς αυτόν τους ακτινοβολούντας οφθαλμούς και απεκρίθη: Τότε θα σοι είπω: «Όπου θα είσαι, Γάιε, θα είμαι και εγώ η Γαία».

Ο Ιωάννης Πρασακάκης ύψωσε την Γαλλικήν σημαίαν επί του πύργου του, υπό την αιγίδα της οποίας προσέφυγον πολλαί οικογένειαι· προσέφυγε και η μήτηρ του πατρός μου.

Ευλόγως λοιπόν εξερράγη το πλήθος εις επευφημίας και χειροκροτήματα, οίων ουδέποτε ηξιώθησαν εις το θέατρον ούτε ο Ρόπας, ούτε ο Μάριος, ούτε ο Φασκίνης, ουδ' αύτη ίσως η Μαλιβράν. Ταύτα αντήχουν ακόμη, ότε ύψωσε το ξίφος ο έχων το προσταγμα αξιωματικός, ήστραψαν τα τουφέκια και δέκα σφαίραι ετρύπησαν το στήθος του καταδίκου.

Τότε ο Αυγουστιανός αφήκε να πέση μετ' ανυπομονησίας ο κύλινδρός του και έκυψε την κεφαλήν. — Διώξατε αυτούς τους αθλίους! Και προχωρείτε ταχύτερον. Αίφνης διέκρινε τον Βινίκιον και ύψωσε ταχέως τον κύλινδρον μέχρι των οφθαλμών του. Ο Βινίκιος έφερε την χείρα εις το μέτωπον νομίζων ότι ονειρεύεται. Εν τω φορείω εκαμάρωνεν ο γνωστός Χίλων Χιλωνίδης.

Ο Αστύοχος απεκρίθη κάπως αυθαδέστερον, τους ηπείλησε και ύψωσε μάλιστα την βακτηρίαν του, διά να κτυπήση τον Δωριέα, όπου υπεστήριζε τας αιτήσεις των ναυτών. Εις την θέαν ταύτην, το πλήθος των στρατιωτών, βίαιοι ως ναύτας ώρμησαν βοώντες κατά του Αστυόχου, διά να τον λιθοβολήσουν· αλλ' ούτος προϊδών τον κίνδυνον κατέφυγεν εις βωμόν τινα, δεν επληγώθη και το πλήθος διελύθη.

Όλα λοιπόν, είπε καθ' εαυτόν, όλα θα μου έρχωνται ανάποδα! — Και ποίος είναι αυτός σου ο γαμβρός; υπέλαβεν η εξαδέλφη μετά τινας στιγμάς σιωπής, χωρίς να διακόψη την εργασίαν της. — Ο Κύριος Πλατέας. Η εξαδέλφη έπαυσε διά μιας το ράψιμον και ύψωσε προς τον Λιάκον τους οφθαλμούς, πλήρεις φαιδράς εκπλήξεως. — Ο Κύριος Πλατέας! ανέκραξε. Και ήρχισε να γελά, να γελά!

Ο Χίλων ύψωσε την λυχνίαν και ευθύς σχεδόν την αφήκε να πέση· έπειτα έκυψεν έως κάτω και ήρχισε να οιμώζη . . . — Δεν είμαι ο Κήφισσος . . . δεν είμ' εγώ! Έλεος! — Ιδού ο άνθρωπος όστις με επώλησεν, είπεν ο Γλαύκος· εκείνος, όστις κατέστρεψεν εμέ και την οικογένειάν μου!

Ύψωσε καταπόρφυρος εξ οργής την βαρείαν του χείρα, σφιγμένην εις γρόνθον, κατά κεφαλής του Αλεξάνδρου και την κατέφερεν επ' αυτής απανθρώπως, γρυλλίζων·Χαρτιά, αι; χαρτοφόρος! . . . από τώρα! Δεν σε φθάνει η άλλη σου προκοπή! Και ανυψώθη η χειρ του, διά να καταπέση και πάλιν επί το θύμα.

Συνοδεύει της αγαθές των κουβέντες η αιώνια χειρονομία που χτίζει, αυτή που ύψωσε καταπρόσωπα του θανάτου της Πυραμίδες, το δωρικό ναό, της πέτρινες γοτθικές προσευχές. Κανένας δε θα τους μάθει! Ξέρουν τη δημιουργία χωρίς υπογραφή. Μα ενώ βυθίζονται στη λήθη των ανθρώπων, η πλάση που έχει απάνω της τα σημάδια της δύναμής των και της τόλμης των τους θυμάταικαθώς η γυναίκα το αντρίκιο σφίξιμο.

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν