Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025


Όταν λοιπόν βρέχη καλά καλά, και χιονίζει, και παγώνη και ξεπαγώνη, α! λέω δεν δύναται να είναι χειρότερα στο σπήτι παρ' ό,τι είναι έξω, ή αλλέως, και έτσι είναι καλά. Όταν ανατέλλη ο ήλιος το πρωί υπόσχεται λαμπρήν ημέρα, δεν μπορώ παρά πάντα ν' αναφωνώ: ιδού πάλιν ένα ουράνιο αγαθό, που δύνανται οι άνθρωποι να το αποστερήσουν ο ένας τον άλλον.

Πηγαίνοντας ετοίμαζα το λόγο μου και ανέβηκα δύο-δύο τα σκαλοπάτια να του τον ξεφωνήσω. Ευρήκα το σπήτι άδειο, τα παράθυρα ανοιχτά και μόνον ένα αξυπόλητο στρατιώτη, που εσφουγγάριζε τα πατώματα κ' εμιλούσεν ελληνικά.

Εδιαμοιράζοντο εις το σπήτι του τα πλέον ευγενικά φαγητά και πιοτά, και δεν έκανε άλλο παρά να συνευφραίνεται με χορούς, με παιγνίδια, με λαλήματα και άλλα.

Μη σ' εύρω, γέροντα, εγώτα βαθουλά καράβια, Ή να αργήσης τώρ' αυτού, ή ύστερ' πάλε να 'ρθης· Και του Θεού δεν σ' ωφελήσ' το στέμμα και το σκήπτρον Αυτήν εγώ δεν απολνώ, πριν την ερθή το γήρας, 'Σ το Άργος, εις το σπήτι μου, μακριά 'πό την πατρίδα, Έχοντας έργον το πανί, και το δικό μου στρώμα. Μόν' φύγε· μη με σύγχιζε, γερός για να πηγαίνης.

Μα τελειώνοντας το τραπέζι με κράζει εις ένα μέρος και μου λέγει, ότι το ερχόμενον ταχυνόν θέλει ξαναγυρίσει εις το σπήτι μου, και θέλει με κάμει να ιδώ κάποιον πράγμα ξεχωριστόν και περίεργον.

Ο δε Αμπτούλ μένοντας ακόμη μερικές ημέρες εμίσευσε διά την Μπάσραν μαζί με την γλυκυτάτην του Δαρδανέ, συντροφευμένοι από αρκετούς στρατιώτας του Καλίφη, έως που εφθασαν εις το σπήτι του, και εκεί επανάλαβε τον πλούτον του, και τον εχάρη έως το τέλος της ζωής του.

Ω φίλε, άνοιξε τα μάτια σου και ξαναγνώρισε τον αγαπημένον σου ξένον· εγώ είμαι εκείνος, που εσύ με μεγάλην μεγαλοπρέπειαν και αγάπην με εδέχθης εις το σπήτι σου και με εδώρησες τόσα υπέρπλουτα πράγματα, που υπερβαίνουν τα πλούτη των βασιλέων.

Κι' εδιάβαινε με έρωτας η ώρα κι' η ημέρα, πλην φευ! την ευτυχίαν μου εφθόνησεν η μοίρα, και εξ Ελλάδος έφθασε μ' ελληνικόν αέρα μία πολίτις Συριανή και μαυρομμάτα χήρα. Αφήκε την πατρίδα της, και ήρχετο να γίνη 'στο σπήτι του εμπόρου μου κυρία οικονόμος· καθώς κι' εγώ εξόριστος εστέναζε κι' εκείνη, και την εκούραζε πολύ της ξενιτειάς ο δρόμος.

Ο Καλάφ περίεργος διά να ιδή ένα τέτοιον θάνατον, εβγήκεν από το σπήτι του, και υπήγεν εις την αυλήν του βασιλέως, εκεί που έμελλον να θανατώσουν το βασιλόπουλον.

Την επεριποιήθηκα πολύ, η ομιλία μου εστράφηκε περισσότερο προς αυτήν, και λιγώτερο από μισή ώρα εξεδιάλυνα ό,τι η δεσποινίς αυτή κατόπιν μου ωμολόγησεν, ότι η αγαπητή θεία εις τα γηρατειά της στερείται των πάντων, δεν έχει επαρκή περιουσίαν, ούτε πνεύμα, ούτε στήριγμα, παρά την σειράν των προγόνων της, καμμίαν σκέπην παρά την κοινωνικήν τάξιν, όπισθεν της οποίας ωχυρώθη, και καμμίαν διασκέδασιν, παρά από το σπήτι της να κυττάζη κάτω τους πολίτας με περιφρόνησιν.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν