Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025


Ο Έφις όμως ξανάβρισκε την ψυχή του και του φαινόταν ότι γύριζε στο σπίτι του πόνου του σαν τον άσωτο υιό, αφού προηγουμένως είχε σκορπίσει όλες τις ελπίδες του.

Εσήκωσε τη μαγκούρα και του την κατάφερε κατακέφαλα. Το κούτελο του γέμισε αίματα. Τον άρπαξε από το λαιμό. Σε λίγο οι δύο γέροι κυλιόντουσαν στο χώμα. Οι γυναίκες χαλούσαν τον κόσμο. Φωνές, κλάματα, ξεφωνητά, στριγγλιές, μαλλιοτραβήγματα. Μπήκαν και τους χωρίσανε. Ο Μαθιός σηκώθηκε, σκουπίζοντας το κούτελό του. Τα παιδιά του μάζεψαν τα γράμματα, που είχανε σκορπίσει στα χώματα.

Είχον &εξιπασθή&, επειδή ο Γιώργος των, ο υιός της μεν, της δε αδελφός, είχε «βγη καθηγητής απ' το Πανεπιστήμιο, στην Αθήνα». Ήσαν εκ ταπεινού γένους και πάμπτωχοι. Ο γέρο-Σταύρος ο Κακαβάρης, αποθαμμένος προ ολίγων ετών, ήτον ξένος, φερμένος εις τον τόπον από την μεγάλην νήσον, την Έγριπον. Η λαίλαψ του πολέμου, εις την αρχήν του αιώνος, είχε σκορπίσει όλην την οικογένειάν του.

Κ’ έτσι έφυγαν όλοι μαζί, αφού πρώτα ηύραν και χαιρέτησαν και τη θεια Ελέγκω πούτονε χωμένη μέσα στο γυναικομάνι και γλωσσοκοπανούσε . . . Τους θύμησε η Θεια Ελέγκω, του Νίκου και της Λιόλιας, να μην αργήσουνε να πάνε σπίτι και να της φιλήσουν και τη Βεργινίτσα. . . Κάτω στο δρόμο ο κόσμος είχε σκορπίσει και κυλιότανε γλήγορα κατά πάνω και κάτω σα νερό που ξετρέχει σ' ένα δίχτυ από αυλάκια, τόνα μέσα στάλλο . . . Φώναζαν οι πουλητάδες : «Πασσατέμπο ! Φυστίκια αρμυρά !» . . . «Αρωματικόν Σέν-Σέν, πάρτε να μοσχοβολάτε- μια πεντάρα !» . . . «Μπανανούτσες ! μπανανούτσες απ’ την Αμέρικα !» . . . «Μαστίχα ! καλή μαστίχα για τα παιδιά ! » και περνούσε αψηλό το κοντάρι με το στριφογυριστό μαντζούνι τάσπρο και τριανταφυλλί. . . Μασσουλούσαν οι γυναίκες και τα παιδιά καθώς πηγαίνανε στο δρόμο και τα τσέφλια απ' τα φυστίκια που πατιόντουσαν κάνανε σα στράκες και σαν πιστολάκια!. . . Αγόρασε κι ο Περικλής μια δεκάρα Σέν-Σέν και μοίρασε σ' όλους. . . Στο ζαχαροπλαστείο στην Ομόνοια που πήγανε, ως πού να τους σερβίρουνε, με τόσον κόσμο πούχε μαζευτή, νύχτωσε. . .Όσην ώρα μείνανε, δεν έπαψε ο άλλος φίλος, ο χλωμός και συμπαθητικός, πούτον τυπογράφος και λεγότανε Μίμης κι όλο κύτταζε μ' ένα βλέμμα βαθύ κι αλλοιώτικο τη Λιόλια να του πιπιλίζη του Νίκου το μυαλό για έναν «οικογενειακό χορό» που θα γινόταν απόψε στις εννιά στο χοροδιδασκαλείο τους στην Καπνικαρέα, που πήγαιναν ταχτικά από παιδιά με το Νίκο.

Λέξη Της Ημέρας

δέτη

Άλλοι Ψάχνουν