United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ενώνει το κομμάτι με το ξίφος στο μέρος που ήτανε τσακισμένο: μόλις που μπορούσε να διακρίνη το ίχνος του τσακίσματος. Τόσο καλά εφαρμόζανε! Τότε ώρμησε κατ' απάνου στον Τριστάνο και στριφογυρίζοντας γύρω από το κεφάλι του πληγωμένου το μεγάλο σπαθί, του φώναξε: «Είσαι ο Τριστάνος του Λοοννουά, ο φονηάς του Μόρχολτ, του αγαπημένου μου θείου. Πέθανε λοιπόν τώρα και συ με τη σειρά σου!

Είδε, από τα επεισόδια της φωτιάς, του πηδήματος από την εκκλησιά, της ενέδρας κατά των λεπρών, ότι ο Θεός μας είχε πάρει στην προστασία του. Θυμήθηκε τότε το παιδί που, παληά, έπαιζε την άρπα στα πόδια του, και τη χώρα του Λοοννουά που για χάρι του εγκατέλειψα, και τη λόγχη του Μόρχολτ, και το αίμα που έχυσα για την τιμή του.

Και ο Βασιληάς Μάρκος θαύμαζε τον αρπιστή που είχεν έλθει από τον τόπο του Λοοννουά, όπου άλλοτε ο Ριβαλάν είχεν οδηγήσει την Μπλανσεφλέρ. Όταν τελείωσε το τραγούδι, ο Βασιληάς έμεινε πολλή ώρα αμίλητος. «Παιδί, είπε έπειτα, ευλογημένος νάναι ο δάσκαλος που σε δίδαξε, ευλογημένος και συ από το Θεό. Ο Θεός αγαπάει τους καλούς τραγουδιστές.

Ξαναείδε την πατρίδα του, το Λοοννουά, όπου ο Ρόχαλτ ο Πιστός δέχτηκε το γυιό του με δάκρυα τρυφερότητος. Αλλά, μη βαστώντας να ζη στην ησυχία του τόπου του, ο Τριστάνος έφυγε στα δουκάτα και στα βασίλεια, ζητώντας περιπέτειες! Από το Λοοννουά στην Φρίζα, από την Φρίζα στη Γαβοΐα, από τη Γερμανία στην Ισπανία, πολλούς άρχοντες υπηρέτησε και πολλά κατορθώματα έκανε.

Αλλά σεις, σαν πιστοί μου άρχοντες του Λοοννουά που είσθε, μου οφείλετε την συμβουλήν σας: Αν λοιπόν κανείς σας θέλη να μου συμβουλέψη άλλη, απόφασι καλλίτερη, ας σηκωθή κι' ας μιλήση!». Αλλά όλοι οι βαρώνοι τον παίνεψαν με δάκρυα στα μάτια, και ο Τριστάνος, παίρνοντας μαζύ του μόνον τον Γκορνεβάλη, έφυγε για τη χώρα του Βασιληά Μάρκου.

Οι βαρώνοι τον αγαπούσαν, και απ' όλους πειο πολύ, καθώς θα το ιδούμε παρακάτω, ο Αυλάρχης Ντινάς ντε Λιντάν. Αλλά τρυφερώτερα ακόμη από τους βαρώνους και τον Ντινάς ντε Λιντάν, τον αγαπούσε ο Βασιληάς. Μ' όλη του όμως την τρυφερότητα, ο Τριστάνος δε μπορούσε να παρηγορηθή που είχε χάσει τον πατέρα του το Ρόχαλτ και το δάσκαλό του Γκορνεβάλη, και την πατρίδα του, το Λοοννουά.