United States or Fiji ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μόλις οι χριστιανοί τα ήναπτον, και μία χειρ στιβαρά ελλοχεύουσα όπισθεν του μανουαλίου, τα ήρπαζε πάραυτα μετά γοργότητος ληστού, δύο παρειαί ωγκούντο ως φούσκαι αγιοβασιλιάτικαι, έν μέγα στόμα, ως θηρίου στόμα εφύσα διά δυνάμεως τετραπλών πνευμόνων, και τα κηρία τρέμοντα, εσβεσμένα, αναλυμένα σχεδόν από τον φόβον των, ερρίπτοντο είς τι δοχείον βαθύ εκ λευκοσιδήρου κείμενον εκεί, όπερ έπρεπεν ούτως ή άλλως να πληρωθή πάσαν Κυριακήν, το παμφάγον!

Τα μάτια του, αι παρειαί του, το στόμα του· και ιδίως η ουλή του δεξιού του χείλους. Και επειδή νέα διάθεσις ψαλμωδίας ανεφάνη ζωηροτέρα της πρώτης, είπεν ο φίλος μου ο Αλεξανδρής με το πατροπαράδοτον σατυρικόν πνεύμα, λεπτόν ως αεράκι πεύκου γηραιού, ίνα προλάβη πάσαν του κυρ Στρατή θρηνωδίαν. — Να σου πω, κυρ Στρατή.

Αι παρειαί σου είνε ήδη στρογγύλαι και ροδοκόκκινοι και έπαυσαν να σε κυττάζουν οι νεκροφόροι και συ να προσέχης εις αυτούς. Μετ' ολίγον δε αποκαλύπτεσαι και συ μηχανικώς και παρέρχεσαι αδιάφορος προ των δυστυχισμένων νεκρών, προς τους οποίους ουδέν πλέον αισθάνεσαι κοινόν. Ο καιρός εξακολουθεί το έργον του.

Ότε δε είδεν αυτόν επιβάλλοντα αυθάδη χείρα επί της κοιμωμένης δούλης του, αι παρειαί αυτού ηρυθρίασαν εκ της οργής, ως αι της εν Λωρέτω Παναγίας, οσάκις ασπάζονται αυτήν ασεβή χείλη, η κεφαλή του εσείσθη απειλητικώς και το έλαιον της λυχνίας ανέβρασε μεθ' ορμής.

Εφέτος, δηλαδή κατά το έτος εκείνο της δυστυχίας διά τα δύο ορφανά, δεν ήτο πλέον εκεί ούτε ο πατήρ των, όστις έλειπεν, ούτε η μήτηρ των, ήτις επήγε μακρύτερα ακόμη. Αντί των δύο ήτο η γηραιά μάμμη, ρογχάζουσα επί της κλίνης και γογγύζουσα. Αντί των κοκκίνων αυγών, ήσαν αι φλέγουσαι εκ του πυρετού παρειαί της. Αντί των επιχρύσων λαμπάδων, ήσαν οι δύο τρεμοσβύνοντες και βλοσυροί οφθαλμοί της.

Αλλ' εγώ γράφων αληθή ιστορίαν αναγκάζομαι, εκών άκων να ομολογήσω, ότι μεταξύ της Ιωάννης και του Φλώρου τοσούτον επροχώρησαν τα πράγματα, μετά τας αναγκαίας εξηγήσεις, ώστε αι παρειαί της Παναγίας, ην ελησμόνησαν να σκεπάσωσιν, έγειναν ερυθραί εκ της αισχύνης, αι του Αγ.

Είχε μαλακυνθή όλως διόλου ο δυστυχής από την αργίαν. Αι σάρκες του ήσαν απαλαί, αι παρειαί του ως εκ προζυμίου, αι χείρες του ως ξεβιδωμέναι. Αι τρίχες της κόμης του άσπρισαν και αυταί. Τι να κάμη: Η αδελφή του, τη επιμόνω παρατηρήσει του μπάρμπα Σταυρή είχε σκληρυνθή ολίγον. — Τον παίρνεις στον λαιμόν σου, άφησέ τον, της έλεγεν ο Ξυλοπόδαρος. Αργός μη εσθιέτω. Θα σε κανονίση ο παπα-Μεθόδιος.

Πόσον ισχνός και μαραμμένος ο ταλαίπωρος! Ούτε παρειαί πλέον στρογγύλαι, ούτε κνήμαι στρογγυλώτεραι, ούτε κοιλία στρογγυλωτάτη. Πομφόλυγες ήσαν πάντα και διερράγησαν.

Ελέγομεν λοιπόν, ότι οι δύο μοναχοί, ευρόντες και πάλιν τας αναπαύσεις των, επάχυνον και έζων ευχαριστημένοι εν τη γυναικεία μάνδρα. Αλλά μετ' ου πολύ κατελήφθη η Ιωάννα υπό αγνώστου τινός και φοβεράς ασθενείας. Αι παρειαί αυτής καθίσταντο κοίλαι, οι δε οφθαλμοί θολοί και αλαμπείς, ως οι αστέρες την πρωίαν· αντί τροφής έτρωγε τους όνυχας της και αντί να κοιμάται εστέναζεν όλην την νύκτα.

Το μέτωπον, αι παρειαί και ο λαιμός είχαν προσλάβει ελαφράν χροιάν ζωής, δι' όλου δε του σώματος εκυκλοφόρει θερμότης επαισθητή και η καρδιακή χώρα ανεκινείτο αδιοράτως υπό ελαφρών παλμών. Η σύζυγός μου έζη· και μετά πλειοτέρας ήδη ζέσεως προσεπάθουν να την αναστήσω εξ ολοκλήρου.