Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 18 Μαΐου 2025


Η έξαψις του Σαϊτονικολή δεν θα περιωρίζετο ίσως έως εδώ, αλλά κατά πάσαν πιθανότητα θα ετελείωνεν εις τα μούτρα του Μανώλη, αν δεν ήρχετο ως αντιπερισπασμός κατευναστικός η ανάμνησις ενός εκ των προσφιλών του ανεκδότων, τα οποία κατέπαυον την οργήν του, όπως η Αθηνά κατέπαυσε την οργήν του Αχιλλέως ετοίμου να ξιφουλκήση.

Ο Σουλτάνος εστοχάσθη με δίκαιον τρόπον, ότι με την ιδίαν δύναμιν, που αρπάχθη η θυγατέρα του, αρπάχθη και ο Χασάν από τον θάνατον, διά το οποίον αγρίεψε πολλά περισσότερον από το πρώτον και ευθύς επρόσταξεν ότι να υπάγουν να πιάσουν τους ανθρώπους του απεσταλμένου να τους θανατώσουν, διά να ξεθυμάνη την οργήν του.

Πλην ανίσως, την νύκτα, οι ψαράδες, απόκοτοι, τολμήσουν να πλησιάσουν διά να υδρευθούν εις την δροσεράν βρύσιν την μαγικήν, κάτω εις τα κράσπεδα της ακτής, επί της προβλήτος χθαμαλής πέτρας, τότε βρόντος και πάταγος ριγηλός αντηχεί από του κρημνού άνωθεν, και λίθοι και βράχια τρομακτικά κυλίονται κατερχόμενα κατά των κεφαλών των ψαράδων . . . Τότε μόλις ούτοι προφθάνουν να κάνουν τον σταυρόν των και να τραπώσιν εις φυγήν . . . Οι λίθοι εκείνοι θα ήσαν ικανοί και αυτομάτως να κυλίονται από τον κρημνόν εκείνον . . . πόσω μάλλον όταν αόρατοι δυνάμεις δαιμονίων τους ωθούσι προσκολλώμενοι εις το ολισθηρόν της ακτής, όπως συνήθως προσκολλώνται εις το ασθενές μέρος, εις έρωτας και μίση, εξάπτοντες το πάθος εις φλεγμονήν, και τρέποντες την οργήν εις λύσσαν . . .

Ως δυνάμεις δε εκείνας αι οποίαι μας κάμνουν επιδεκτικούς δι' αυτά• λόγου χάριν όσαι μας κάμνουν επιδεκτικούς να οργισθώμεν ή να λυπηθώμεν ή να οικτίρωμεν• ως καταστάσεις δε εκείνας αι οποίαι μας κάμνουν να είμεθα ως προς τα πάθη καλοί ή κακοί• λόγου χάριν ως προς την οργήν, εάν μεν μας κάμνουν να οργιζώμεθα ορμητικώς ή χαλαρώς, είναι κακαί, εάν όμως μετρίως, είναι καλαί, ομοίως δε και δι' όλα τα άλλα.

Επί τέλους δε απελπισθείς, τον αφήκε στην οργήν του Θεού. Θέλω, παιδί μου, νάχης χίλια πρόβατα, μα σα δε θες εσύ, ουρά μην αποτάξης. Και θα δούμε ποιος θα το μετανοιώση. Εις την ερημίαν, εις την σιγήν των βουνών και των χειμαδίων, ο Μανώλης δεν εβράδυνε να εξαγριωθή τελείως. Εις τούτο δε συνετέλεσε μεγάλως και η φοβερά ανάμνησις του σχολείου.

Εις την αυξάνουσαν οργήν του Οιδίποδος ο μάντις προσθέτει υπαινιγμούς, δια των οποίων θέλει να ειπή ότι ο Οιδίπους είναι φονεύς του πατρός του και συνοικεί με την μητέρα του, και του προλέγει, ότι μέλλει τυφλός να πλανάται ανά την γην ζητών τόπον αναπαύσεως. Ο Χορός εις το πρώτον στάσιμον δείχνεται ταραγμένος από τους λόγους του Τειρεσία.

Με αυτά τα λόγια, τα οποία με έκαμαν να τρομάξω, ανεχώρησε πολλά θυμωμένη και εγώ μένοντας εις μεγάλην σύγχυσιν, ανάμενα τότε εξ αποφάσεως την οργήν του θυμού της, και επιθυμούσα το τέλος του πράγματος ό,τι λογής και αν ήθελεν ήτον.

Κατόπιν έστρεψε προς τον νέον βλέμμα ανακριτού και του είπε: — Δεν έχεις σήμερο δουλειά, Μανωλιό; — Έχω, απήντησε με φωνήν δειλήν ο Μανώλης. — Και πώς την αφήκες τη δουλειά σου και γυρίζεις; Ποιος πουργεύει; Ο Μανώλης έκλινε την κεφαλήν σιωπών. — Μα δεν είνε και πολλή ώρα που λείπει, είπεν η Πηγή. — Εσύ να κάνης τη δουλειά σου και να μη φυτρώνης όπου δε σε σπέρνουνε! ανεφώνησεν ο Θωμάς με οργήν.

Ούτω δε έκαμα την καλλιτέραν απολογίαν διά την αποκήρυξίν μου και διά της αγάπης έπαυσα την οργήν του, διά της φιλοστοργίας κατέλυσα τον νόμον και διά μεγάλου ευεργετήματος εξηγόρασα την επάνοδον εις την οικογένειάν μου. Εις περίστασιν τόσον κρίσιμον επέδειξα την προς τον πατέρα αφοσίωσίν μου και διά της επιστήμης μου έγινα άξιος να υιοθετηθώ εκ νέου και εις την δυστυχίαν ανεδείχθην γνήσιος υιός.

Δηλαδή όστις διατηρεί την έξαψιν και δεν εκδικείται στιγμιαίως έξαφνα, αλλά με προμελέτην ύστερον από καιρόν πολύν, ομοιάζει με εκούσιον, όστις δε απροετοιμάστως παραδίδεται αυτοστιγμεί αμέσως εις την οργήν του απρομελετήτως, αυτός ομοιάζει μεν με τον ακούσιον, αλλά και αυτός δεν είναι εντελώς ακούσιος, αλλά φαινομενικός.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν