Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 16 Ιουνίου 2025
ΜΑΛΚΟΛΜ Περί εμού σε ομιλώ, εμού οπού γνωρίζω εντός μου ελαττώματα συσσωρευμένα τόσα, ώστε αν έβγουν εις το φως, έως κι' ο μαύρος Μάκβεθ άσπρος 'σάν χιόνι θα φανή, — το δε πτωχόν μας Κράτος θα τον νομίζη ως αρνί, όταν θα τον συγκρίνη με όσα εξ αιτίας μου δεινά θα υποφέρη. ΜΑΚΔΩΦ 'Σ τα στίφη της Κολάσεως τα φοβερά δεν έχει δαίμονα τόσον τρομερόν, ώστε να ξεπεράση τον Μάκβεθ!
Θα φανή τρομερόν ότι σεις οι Λακεδαιμόνιοι επορθήσατε την Πλάταιαν, την οποίαν οι μεν πατέρες σας ως μαρτύριον ανδρείας ανέγραψαν εις τον εν Δελφοίς τρίποδα, σεις δε εξηφανίσατε σύρριζα από όλον το ελληνικόν χάριν των Θηβαίων.
Ο εκατόν περίπου έτη μετά τον Όμηρον ζήσας Βοιωτός αοιδός ο Ησίοδος εν τη «Κοσμογονία» αυτού λέγει ότι κατ' αρχάς υπήρχε το Χάος, εξ ου μετά ταύτα εγεννήθη ο κόσμος. Όπου κατά τας διαφόρους των ανθρώπων φαντασίας και πιθανότητας δικάζονται αι ψυχαί των νεκρών. Το τρομερόν και υψηλόν εκείνο της Ιταλίας ηφαίστειον το προς ανατολάς της Νεαπόλεως.
Τουναντίον, όταν θεωρή τις πράγμα τι, ο νους ουδέ τότε επιτάσσει να διώκωμεν ή να φεύγωμεν αυτό, λ.χ. πολλάκις διανοείται τι τρομερόν ή ηδύ πράγμα, αλλά δεν διατάττει να το φοβώμεθα, η καρδία όμως κινείται, αν δε το πράγμα είναι ευάρεστον, άλλο όργανον κινείται.
Και ως μ' είδεν ότι εκάθομουν η Κίρκη, και τα χέρια 375 εις το φαγί δεν άπλονα, και μαύρην λύπην είχα, μ' εσίμωσε και ωμίλησε με λόγια πτερωμένα• «πώς κάθεσαι ωσάν άφωνος και τρώγεις την καρδιά σου, και ουδέ φαγί, και ουδέ πιοτόν, εγγίζεις, Οδυσσέα; δόλους πάλ' υποπτεύεσαι, και όμως, αφού τον όρκο 380 τον τρομερόν σού επρόφερα, δεν έχεις να φοβήσαι». Αυτά 'πε, κ' εγώ προς αυτήν απάντησα και είπα• «ω Κίρκη, και ποιος είν' αυτός, 'π' ανθρωπινά 'χει σπλάχνα, και θα τον άφινε η καρδιά φαγί να δοκιμάση, πριν λύση τους συντρόφους του και τους θωρήση εμπρός του; 385 αλλ' αν ολόψυχα ποθείς να φάγω και να πίω, λύσε, να ιδούν τα μάτια μου τους ποθητούς συντρόφους».
Αλλ' η κίνησις αύτη έκαμε να πέση εις τα οπίσω η κουκούλα, ήτις εκάλυπτε την κεφαλήν του, και όλον το φως έπεσεν επί του προσώπου του. Ο Γλαύκος, όστις εκάθητο εκεί πλησίον, ιδών την μορφήν του Χίλωνος, ανεπήδησεν από το κάθισμά του και εστάθη έμπροσθεν αυτού. — Δεν με αναγνωρίζεις, Κήφισσε; ηρώτησεν. Η φωνή του είχε τι τόσω το τρομερόν, ώστε ρίγος διέτρεξεν όλους τους παρεστώτας . . .
— Ω! εφώναξε, και επήδησεν οπίσω. Τον είδα! Τρομερόν πράγμα! Κατόπιν εκάθισαν πάλιν εις την τράπεζαν και έπιαν κρασί. — Να με πωλήσης την μάγισσαν, είπεν ο γεωργός. Σου δίδω όσα και αν θέλης. Σου δίδω έν κοιλόν χρήματα τώρα αμέσως. — Δεν ημπορώ, απεκρίθη ο μικρός Κλώσος, βλέπεις πόσον μου χρησιμεύει. — Ω! δος μου την, σε παρακαλώ, έλεγεν ο άλλος, και επέμενε να την αγοράση.
Τούτο δε είναι εύκολον να το εννοήσης, αν προφέρης πολλάκις το όνομα της Ήρας. Όσον δε διά την Φερέφατταν, πολλοί φοβούνται και τούτο το όνομα καθώς και τον Απόλλωνα ένεκα αμαθείας περί της ορθότητος των ονομάτων, καθώς φαίνεται. Διότι το μεταβάλλουν και αντικρύζουν την Φερσερόνην και τούτο φαίνεται εις αυτούς τρομερόν.
Θεέ μου! διά την εικόνα εκείνην, το τρομερόν είχε δώσει βοήθειαν εις το γελοίον. Άνθος θαυμάσιον έθαλλε, το δε μύρον του εβαλσάμωνε τον αέρα· αλλ' επί των πετάλων αυτού αντανεκλάτο ο ήλιος εις αηδές περιδέραιον εκ σιέλων.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν